παρμένο από τον βραχόκηπο-“Ούτε Θεός – Ούτε Αφέντης”-για μια Ιστορία του αναρχικού κινήματος του ελλαδικού χώρου
Έλληνες Πόντιοι στη Μαχνοβτσίνα
Σύμφωνα με τη Σόνια (στο άρθρο «Οι έλληνες-πόντιοι στο μαχνοβίτικο κίνημα» στο περιοδικό «Τα Άνθη του κακού» Νο 2, χειμώνας 1988), οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν στη Νότια Ουκρανία από τον 5ο π.Χ. αιώνα. Από το 1461 και έπειτα – μετά την κατάχτηση του Πόντου από τους Τούρκους και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα – μεγάλα κύματα Ελλήνων προσφύγων κατέφυγαν στην Κριμαία και σε όλα τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Το 1770 εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Αζοφικής 30.000 Έλληνες. Στην περίοδο της επανάστασης του 1917 τα παράλια της Αζοφικής, από τη Μελιτούπολη μέχρι τη Μαριούπολη, ήταν καθαρά ελληνική περιοχή.
Την εποχή της μαχνοβτσίνας οι Έλληνες της περιοχής ήταν περίπου 180.000.Στην Ν. Ουκρανία, όπου βρίσκονταν οι ελληνικές περιοχές της Κριμαίας και της Αζοφικής, έχουμε το 1917 την αυστρο-γερμανική κατοχή ως αποτέλεσμα της συμφωνίας του Μπρεστ-Λιτόφσκ ανάμεσα στους μπολσεβίκους και τις δυνάμεις της Γερμανίας, Αυστρίας και Τουρκίας. Ιδιαίτερα οι αναρχικοί ποτέ δεν αποδέχτηκαν αυτή τη συμφωνία υποταγής. Η κατοχή οδήγησε τους αγρότες της Ν. Ουκρανίας στην εξέγερση.
Όταν ο αυστρο-γερμανικός στρατός αποχώρησε στα τέλη του 1918 και άρχισε ξανά ο εμφύλιος πόλεμος, στην περιοχή κυριάρχησε ο Ντενίκιν, ο οποίος όταν κήρυξε επιστράτευση, συνάντησε την ένοπλη αντίσταση του εγχώριου πληθυσμού. Τότε και οι Έλληνες της Μαριούπολης τάχθηκαν εναντίον του λευκού στρατού.
Οι άγριες επιδρομές του Ντενίκιν στα χωριά για να κατασχέσει τρόφιμα και άλλα υλικά, ακόμα και κορίτσια, ήταν ο κύριος λόγος που οι Έλληνες της Προαζοφικής αντιστάθηκαν στον Ντενίκιν. Βέβαια, οι Έλληνες της περιοχής ήταν αρκετά ειρηνόφιλοι και από τη μετανάστευσή τους από την Κριμαία, δεν επεδίωκαν να πάρουν μέρος ούτε στον εμφύλιο πόλεμο. Αλλά από τη στιγμή που κινδύνευαν άμεσα οι περιουσίες και οι οικογένειές τους, αποφάσισαν να αντισταθούν.
Στο μεταξύ, ενώ αναπτύσσεται το ουκρανικό αστικό κίνημα του Πετλιούρα, αρχίζει και η επαναστατική δράση του Ν. Μάχνο.. Έτσι, λοιπόν, οι Έλληνες Πόντιοι μπήκαν στο επαναστατικό κίνημα, γιατί η φυσική τους θέση ήταν με το κίνημα εκείνο που δεν θα έτρεφε εθνικιστικές ή θρησκευτικές προκαταλήψεις και που θα τους εξέφραζε ταξικά.
Την άνοιξη του 1919, σε πολλά χωριά του νομού Μαριούπολης εμφανίσθηκαν ελληνικές αντάρτικες ομάδες που πολεμούσαν τον Ντενίκιν. Αναφέρονται αμιγώς αντάρτικα ελληνικά τάγματα και μονάδες όπως αυτά του Τσουμπάροβ, του Ταχταμίσεβ και άλλων. Η μεγαλύτερη αριθμητικά μονάδα ήταν του κομμουνιστή Νταβίντοβ – που αργότερα έγινε αξιωματικός του σοβιετικού στρατού – με περίπου 3.000 πεζούς και 300 ιππείς. Αν και όλα αυτά τα αντάρτικα σώματα αναφέρονται ψευδώς ως κομμουνιστικά, συμμετείχαν σε αυτά και άλλες πολιτικές δυνάμεις, καθώς και οι αναρχοκομμουνιστές, οι οποίοι είχαν ιδιαίτερα μεγάλη επιρροή στους αγρότες της νότιας Ουκρανίας. Ο Μάχνο ήταν αυτός που ενοποίησε τα πολυάριθμα αυτά αντάρτικα σώματα υπό την αρχηγία του. Ο ίδιος γράφει στις αναμνήσεις του ότι, πολλές φορές, σε κάποια χωριά οι αγρότες έδιναν στα συγκροτημένα από αυτούς αποσπάσματα το όνομα του Μάχνο, χωρίς οποιαδήποτε πίεση ή παρέμβαση εκ μέρους του. Το ίδιο έγινε φυσικά και με τα ελληνικά αντάρτικα σώματα.
Στην εξ εφόδου κατάληψη της Μαριούπολης το Μάρτιο 1919, διακρίθηκε ιδιαίτερα το 9ο (ελληνικό) σύνταγμα με επικεφαλής τον Ταχταμίσεβ και τιμήθηκε με το παράσημο της Ερυθράς Σημαίας. Στα πλαίσια του μαχνοβίτικου επαναστατικού στρατού, τα ελληνικά αντάρτικα σώματα διακρίνονταν για τη σταθερή πειθαρχία, την οργάνωση και την αντοχή τους. Δεν συμμετείχαν σε ληστείες και σκάνδαλα και ο Μάχνο τα χρησιμοποιούσε στις πιο κρίσιμες στιγμές των μαχών. Οι Έλληνες ήταν αποτελούσαν απ’ το 20% των δυνάμεων του Μάχνο. Ακόμα ζει στη μνήμη των ελληνοποντίων της Μαριούπολης ο Παπαδόπουλος, υπαρχηγός του «Μπάτκο Μάχνο» και αρκετές δεκαετίας μετά τραγουδιόταν το μαχνοβίτικο τραγούδι που ήταν αφιερωμένο σ’ αυτόν.
Ο δε Πιοτρ Αρσίνοφ στην «Ιστορία του Μαχνοβίτικου Κινήματος» γράφει ότι «αρκετοί από τους καλύτερους διοικητές του επαναστατικού στρατού ήταν Έλληνες και μέχρι το τέλος ο στρατός περιλάμβανε αρκετά ειδικά αποσπάσματα Ελλήνων».
Σύμφωνα με τις αναμνήσεις του Μάχνο, ο ίδιος συνέλαβε ένα σχέδιο επιδρομής στο νοτιο-ανατολικό τμήμα της περιοχής Μπερντιάνσκ-Μαριούπολη-Ιούζοβκα, με σκοπό να υποκινήσει εξέγερση του πληθυσμού της. Ύστερα από τη μάχη στη Μεγάλη Μιχάϊλοβκα, όταν οι αντάρτες αποφάσισαν να είναι ο Μάχνο ο αρχηγός τους, εκείνος ξεκίνησε την επιδρομή του από το ελληνικό χωριό Κομάρ. Οι μαχνοβίτες εκδίωξαν από το χωριό την Ουκρανική εθνική φρουρά και κάλεσαν όλους τους κατοίκους σε συγκέντρωση, στην οποία μίλησαν ο Μάχνο και ο Μαρτσένκο.
Εξιστόρησαν τα κακουργήματα των αντεπαναστατών στην Νιμπρόβκα και πρότειναν ένοπλη αντίσταση στους αστούς και τους υπερασπιστές τους, τον αυστρο-γερμανικό στρατό. Στο Κομάρ προσχώρησαν αμέσως στο μαχνοβίτικο στρατό αρκετοί Έλληνες με δικά τους άλογα. Από εκεί πέρασαν από το χωριό Μπογκατίρ που κατοικείτο από Έλληνες Ουρούμους (που μιλούσαν ελληνο-ταταρική γλώσσα) και κατευθύνθηκαν στα χωριά Μέγα και Μικρό Ιανισόλ και άλλα, επίσης ελληνικά. Έτσι, οι Έλληνες της Μαριούπολης ήταν οι πρώτοι που ανταποκρίθηκαν θετικά στην έκκληση του Νέστωρα Μάχνο. Μετά την οριστική συντριβή του αντεπαναστατικού στρατού του Ντενίκιν από τις δυνάμεις του Μάχνο, οι μπολσεβίκοι κήρυξαν εκτός νόμου τους μαχνοβίτες (Ιανουάριος 1920). Η καταστολή σε βάρος του μαχνοβίτικου κινήματος έγινε με μαζική τρομοκρατία ενάντια στον πληθυσμό. Περίπου δέκα ελληνικά χωριά της Μαριούπολης καταστράφηκαν και οι κάτοικοι τους εκτελέστηκαν.
Εκατοντάδες Έλληνες δολοφονήθηκαν από τους αντεπαναστάτες του Ντενίκιν, αλλά και από τον μπολσεβίκικο στρατό μετέπειτα, επειδή πίστεψαν στην υπόθεση της ελευθερίας και της αυτοδιεύθυνσης.
Οι μπολσεβίκοι εκτέλεσαν εκατομμύρια ανθρώπους ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους και δεν έκαναν εξαίρεση στους Έλληνες της Μαριούπολης, που τους κατηγόρησαν για συγκρότηση αντάρτικης αντεπαναστατικής μυστικής ένοπλης οργάνωσης, η οποία είχε, τάχα, σκοπό να αποσπάσει μέρος του σοβιετικού εδάφους και να το προσαρτήσει στην Ελλάδα. Βέβαια, ήταν αδύνατο να επινοήσει κανείς κάτι πιο ανόητο, αλλά οι Έλληνες της Προαζοφικής τιμωρήθηκαν με τέτοιες μαζικές ποινές, που το φαινόμενο αυτό δεν μπορεί να ονομασθεί παρά εθνική εξαφάνιση. Αποτελούσε ξεκάθαρα εκδίκηση των μπολσεβίκων για το ότι στην εποχή του εμφυλίου πολέμου αρκετοί αγρότες των ελληνικών χωριών της Μαριούπολης συσπειρώθηκαν στο μαχνοβίτικο στρατό για να προστατεύσουν τα σπίτι, τη γη, την οικογένεια και την αξιοπρέπειά τους, τόσο από τους λευκούς βιαστές όσο και από τους κόκκινους ληστές. Και έδωσαν παραδείγματα σταθερότητας, γενναιοφροσύνης και πολεμικής τόλμης. Ήταν μαχνοβίτες με την καλύτερη και ευγενέστερη σημασία της λέξης.
Μετά την οριστική ήττα, οι νέοι κυρίαρχοι προσπάθησαν να συκοφαντήσουν το μαχνοβίτικο κίνημα. Χρησιμοποίησαν ως χαρακτηριστικό τύπο μαχνοβίτη τον Παπαδόπουλο και γύρισαν κινηματογραφικές ταινίες παρουσιάζοντάς τον ως μέθυσο, αφελή και αντιδραστικό. Προσπάθησαν να σβήσουν από τη μνήμη του λαού της νότιας Ουκρανίας το μαχνοβίτικο κίνημα. Γι’ αυτό και μετονόμασαν τη Μαριούπολη σε Ζντάνωφ. Τιμώρησαν αργότερα τους Έλληνες για τη συμμετοχή τους στο αναρχικό κίνημα με την απαγόρευση της αυτόνομης πολιτιστικής τους έκφρασης. Η ιστορία των Ελλήνων Ποντίων που συμμετείχαν στο μαχνοβίτικο κίνημα είναι, βέβαια, πολύ πιο βαθύτερη από ό,τι αυτό το υποκεφάλαιο που παραθέτουμε εδώ. Υπάρχουν πολλά και σημαντικά στοιχεία να εξερευνηθούν και να δουν το φως της δημοσιότητας.
Πρόσφατα σχόλια