για τον Κατσίφα

(Πρωτοδημοσιεύτηκε στο cyprus.indymedia.org)

Επιμνημόσυνη δέηση στα ελευθεριακά ιδανικά: για τον Κώστα Κατσίφα και τον Ζακ Κωστόπουλο
Η antifa δολοφονία του Κώστα Κατσίφα

Αποτέλεσμα εικόνας για Toni Milaqi μοιρολοι
 

«Οι σύντροφοι με είχαν τρελάνει με θεοδόλιχους εξάντες πετροκαλαμήθρες και τηλεσκόπια που μεγαλώναν τα πράγματα- καλύτερα να μέναν μακριά…
Γιώργος Σεφέρης
Πάνω σε μια χειμωνιάτικη ακτίνα, Γ΄

Το μίσος για καθετί ελληνικό, το μίσος για την ίδια τη χώρα, η υποστήριξη του άλλου εθνικισμού-του άλλου παράγοντα, έχει αυτά τα αποτελέσματα. Ο αλλοεθνικισμός έχει βουλιάξει το οριζόντιο κίνημα και μια παγερή λογοκρισία έχει εκτοπίσει κάθε έννοια υπεράσπισης στοιχειωδών ανθρωπιστικών αξιών μεταλλάσσοντάς την σε ένα ανθελληνικό ρατσιστικό παραλήρημα. Η κρατική-πολιτική δολοφονία του Κώστα Κατσίφα, συνάντησε μια επικίνδυνη σιωπή ή έναν πρωτοφανή αυτοευτελισμό κάθε αναρχικής αξίας και ηθικής. Για όλους-σχεδόν όλους, ο Κατσίφας απλά σκοτώθηκε ή εκτελέστηκε, δεν δολοφονήθηκε κι έτσι, «ένας φασίστας λιγότερος». Το ίδιο είχε συμβεί και με τον «τρελό εθνικιστή» Σολωμού το 1996. Αυτή η σύνθεση ιστορικής αμάθειας-θεωρητικών εμμονών-συστημικής προτροπής, σε μια ιδεολογική και ηθική αχλή, μεταμόρφωσαν χρόνο με το χρόνο, γεγονός με γεγονός, την ίδια την πραγματικότητα θέτοντάς την σε μια κανονιστική αντίληψη που βεβαίως την ξεπερνούσε. Έτσι ο Κατσίφας δέχτηκε τα συμβολικά πυρά των antifa σε μια άλλη συμβολική δολοφονία, πυρά που στοιχήθηκαν πίσω από τις υστερικές κραυγές του πρωθυπουργού της Αλβανίας, του συνόλου του αλβανικού τύπου και δημόσιου λόγου με ελάχιστες εξαιρέσεις (Τέλνις Σκούκι, Φάτος Λιουμπόνια), πίσω από το πανό των οπαδών της Παρτιζάν (ένας φασίστας λιγότερος-ένας μπάσταρδος έλληνας λιγότερος έγραφε το πανό), πίσω από την κρατική-παρακρατική εντολή της κυβέρνησης να σπιλώσει το νεκρό για εμπόριο ναρκωτικών, πίσω από την χορωδία Ζορμπά-Λιάκου που τίποτε δεν είδαν, δεν άκουσαν, δεν κατάλαβαν, πίσω από την ομάδα Φίλη-Λ. Βασιλείου-Πάγκαλου+ για τη δίκαιη αντίδραση της αστυνομίας. Ο αντιεθνικισμός για όσους δεν το κατάλαβαν αφορά μόνο τον ελληνικό.
Μαζί με αυτήν την παρέκκλιση που διαμορφώνει τον ένα από τους παράγοντες ενός πολέμου όλο και πιο έντονου, σε ένα περιβάλλον όλο και πιο ασταθές στις γεωπολιτικές του σημασίες, χάνεται –απλά- η ανθρωπιά: Ο άνθρωπος αν είναι μαζί μας αξίζει να ζει. Ο άνθρωπος που είναι απέναντί μας αξίζει να πεθάνει. Αν ο άνθρωπός μας σκοτωθεί είναι θύμα. Αν ο άνθρωπός τους σκοτωθεί είναι «ένας λιγότερος». Ο πόλεμος σε συνθήκες αυτής της πολυδιάστατης κρίσης που ζει η χώρα και η υφήλιος, φαίνεται σε επίπεδο φρασεολογίας και αντιπαράθεσης να είναι πολύ κοντά. Ένας εμφύλιος που έχει χαρακώματα, συμμαχίες, πολεμιστές, κρεμάλες, μάλλον δεν θα συμβεί σύντομα. Οι κρίσεις αυτές είναι διαχειρίσιμες καθότι το συντριπτικό μέρος της κοινωνίας δεν συμμετέχει σε αυτόν τον πόλεμο ο οποίος ξεκινάει από τις αναρτήσεις και τελειώνει στις διαδηλώσεις αλλά το σημαντικό σε αυτό το αδιέξοδο είναι ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι χάνουν την ανθρωπιά τους. Μοναδική ίσως ελπίδα είναι: μεμονωμένες προσπάθειες αγωνιστών του οριζόντιου κινήματος, συλλογικότητες και πρωτοβουλίες, να γίνουν σε αυτήν την εποχή οι θαρραλέες και οι ηθικές δυνάμεις που θα αντέξουν στο ιδεολογικό (και αργότερα τι άλλο;) σφυροκόπημα, στις συκοφαντίες, στις λοιδορίες, στις ανήθικες επιθέσεις. Ίδωμεν…
Αντιγράφουμε από την Αντιεξουσιαστική Κίνηση: «Στις 28/10/2018 σκοτώθηκε ο Κ. Κατσίφας στο χωριό Βουλιαράτες στην περιοχή της Νότιας Αλβανίας έπειτα από ανταλλαγή πυρών με Αλβανικές δυνάμεις ασφαλείας, αφού σύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε μέχρι στιγμής άρχισε να ανοίγει πυρ ενάντια σε περιπολικό της αστυνομίας αφότου είχε ανυψώσει την ελληνική σημαία». Για την ΑΚ δεν υπάρχει δολοφονία, δεν υπάρχει επιχείρηση «μπάτσων». Οι «Αλβανικές δυνάμεις Ασφαλείας», δηλαδή ένας δολοφονικός μηχανισμός διασποράς τρόμου, αντίστοιχος με τις ειδικές δυνάμεις της ελληνικής αστυνομίας, δεν είναι «μπάτσοι-γουρούνια-δολοφόνοι». Ο Κατσίφας «σκοτώθηκε» «έπειτα από ανταλλαγή πυρών», δεν πήγαν απειράριθμοι «μπάτσοι» με σκοπό να τον δολοφονήσουν αλλά όλα ξεκίνησαν από το «πυρ ενάντια σε περιπολικό της αστυνομίας». Δικαιολογημένο το ότι «σκοτώθηκε» λοιπόν αφού αυτός το ξεκίνησε. Και συνεχίζεται η ίδια κατάθεση υπέρ της αφήγησης Έντι Ράμα-Ζορμπά, Λιάκου, Φίλη, Λ. Βασιλείου+: «Να σημειώσουμε ότι την ίδια μέρα στο ίδιο χωριό ανέμιζαν χωρίς κανένα πρόβλημα και οι δύο εθνικές σημαίες στις εκδηλώσεις για την 28η Οκτωβρίου». Άρα; Δεν είχε λόγους να ανυψώσει (νόμιμα) άλλη μια σημαία πέρα από αυτές που βρίσκονται στο νεκροταφείο και στις άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Τον Κατσίφα λοιπόν δεν τον εξώθησε το εκεί παρακράτος, δεν υπήρχε το παρελθόν των ελληνοφάγων Σπαχίου-Ταχίου-Κούρτι που κατέβαζαν τις ελληνικές σημαίες στις περιοχές της αναγνωρισμένης ελληνικής μειονότητας. Ξαφνικά, μόνος του ένας φασίστας άνοιξε πυρ με τους αστυνομικούς.
Η συλλογικότητα «Μαύρο και Κόκκινο» ξεκινάει το κείμενό της με εντέχνως αποσπασθέντα αποσπάσματα ποιήματος του κομουνιστή και αγωνιστή του ΕΑΜ και του εμφυλίου, Φώτη Αγγουλέ. Αντιγράφουμε: «Τώρα φωλιάζουν στο άσαρκο κρανίο σου σκοτάδια, / κι απ` της φυλής σου τα όνειρα, είναι τα στήθια σου άδεια. […] κι η μνήμη σου που της ζωής το νόημα θα λερώνει, / θα’ ναι ένα στίγμα, ένας λεκές μές’ στο κατάσπρο χιόνι». Ο Κατσίφας που σηκώνει ελληνικές σημαίες στο χωριό του Μπουλεράτι (Βουλιαράτες) και δολοφονείται από τους αλβανούς μπάτσους εξομοιώνεται με τον ναζί στρατιώτη που πεθαίνει στο ρωσικό χειμώνα κατά τη διάρκεια της επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, επίθεσης που εξαπέλυσαν οι ναζιστικές στρατιές του Αδόλφου. Μεγαλύτερη καπηλεία αυτού του ποιήματος του Φώτη Αγγουλέ δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Το ποίημα όπως βρέθηκε στην ιστοσελίδα του Σαραντάκου. Κάθε ομοιότητα του νεαρού φασίστα με τον Κατσίφα δυστυχώς δεν είναι τυχαία. Ωστόσο καταφανώς άδικη και συκοφαντική.
Σ` έναν νεαρό φασίστα που βρέθηκε σκοτωμένος,
πάνω σε μια Ρούσσικη χιονισμένη στέππα
Και μέσ` στα χιόνια, θησαυρούς
το άρπαγο μάτι βλέπει;
ξανθέ φονιά, τι σ` έφερε
σ` αυτήν εδώ τη στεππη;
Μέσα στη νύχτα, φονικό
ποιανού έστηνες καρτέρι;
Ποιος σ` έβλαψε τόσο μακριά;
Ποιόν ξέρεις; Ποιος σε ξέρει,
εδώ που χρόνια εμόχθησε
το εργατικό το χέρι
να χτίσει την καλύβα του
και μια ζωή να φτιάσει;
Νυχτερινέ διαγουμιστή,
πως θες να σε δικάσει,
το χέρι αυτό που του γκρεμνάς,
ότι από χρονιά χτίζει;
Ποια καταδίκη στο φονιά
και στο φασίστα αξίζει;
Τώρα φωλιάζουν στο άσαρκο
κρανίο σου σκοτάδια,
κι αφ` της φυλής σου τα όνειρα,
είναι τα στήθια σου άδεια.
……………………………………
Κι ίσως μια μάννα, ένα παιδί!
κάπου να σε προσμένει,
μα εσύ, θα μένεις πάντοτε
ξένος σε χώρα ξένη
κι η μνήμη σου που της ζωής
το νόημα θα λερώνει,
θάναι ένα στίγμα, ένας λεκές,
μέσ` στο κατάσπρο χιόνι…
Η συνέχεια της ανακοίνωσης είναι εξόχως αποκαλυπτική: «Τις προάλλες, ο ένοπλος φασίστας Κωνσταντίνος Κατσίφας, υμνητής του «ελλάς ή θάνατος» βρήκε τον δεύτερο όταν ενεπλάκη με αστυνομικές δυνάμεις της γειτονικής χώρας. Επειδή δεν κάνουμε ρεπορτάζ αλλά πολιτική και αφού ποτέ δε κρύψαμε την αναρχική-αντιφασιστική μας ταυτότητα, αδιαφορούμε παγερά για τις συνθήκες θανάτου οποιουδήποτε φασίστα. Αυτό που μας απασχολεί είναι αν ο θάνατός του σταθεί εφαλτήριο για να σηκώσει κεφάλι ο φασισμός και ο εθνικισμός, συμπληρωματικές δυνάμεις που προλειαίνουν, γεννούν και θρέφουν τη μισαλλοδοξία, τον ρατσισμό και -τελικά- τον πόλεμο.» Για τη συλλογικότητα «Μαύρο και Κόκκινο» ο Κατσίφας είναι σίγουρα φασίστας δηλαδή οι πολιτικές του αντιλήψεις είναι φασιστικές. Πού το γνωρίζουν αυτό; Άγνωστο. Απλά η αντανακλαστική τελετουργία της εξίσωσης πως όποιος κοιμάται πατριώτης ξυπνάει εθνικιστής. Ανησυχούν από την άλλη μήπως ο θάνατός του (όχι η δολοφονία του) σταθεί εφαλτήριο για να σηκώσει κεφάλι ο φασισμός αδιαφορώντας ότι η υποστήριξή τους στον αλβανικό εθνικισμό είναι ήδη ένα εφαλτήριο.
Ο Κατσίφας για τη συλλογικότητα αυτή δεν δολοφονήθηκε, «ενεπλάκη» με «αστυνομικές δυνάμεις της γειτονικής χώρας». Και για αυτή τη συλλογικότητα υπήρξε «εμπλοκή» δεν έστησαν οι αλβανοί μπάτσοι επιχείρηση δολοφονίας. Οι αλβανοί μπάτσοι δεν είναι όπως οι έλληνες μπάτσοι, είναι «αστυνομικές δυνάμεις». Οι «αστυνομικές δυνάμεις» δεν δολοφονούν. Οι «αστυνομικές δυνάμεις της γειτονικής χώρας» (εκεί δεν είναι κράτος που διέπραξε μια κρατική δολοφονία), «ενεπλάκησαν και απλά «ο θάνατος βρήκε τον φασίστα». Οπότε αδιαφορούν «παγερά για τις συνθήκες θανάτου οποιουδήποτε φασίστα». Και παρακάτω συμπληρώνουν: «Ένας νεκρός φασίστας είναι ένα λιγότερο εμπόδιο στο δρόμο προς την κοινωνική απελευθέρωση.». Ας ευχαριστήσουν λοιπόν τις antifa «αστυνομικές δυνάμεις της γειτονικής χώρας» για το «ένα λιγότερο εμπόδιο».
Η συλλογικότητα αναρχικών από τα Ανατολικά εξιστορεί αυθαίρετα σε ανακοίνωση εναντίον διαδήλωσης ελλήνων φασιστών οι οποίοι από την ασφαλή Θεσσαλονίκη ανέλαβαν μια ακόμα πατριωτική εργολαβία: «Έτσι και τώρα, με αφορμή τον θάνατο του ομοϊδεάτη τους φασίστα Κ. Κατσίφα ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου από αλβανούς μπάτσους για λόγους που ακόμα δεν έχουν διαλευκανθεί αλλά καμία σχέση δεν έχουν με την εθνικότητα του Κατσίφα ή με το ανεβοκατέβασμα μιας σημαίας…». Η εν λόγω συλλογικότητα στο ίδιο τέμπο με τις υπόλοιπες αναφέρει το δολοφονημένο Κατσίφα ως φασίστα εμπλέκοντάς τον χωρίς τεκμήρια με αυτούς τους εργολάβους του πατριωτισμού-φασίστες που θα διαδήλωναν στη Θεσσαλονίκη, υποστηρίζοντας το αφήγημα Έντι Ράμα-Ζορμπά, Λιάκου, Φίλη, Λ. Βασιλείου+ πως «ο θάνατος»-όχι η δολοφονία ουδεμία σχέση έχει με το ανεβοκατέβασμα της σημαίας. Η διαφοροποίηση είναι ότι υπάρχουν εκτός από τους έλληνες μπάτσους και «αλβανοί μπάτσοι» (υπάρχουν και τέτοιοι λοιπόν) που όμως δεν αναφέρεται ότι δολοφονούν. Παρακάτω αναφέρουν για τη δολοφονία του Νίκολα Τόντι στο Βύρωνα, ομογενούς εν τέλει όπως αναφέρουν οι περισσότερες καταγγελίες της εποχής, η οποία πραγματοποιείται κατά την ένοπλη συμπλοκή της ομάδας Μαριάν Κόλα με τους έλληνες «μπάτσους» κι όχι με την ελληνική αστυνομία όπου και συλλαμβάνεται. Καταδίκη για τη δολοφονία του Κατσίφα όμως δεν υπάρχει. Και βέβαια δεν υπήρξε αναφορά στα έργα και ημέρες του Μ. Κόλα αντίθετα, ύμνοι στο αθηναϊκό ιντιμέντια για την παλικαριά του όπως και καταγγελία περί «κυνηγιού κεφαλών» ή «προαναγγελίας θανάτου» του. Ο Κατσίφας δεν δολοφονήθηκε από την πολυπληθή και πλήρως οργανωμένη επιχείρηση των αλβανών μπάτσων; Η Κατερίνα Ζώγαλη στον Ισθμό της Κορίνθου που σκοτώθηκε από τα πυρά της καταδιωκόμενης ομάδας του Κόλα τρία χρόνια μετά τον Νικόλα Τόντι; Η Κατερίνα Ζώγαλη δεν είχε ψυχή; Η Κατερίνα Ζώγαλη δεν δολοφονήθηκε; Γιατί τέτοια μυωπία; Από την άλλη η εν λόγω συλλογικότητα συγκατανεύοντας και υπερθεματίζοντας στο παρακρατικό αφήγημα που συκοφαντεί τον Κατσίφα ως έμπορο ναρκωτικών γράφει: «μια «ηρωοποίηση» που στην συγκεκριμένη περίπτωση του Κατσίφα εκφράζεται για έναν τύπο όπου το 2008 είχε συλληφθεί στην Αθήνα για εμπόριο ναρκωτικών». Η κατηγορία έπεσε στο δικαστήριο, οι γονείς ετοιμάζουν μήνυση κατά των υβριστών και συκοφαντών της μνήμης του, αλλά το «αναρχικό» αφήγημα παραμένει αφήγημα πλήρως συντεταγμένο με το ελλαδικό παρακράτος της κυρίας Γεροβασίλη+.
H κατάληψη Terra Incognita σε 8 σημεία φαίνεται ότι δεν συντάσσεται ακριβώς με τις χαρές που κάνουν οι άλλοι σύντροφοι του Α/Α χώρου: «…ο θάνατός του κάθε άλλο παρά ευχάριστος μπορεί να είναι για μας. Αυτό όμως δε σημαίνει πως νομιμοποιούμε κοινωνικά μια κρατική δολοφονία. Οι μπάτσοι και ο στρατός όποια γλώσσα και αν μιλάνε, όποιο σύνορο και άν φυλάνε είναι εκ θέσεως δολοφόνοι…». Παρακάτω όμως τα 8 σημεία:
«Ο Κατσίφας δεν εκτελείται επειδή ανέβασε απλά την ελληνική σημαία στο νεκροταφείο ανήμερα της 28ης Οκτώβρη. Η ελληνική μειονότητα στην Αλβανία είναι χρόνια τώρα επίσημα αναγνωρισμένη. Στις Βουλιαράτες υπάρχουν ελληνικά σχολεία ενώ γιορτάζονται οι εθνικές εορτές με παρελάσεις κτλ. Ο Κατσίφας όμως δεν αρκείται σε αυτό. Καταλαμβάνει οπλισμένος το πολιτιστικό κέντρο του χωριού, υποστέλλει την αλβανική σημαία και ανεβάζει την ελληνική. Όταν φτάνουν οι αλβανικές αστυνομικές δυνάμεις ανοίγει πυρ, γαζώνοντας ένα αστυνομικό πλήρωμα και καταδιώκεται μέσα στο χωριό. Τελικά εκτελείται από τους αλβανούς μπάτσους». Η παραπληροφόρηση των παρακρατικών παπαγάλων γίνεται για τους αναρχικούς της κατάληψης T.I. αιτιολογία για το χαμό του Κατσίφα. Ανυπόστατες πληροφορίες που δημοσίευσαν κι αναδημοσίευσαν λειτουργούν για τους αναρχικούς της Τ.Ι. όχι φέικ-νιους αλλά ευαγγέλιο. Προσοχή: δε δολοφονείται αλλά «εκτελείται». Με τη λέξη εκτέλεση δίνουν μια δικαίωση, νομιμοποιούν τον κρατικό μηχανισμό της γείτονος που «εκτελεί» δεν δολοφονεί όπως ένας οποιοσδήποτε κρατικός μηχανισμός. Στους -κι όχι «στις»- Βουλιαράτες βέβαια πράγματι γίνεται τυπικά αυτή η δραστηριότητα της ανάρτησης σημαίας ως σε αναγνωρισμένο χωριό της αναγνωρισμένης εθνική μειονότητας και με ένα από τα δυο αναγνωρισμένα διεθνώς νεκροταφεία (όπως στο Μάλεμε ή στη Θεσσαλονίκη) με νεκρούς πεσόντες. Έλληνες πεσόντες του αντιφασιστικού ελληνοϊταλικού πολέμου. Όμως δεν άκουσαν τίποτε για το παρακράτος που λειτουργεί στην περιοχή της ελληνικής μειονότητας, όπως και σε κάθε μειονότητα εν τέλει; Δεν άκουσαν τίποτε για την εθνικιστική και ατιμώρητη δράση εθνικιστικών παρακρατικών στοιχείων;
«Πως θα αντιδρούσε ο κάθε περήφανος Έλληνας αν μάθαινε το ίδιο περιστατικό στην τούρκική μειονότητα της Θράκης. Αν ένας Πομάκος ή ένας Τούρκος γάζωνε Έλληνες αστυνομικούς την ίδια στιγμή που ανέβαζε την σημαία της χώρας τους αντί της ελληνικής. Μήπως τότε οι Έλληνες αστυνομικοί θα ήταν οι ήρωες που τιμώρησαν αυτόν που βεβήλωσε το εθνικό του σύμβολο; Μήπως τότε οι εθνικιστές δε θα έβρισκαν ακόμη μια φορά χώρο και αιτία για να εμφανιστούν στη δημόσια σφαίρα»; Δικαίωση του «περήφανου ελληνάρα» λοιπόν το να υπάρξει στο μέλλον μια δολοφονία στης Θράκη (;) σε μια παράγραφο που βρίθει όπως και η προηγούμενη από ανακρίβειες, στοιχισμένη με τον χυδαίο Φίλη που με το ίδιο επιχείρημα δικαιολόγησε τη δολοφονία του Κατσίφα. Οφείλουν λοιπόν να μάθουν ότι στη Θράκη υπάρχει μουσουλμανική και όχι τουρκική μειονότητα, μια μειονότητα που έχει τούρκους, πομάκους, ρομά, αλεβί κλπ. και είναι αναγνωρισμένη ως θρησκευτική μειονότητα. Αν θέλουν κι εκεί να βρουν συντρόφους σε όσα ανιστόρητα ομολογούν είναι το σίγουρο ότι θα βρουν. Τους περιμένει εκεί το τουρκικό προξενείο+. Ας ψάξουν οι ίδιοι που στοιχίζονται πίσω από το οικόσιτο της «Αυγής».
«Οι δηλώσεις καταδίκης του περιστατικού και η στοχοποίηση του αλβανικού κράτους ως υπαίτιου για το γεγονός διαδέχονται τη ρητορική μίσους για τον αλβανικό λαό μέσα από την τόνωση της εθνικής ενότητας. Έτσι η κοινή γνώμη άγεται και φέρεται μεταξύ των διακρατικών εντάσεων και της πολεμικής προετοιμασίας του ελληνικού κράτους για μια επερχόμενη εθνική σφαγή.» Αναρχικοί ταυτίζουν το κράτος με το λαό; Οι ίδιοι όταν καταγγέλλουν το ελληνικό κράτος –στην περίπτωση του Κατσίφα όχι!- υποδαυλίζουν κάποιο μίσος για τον ελληνικό λαό; Όμως εκτός από τους ελλαδίτες φασίστες ακόμα και οι πιο συντηρητικές φωνές της επίσημης πολιτικής κρατήσαν απόσταση ανάμεσα στην αλβανική κυβέρνηση και τον αλβανικό λαό. Με μια γκροτέσκο αναγωγή οι αναρχικοί της Τ.Ι. αντικρύζουν ως «εθνική σφαγή» ακόμα και την πιο ήπια καταγγελία του αλβανικού κράτους (που κι αυτή δεν υπήρξε επίσημα). Ενός κράτους.
«Την κατοχύρωση της εθνικιστικής ρητορικής που εκφράζει μέσα από το γεγονός το ελληνικό κράτος, αποτελεί η τήρηση ενός λεπτού σιγής για τον νεκρό εθνικιστή, την ίδια στιγμή που οι χιλιάδες καθημερινοί θάνατοι της δημοκρατίας αποτελούν απλή στατιστική σε δημοσιογραφικές στήλες.» Η ταύτιση της δημοκρατίας με την αιρετή ολιγαρχία είναι το μικρότερο από τα σοβαρά σφάλματα που προηγήθηκαν και θα ακολουθήσουν. Η «εθνικιστική» ρητορική κατοχυρώνεται από την τήρηση ενός λεπτού σιγής. Σιγή -κι όχι ενός λεπτού- όμως υπήρξε στην πραγματικότητα από την ίδια την κυβέρνηση απέναντι στη δολοφονία. Κι όχι μόνο αυτό αλλά στράτευσε και το παρακράτος για να σκυλεύσουν τη μνήμη του νεκρού Κατσίφα. Αυτή τη σιγή έπρεπε να καταγγείλουν αναρχικοί όχι του ενός λεπτού σιγή.
«Πόσο προκλητική και επικίνδυνη φαντάζει η προτροπή προς τον κοινωνικό εκφασισμό με αφορμή το θάνατο του Κατσίφα (πχ σχολεία προχωρούν σε κατάληψεις με αφορμή τον Κ. Κατσίφα και τη βορεια Ήπειρο βγάζοντας εμετικές ανακοινώσεις υποκεινούμενες από στελέχη φασιστικών σχηματισμών την ίδια στιγμή που καταγγέλλονται περιστατικά εκφοβισμού αλβανών μαθητών-ριών)». Η αφωνία μπροστά σε μια οργανωμένη φασιστική πρακτική εκ μέρους των αλβανικών αρχών φτάνει στο σημείο να ονοματίζει χωρίς κανένα στοιχείο τις ελάχιστες καταλήψεις ως υποκινούμενες από φασιστικούς σχηματισμούς. Οι ίδιοι οι καταληψίες πάντως δέχτηκαν -όπως και οι καταλήψεις για το μακεδονικό πρόσφατα και παρ’ όλο που καταδίκαζαν τη Χρυσή Αβγή- την antifa συστημική κι ‘’αντισυστημική’’ επέμβαση. Κι ένα επιπλέον σημείο: οι αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα δεν θα έπρεπε να καταδικάσουν τη δολοφονία του Κατσίφα; Από ποιες αρχές ανθρωπισμού η ζωή του Κατσίφα αξίζει να χαθεί και γιατί μετράει λιγότερο από τη ζωή ενός δολοφονημένου αλβανού;
«Ο Κατσίφας δεν ήταν ένας απλός πατριώτης. Ήταν παρών στα εθνικιστικά συλλαλητήρια για τη Μακεδονία, ήταν γνήσιος υποστηρικτής της εθνικιστικής οργάνωσης ΜΑΒΗ (που ευθύνεται για τον αφοπλισμό και την εκτέλεση αλβανών στρατιωτών) και νοσταλγός της επταετίας. Θάφτηκε ντυμένος με παρα-στρατιωτική παραλλαγή όπως αρμόζει σε κάθε φασίστα μέσα σε ένα κλίμα εθνικιστικής υπερηφάνιας όπου εκατοντάδες υποστηρικτές του φασισμού παρεβρέθηκαν στην κηδεία του. Σημαίες και ρούχα με εθνικιστικά σύμβολα, εθνικιστές με ναζιστικά τατουάζ βαφτίστηκαν και αυτοί απλοί πατριώτες δίπλα στον νεκρό τους ήρωα.» Ονοματίζοντας το πλήθος στην κηδεία «υποστηριχτές του φασισμού» βαφτίζοντας χιλιάδες κόσμου ως φασίστες επειδή ήταν παρόντες και παρούσες στα «εθνικιστικά συλλαλητήρια για τη Μακεδονία», βαφτίζοντας εθνικιστικά σύμβολα τις ελληνικές σημαίες καταμαρτυρούν στον Κατσίφα υποστήριξη στην προβοκατόρικη ενέργεια του ’94 από τη ΜΑΒΗ 2 όπως και για τις αναρτήσεις στο φέισμπουκ. Μα από πού θα έβρισκε φως ο Κατσίφας γνωρίζοντας τη ζωή που ζει στο χωριό του; Από την antifa, που κάθε πατριώτη τον ονοματίζει φασίστα; Από τον Α/Α χώρο που ακόμα και τον ιμπεριαλισμό τον θεωρεί προγεφύρωμα του σωβινισμού; Από πού θα έβρισκε αναφορές αν όχι από την ιστορία των απελευθερωτικών αγώνων της περιοχής του το 1914 και 1940; Ποιος θα αναγνωρίσει στον Κατσίφα δικαιώματα που είχε την ατυχία να γεννηθεί μειονοτικός έλληνας; Γιατί αναρχικοί στοιχίζονται πίσω από τον αλβανό πρωθυπουργό που αποκαλεί κάποιες χιλιάδες διαδηλωτές «γουρούνια» και «χρυσαβγίτες»;
«Ποιά είναι άραγε η βία που καταδικάζει η κοινή γνώμη; Ο Κατσίφας γυρνάει μέσα σε ένα χωριό οπλισμένος με ένα τροποποιημένο καλάσνικοφ, με διόπτρα για ακριβή στόχευση και δεκάδες σφαίρες στην κατοχή του και γαζώνει ανάμεσα στον κόσμο.Εκτελείται και η βία του βαφτίζεται ως πράξη αντίστασης. Την ίδια στιγμή ο Ζακ Κωστόπουλος φερεται να κρατά ένα κομμάτι γυαλί (κάτι το οποίο μένει ακόμα αδιευκρίνιστο) και ενώ βαδίζει σε ημιλιπόθυμη κατάσταση από τα πρώτα χτυπήματα που δέχθηκε, λιντσάρεται μέχρι θανάτου ως νούμερο 1 δημόσιος κίνδυνος. Ποια είναι η βία που ανέχεται και στην οποία εν δυνάμει συναινεί η κοινή γνώμη, όταν νομιμοποιεί τον κρατικό και καπιταλιστικό ολοκληρωτισμό την ίδια στιγμή που καταδικάζει την σθεναρή αντίσταση σε αυτόν». Ας αντιστρέψουμε τα γεγονότα: Δηλαδή αν ο Κατσίφας κρατούσε γυαλί και τον σκότωναν οι αλβανοί μπάτσοι θα ήταν δολοφονία και αν ο Ζακ κρατούσε καλάσνικοφ και τον σκότωναν θα ήταν άμυνα του μηχανισμού καταστολής; Πέρα από το γεγονός της ηθελημένης άγνοιας και ενσυνείδητης αναπαραγωγής των φέικ νιους για τα γεγονότα στο Μπουλεράτι (στους Βουλιαράτες) οι αναρχικοί της Τ.Ι. για ποιο λόγο οφείλουν να συγκρίνουν δυο δολοφονίες; Κι από την άλλη δικαιώνουν το κράτος για τις δολοφονίες ενόπλων αγωνιστών που έπεσαν με το όπλο στο χέρι;
Τα επιχειρήματα λιγοστεύουν, παύουν να έχουν νόημα. Ο καταιγισμός ανακριβειών, ιδεοληψιών, έκφρασης του μίσους για τη χώρα που ζουν, αναγωγών που εξισώνουν τα ανόμοια, μετατρέπεται σε στρατόπεδο ενός πολέμου που απλά και με την έμμεση στήριξη της κυβέρνησης διατείνεται: ένας φασίστας λιγότερος. Ενάντια και στους ιδεολογικούς δολοφόνους του Ζακ Κωστόπουλου που μετά τη δολοφονία του από τους δυο εμπόρους στην Ομόνοια και τους μπάτσους, με ανακούφιση είπαν: ένας ανώμαλος λιγότερος. Αδερφός μου ο Ζακ, αδερφός μου κι ο Κώστας. Αδελφός μου κι ο δολοφονημένος Πετρίτ της Κέρκυρας από έλληνα φασίστα, αδελφός μου κι ο δολοφονημένος Αριστοτέλης της Χιμάρας από αλβανούς ρατσιστές.

«Ποιος άκουσε καταμεσήμερα το σύρσιμο του μαχαιριού στην ακονόπετρα; Ποιος καβαλάρης ήρθε με το προσάναμμα και το δαυλό; Καθένας νίβει τα χέρια του και τα δροσίζει. Και ποιος ξεκοίλιασε τη γυναίκα το βρέφος και το σπίτι; Ένοχος δεν υπάρχει, καπνός. Ποιος έφυγε χτυπώντας πέταλα στις πλάκες; Κατάργησαν τα μάτια τους τυφλοί. Μάρτυρες δεν υπάρχουν πια, για τίποτε».
Γιώργος Σεφέρης
Επί σκηνής, Ε΄

Αυτό που θα έπρεπε στοιχειωδώς να πραγματοποιήσει ένας αναρχικός χώρος ή ένα οριζόντιο ελευθεριακό κίνημα που θα σεβόταν ελαχίστως την ύπαρξή του θα ήταν:
-Καταδίκης της δολοφονίας από την αλβανική αστυνομία ενός πολιτικού μας αντίπαλου, εργάτη, και μέλους της αναγνωρισμένης –διεθνώς- ελληνικής μειονότητας. Η δολοφονία είχε και εθνικά κίνητρα, είναι αντίστοιχη με τη δολοφονία του Σολωμού Σολωμού που έγινε πριν από 22 χρόνια από τον υπουργό των κατεχομένων Κενάν Ακίν.
-Καταδίκη της σκύλευσης του σώματος του νεκρού, αυτής της διαπραττόμενης ύβρης να το κρατούν για 10ήμερο οι υπηρεσίες στα Τίρανα καθώς και του εκβιασμού της οικογένειας στο να μην προβεί σε μέτρα κατά της κυβέρνησης.
-Καταγγελία της αλβανικής κυβέρνησης η οποία μέσω των εκπροσώπων της, αντί να ζητήσει συγγνώμη συκοφάντησε το νεκρό ως έναν παράφρονα που επιτέθηκε κατά της αστυνομίας. Καταγγελία αυτής της κυβέρνησης που σύσσωμο το πλήθος των χιλιάδων ανθρώπων που πήγαν στην κηδεία του αποκάλεσε «γουρούνια».
-Καταγγελία της ελληνικής κυβέρνησης για τη συκοφάντηση του νεκρού από διαρροές της Αστυνομίας περί δήθεν συμμετοχής του σε εμπόριο ναρκωτικών. Καταγγελίες για την αφωνία της απέναντι σε ένα στυγερό έγκλημα καθώς και στις προσβολές της οικογένειας και των χιλιάδων επισκεπτών.
-Καταγγελία των παρευρισκόμενων εκπροσώπων της ελληνικής προεδρίας (Ζορμπά, Λιάκος) που παρίσταναν σαν να μην κατάλαβαν τίποτε δίπλα σε ντουφεκιές ή την προετοιμασία της εκστρατείας κατά του ένοπλου Κατσίφα. Καταγγελία όσων κυβερνητικών ή μη συκοφάντησαν τη μνήμη του νεκρού πολιτικού μας αντιπάλου.
Κάθε μειονότητα ζει υπό το βάρος πιέσεων τυπικών και άτυπων (παρακρατικές μεθοδεύσεις, φωτογραφικοί νόμοι, αποκλεισμοί κλπ.). Η ελληνική μειονότητα στον ιστορικό χώρο της Ηπείρου ζει αντίστοιχα έχοντας ένα ιστορικό προηγούμενο που ξεκινάει από τους αρχαϊκούς χρόνους. Η σοβινιστική κυβέρνηση Ράμα, συνεχίζοντας ανθελληνικές πολιτικές των προκατόχων της έχει εντείνει τις πολιτικές καταπίεσης με δημεύσεις περιουσιών (Χιμάρα), διοικητικές ενοποιήσεις περιοχών για εθνολογική αλλοίωση, κρούσματα νοθείας στις κάλπες, και μια συστηματική προσπάθεια κατατρομοκράτησης μειονότητας με την επιβολή αστυνομοκρατίας.
Ο Κώστας Κατσίφας αναρτούσε σημαίες σε ένα περιβάλλον που ο πόλεμος της σημαίας είχε ήδη ξεκινήσει από τους φασίστες της Ερυθροκόκκινης Συμμαχίας του Κρέσνικ Σπαχίου που κάθε χρόνο δημιουργούσαν επεισόδια στη μεθόριο εν όψει επετείου 28ης, αργότερα του φασίστα Ταχίρ Βελίου και πρόσφατα του Άλμπιν Κούρτι και των συμμοριών τους καθώς και αλβανοτσάμικων οργανώσεων που διεκδικούν τη Θεσπρωτία. Σε αυτό το περιβάλλον έδρασε ο Κατσίφας, στον πόλεμο της σημαίας, και σε μια περιοχή που είναι δικαίωμα της μειονότητα να τις αναρτά. Από την άλλη ο Κατσίφας ήταν ένας έλληνας διαψευσμένος από τους ‘’ταγούς’’ της μειονότητας που ουκ ολίγοι βρίσκονται σε καλές θέσεις (βουλευτές, επιχειρηματίες, διανοούμενοι, καθηγητές πανεπιστημίων, κλπ.) που στο όνομα του ελληνισμού συνεργάζονται με το κρατικό κατεστημένο καθώς και με τα δυο μεγάλα κόμματα. Ήταν κόντρα στο «κάτσε καλά μη φας το κεφάλι σου».
Η δολοφονία του Κώστα Κατσίφα επιβεβαιώνει σκοπιμότητες που αφορούν την καταστροφή κάθε διευθέτησης των ελληνοαλβανικών διαφορών της προηγούμενης περιόδου από μια κυβέρνηση που ανάβει φωτιές στα Βαλκάνια με τον απροκάλυπτό της αλυτρωτισμό (κατά της Σερβίας, της πΓΔΜ, της Ελλάδας), που ενέχεται σε υποθέσεις διαφθοράς και καταπάτησης των δικαιωμάτων των αντιφρονούντων που έχει καταγγελθεί από την αντιπολίτευση για την εμπλοκή ανώτατων αξιωματούχων της στο εμπόριο της ηρωίνης που ελέγχει η μαφία στην Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Η δικαιολογημένη οργή απέναντι σε αυτή τη δολοφονία δεν πρέπει να γίνει έδαφος για να υπάρξει διχασμός με τις αλβανικές κοινότητες μεταναστών στην Ελλάδα και τον αλβανικό λαό. Αντίθετα μαζί: έλληνες στην Ελλάδα, αλβανοί μετανάστες, βορειοηπειρώτες, αλβανοί στην Αλβανία πρέπει να δημιουργήσουμε εστίες συσπείρωσης κατά των κοινών μας ταξικών, πολιτικών και κοινωνικών εχθρών. Οτιδήποτε άλλο οδηγεί στην καταστροφή και δίνει τροφή σε έλληνες και αλβανούς φασίστες να παριστάνουν με τα πτώματά μας τους εθνικούς ήρωες.
Να αποκρούσουμε τον ιμπεριαλισμό του ΝΑΤΟ που μας θέλει φίλους και εχθρούς, να αποκρούσουμε την επιθετικότητα του τουρκικού κράτους που θεωρεί τα Βαλκάνια ως «πίσω αυλή» του νεοΟθωμανισμού, να αποκρούσουμε τον καπιταλισμό και τις μερίδες των αστικών τάξεων που άλλες θέλουν να τα βρούμε κι άλλες να είμαστε εχθροί, να αποκρούσουμε τα κράτη μας που είτε ως ανταγωνιστικά είτε ως εχθρικά επιθυμούν την πολιτική μας υποδούλωση.

Στη μνήμη του Ζακ και του Κώστα
Επιμνημόσυνη δέηση για τον Ζακ, τον Κώστα, τον Μαριάν, τον Αριστοτέλη, τον Νικόλα, τις Κατερίνες, τον Αλέξη, το Μιχάλη, το Χρήστο, το Λάμπρο, τον Ισαάκ, το Σολωμό, τον Αρμπέν, τη Λίκα, το Μουσταφά, το Σαχμάντ και τόσους που χάθηκαν άδικα

Δημοκρατική Αυτονομία-Δημοκρατικός Συνομοσπονδισμός
Από την ελληνοαλβανική μεθόριο στη γέφυρα συνεργασίας των λαών

Μιλούσες για πράγματα που δεν τα ‘βλεπαν κι αυτοί γελούσαν. Όμως να λάμνεις στο σκοτεινό ποταμό πάνω νερά να πηγαίνεις στον αγνοημένο δρόμο στα τυφλά, πεισματάρης και να γυρεύεις λόγια ριζωμένα σαν το πολύροζο λιόδεντρο- άφησε κι ας γελούν. Και να ποθείς να κατοικήσει κι ο άλλος κόσμος στη σημερινή πνιγερή μοναξιά στ’ αφανισμένο τούτο παρόν- άφησέ τους. Ο θαλασσινός άνεμος κι η δροσιά της αυγής υπάρχουν χωρίς να το ζητήσει κανένας.
Γιώργος Σεφέρης
Θερινό ηλιοστάσι, Θ΄

Το αλβανικό ζήτημα ξεκίνησε το 1878 με τη διακήρυξη της Πρεζρένης και τη πρόθεση ενός σώματος προυχόντων να εξασφαλίσουν την αυτονομία μιας διευρυμένης Αλβανίας μέσα στα πολιτικά όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πολλά από τα εδάφη από αυτά που περιγράφονται στη διακήρυξη ανήκουν σήμερα στις χώρες με τις οποίες συνορεύει η Αλβανία: Ελλάδα, Σερβία, ΠΓΔΜ Μαυροβούνιο όπως και στο ιδιαίτερο καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου. Ήταν η εποχή που μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας των σέρβων και των ελλήνων, το 1814 και το 1821, εδάφη στα οποία κατοικούσαν και αλβανοί έμπαιναν στον απελευθερωτικό σχεδιασμό των δυο νέων χωρών. Η διακήρυξη της Αυλώνας από τον αξιωματούχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Ισμαήλ Κεμάλ, το 1912, είναι η πρώτη πράξη που ακύρωνε αυτούς τους σχεδιασμούς καθώς και η αναγνώρισή της από τη συνθήκη του Λονδίνου το 1913. Από τότε μέχρι και το 1944 όπου τα σύνορα σφραγίστηκαν με τον προσωπικό σχεδιασμό του ηγέτη του Απελευθερωτικού Μετώπου και του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας, Ενβέρ Χότζα, η Αλβανία λειτούργησε ως κράτος-δορυφόρος δεχόμενη επιρροές, επιβουλές και επεμβάσεις των μεγάλων δυνάμεων, αλλά κυρίως από την αυτοκρατορική Αυστρία και την Ιταλία. Στο μεσοδιάστημα 1912-1944 η ανεξαρτησία της ταλαντεύτηκε 1)ανάμεσα στα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων Αυστρίας, Ιταλίας και Γερμανίας που επιθυμούσαν για διαφορετικούς λόγους η καθεμιά να εξουδετερωθεί ο σερβικός και ο ελληνικός αλυτρωτισμός καθώς και να προεκτείνουν τα συμφέροντά τους στα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας 2)στην εξέγερση των φιλο-οθωμανών αλβανών χωρικών του 1913 ενάντια στους σχεδιασμούς μιας πιθανής διαίρεσης, 3)στους βαλκανικούς πολέμους που αλβανοί στρατεύτηκαν με την πλευρά των Οθωμανών, 4)στο βορειοηπειρωτικό ζήτημα, δηλαδή στη βραχύβια αυτονομία και διεκδίκηση ένωσης με την Ελλάδα της Βορείου Ηπείρου, 5)στη σύγκρουση των φατριών που οδήγησε στη δικτατορία του βασιλιά Ζόγκου, 6)στο τσάμικο ζήτημα καθώς και 7)στην προσπάθεια των εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων αντίστασης κατά των δυνάμεων του Άξονα.
Από το 1944 μέχρι και το 1991 το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας κυβέρνησε τη χώρα ανάγοντας την ταξική πάλη ως υπέρτατο αγαθό. Μια χώρα με δυο βασικές φυλές που είχαν και τις αντίστοιχες γλώσσες, τα γκέγκικα και τα τόσκικα, και με την ελληνική στο νότο, με τέσσερις θρησκείες: ισλάμ, καθολικισμό, ορθοδοξία και μπεχτασί (έχοντας ήδη υιοθετήσει το λατινικό αλφάβητο μετά από μια διαβούλευση που συμπεριελάμβανε το ελληνικό και το αραβικό ως ανταγωνιστικά) ενώ το πολιτικό σύστημα επιδιώκοντας να εξαλείψει τις σοβαρές διαφορές συστηματοποίησε την ενιαία ‘’σοσιαλιστική’’ αλβανική συνείδηση. Μέχρι και τη ρήξη με το καθεστώς Χρουστσόφ ενισχύθηκε οικονομικά και τεχνολογικά από τη Σοβιετική Ένωση ενώ αργότερα ενισχύθηκε από την Κίνα του Μάο-Τσε-Τουνγκ. Μετά το θάνατο του Μάο η Αλβανία απομονώθηκε πλήρως ενώ μετά το θάνατο του Ενβέρ είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή πολιτική και οικονομική κατάρρευσή του. Ήταν ένα καθεστώς βασισμένο στην τρομοκρατία, στη δημιουργία εσωτερικών εχθρών και εξωτερικών κινδύνων, ιδιαιτέρως από την πλευρά της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας και με βάση τις ίσες σχεδόν αποστάσεις μεταξύ Δύσης και της, αργότερα, αναθεωρητικής Ανατολής. Οι περιουσίες των τσιφλικιών, των μουσουλμανικών και χριστιανικών βακουφίων δημεύτηκαν. Η Σιγκουρίμι, η οργάνωση ασφάλειας του καθεστώτος, ο στρατός, η αστυνομία και η κομματική αφρόκρεμα ήταν οι βασικοί πόλοι από τους οποίους το καθεστώς αντλούσε τη συνοχή του. Χιλιάδες αλβανοί και έλληνες φυλακίστηκαν με στημένες κατηγορίες, δεκάδες εκτελέστηκαν ως εχθροί του καθεστώτος ακόμα και υψηλά στελέχη του ΚΕΑ ενώ από το 1967 απαγορεύτηκε κάθε θρησκευτική λατρεία. Το 1976 απαγορεύτηκε η ιδιοκτησία σε παραγωγικές δραστηριότητες ακόμα και κάποιες οικιακές που υποχρεωτικά πέρασαν στους συνεταιρισμούς και στις κρατικές επιχειρήσεις. Κάθε εθνική και θρησκευτική εκδήλωση απαγορεύτηκε στο όνομα της ταξικής πάλης και η κοινωνία στρατιωτικοποιήθηκε στις δομές του καθεστώτος. Η σκληρή αντιμετώπιση των “θιγμένων” σε κάθε περίπτωση εναπόθετε την ευθύνη για την όποια εκδήλωση εχθρότητας κατά του καθεστώτος, στην οικογένεια, στη γειτονιά, στο χωριό, στην συνοικία, ενώ τα προτάγματα της παραγωγικότητας μείωναν ολοένα και περισσότερο τις δυνατότητες οικονομικής επιβίωσης, αφού οι επίσημοι αριθμοί για την παραγωγή ήταν αντίθετοι προς την πραγματικότητα.
Η κατάρρευση του καθεστώτος άνοιξε του ασκούς του Αιόλου το 1991 για όλα τα εθνικά και θρησκευτικά ζητήματα που είχαν σιγάσει, για το ζήτημα της κατάσχεσης των περιουσιών, για το ζήτημα μιας οικονομίας και τεχνολογίας εξαρτημένης από χώρες που είχαν καταρρεύσει, για το ζήτημα της μετάβασης στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η διάλυση του κράτους και το σταμάτημα κάθε παραγωγικής δραστηριότητας δεν δημιούργησε μια νέα συνοχή για μια νέα διαχείριση της πολιτικής και της οικονομίας αλλά μετέτρεψε εν μια νυκτί, όργανα του δικτατορικού καθεστώτος σε σωτήρες της δημοκρατίας της Αλβανίας και πωλητές της περιουσίας της. Τα αποτελέσματα της τρομοκρατίας εκ μέρους του καθεστώτος για μια επαναστατική συνοχή διαμέσου ταξικής πάλης ήταν ουσιαστικά η παραγωγική, πολιτική και κοινωνική διάλυση με φανερό δείγμα την εγκατάλειψη της χώρας. Εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες, σχεδόν η μισή Αλβανία πήρε το δρόμο της ξενιτιάς και της μετανάστευσης ενώ τα δυτικά κοράκια έπεσαν με τα μούτρα στις επενδύσεις και εξαγορά υποδομών και ανθρώπων. Προς την Ελλάδα, προς την Ιταλία αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, χιλιάδες αλβανοί ήταν τα φτηνά εργατικά χέρια στην οικοδομή, στη γεωργική και στη βιοτεχνική παραγωγή ενώ ένα πλήθος μάνατζερ ξεκίνησαν την δραστηριότητα τους στο αλβανικό έδαφος σε συνεργασία με τα πρώην στελέχη της δικτατορίας.
Το ενδιαφέρον των δυτικών δυνάμεων (ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΔΝΤ, ΠΤ) και της Τουρκίας ως τοπικής υπερδύναμης ξύπνησε στο πλαίσιο της στρατιωτικής νέας τάξης πραγμάτων, για την ένταξή της στην οικονομία της αγοράς και στον κοινοβουλευτισμό. Πρόθυμοι μηχανισμοί, κληρονόμοι νοοτροπιών του παλιού καθεστώτος, αποτέλεσαν το δυναμικό για τις μεταρρυθμίσεις που μέχρι και σήμερα λαμβάνουν χώρα στην Αλβανία. Έτσι από την έναρξη της μεταπολίτευσης ο δικομματισμός ως βασική αρχή έπαιξε τον πρώτο ρόλο στις διεργασίες μετάβασης από τη σοσιαλιστική δικτατορία την αστική δημοκρατία και μέχρι τώρα είναι αυτός που κυριαρχεί μεταξύ του Δημοκρατικού και του Σοσιαλιστικού κόμματος.
Το ΝΑΤΟ από στρατιωτικής άποψης και η ΕΕ-ΔΝΤ-ΠΤ από πολιτικής-οικονομικής άποψης ξεκίνησαν τις διαδικασίες ένταξης της Αλβανίας στη νομιμοποιημένη παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ και των δορυφόρων της. Η Τουρκία μέσω του Ισλάμ, με τον Ερμπακάν, το Γκιουλέν και τον Ερντογάν αργότερα, διείσδυσε ως στρατηγικός σύμμαχος μέσω μουσουλμανικών δικτύων, δανείων, στρατιωτικής βοήθειας και προώθησης οικονομικών δικτύων προϊόντων. Η Ελλάδα ως προπομπός της ΕΕ και μοναδική χώρα-μέλος της που συνόρευε με την Αλβανία ανέλαβε το ρόλο της διαμεσολάβησης για τη χρηματοδότηση και τις επενδύσεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο εθνικισμός βρήκε το κατάλληλο έδαφος για να αναπτυχθεί ως απόληξη των σχέσεων με τον ιμπεριαλισμό και εξουδετέρωσης κάθε δυνατότητας συνεργασίας. Έτσι ξύπνησαν, με τη μητέρα-Αλβανία ως βασική αναφορά του αλύτρωτου αλβανισμού κατ’ αρχάς ανεπίσημα, οι διεκδικήσεις στο Κόσοβο για του οποίου την τύχη μεριμνά η αμερικανική δύση στο πλαίσιο της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας, η διεκδίκηση στη δυτική ΠΓΔΜ ως ωστικό κύμα της δράσης του UCK όπου διαμένει μια μεγάλη αλβανική μειονότητα αναγνωρισμένη μετά τη συνθήκη της Οχρίδας, οι διεκδικήσεις στο Πρέζεβο της Σερβίας, οι διεκδικήσεις προς τη πλευρά της Ελλάδα όπως και για το τσάμικο ζήτημα. Η γεωγραφική διάσταση της διακήρυξης της Πρεζρένης βρίσκει σήμερα τους κατάλληλους θιασώτες της στους ίδιους τους εκπροσώπους τους πολιτικού συστήματος. Από την Κέρκυρα μέχρι το Κόσοβο και τη δυτική ΠΓΔΜ ο αλβανικός αλυτρωτισμός βρίσκει τους κατάλληλους συμμάχους του στη διαίρεση και στην αποσταθεροποίηση. Εδώ συνίσταται η βασική αντίφαση των Βαλκανίων: κάθε εθνικιστική ή μέσω της θρησκείας διεκδίκηση ωθείται έμμεσα ή άμεσα από τη Δύση, η οποία παράλληλα υπονομεύει την ύπαρξη μεγάλων και ισχυρών κρατών, έτσι ο κατακερματισμός των Βαλκανίων είναι ένα προβλεπόμενο γεγονός με βάση τις σημερινές συνθήκες συσχετισμού δυνάμεων.
Ο διαφαινόμενος και παραπέρα κατακερματισμός των Βαλκανίων σε μικρά προτεκτοράτα που διεκδικούνται αμφότερα βολεύει τόσο για την επέκταση της αγοράς όσο και για τη δημιουργία προκεχωρημένων φυλακίων του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας ή ευνοεί την “πίσω αυλή” της Τουρκίας. Ιδιαίτερα, σήμερα, σε έναν πολυπολικό κόσμο, κάθε προσπάθεια εκ μέρους των πολιτικών συστημάτων στις βαλκανικές χώρες αποβαίνει μοιραίο για τη δημιουργία συνθηκών ενός ‘’ήπιου’’ κλίματος. Για την Αλβανία πιο ειδικά η προσπάθεια ηγεμονικού ρόλου στα Βαλκάνια μέσω του ΝΑΤΟ που αφήνει κάθε υποψία αλυτρωτισμού να διαχέεται, σε μια εποχή που οι φορολογικές, ασφαλιστικές και εργασιακές μεταρρυθμίσεις έχουν σπρώξει σε ένα νέο απέλπιδο ρεύμα μετανάστευση προς τη Δύση έχουν λυγίσει την πραγματική οικονομία της χώρας και έχουν εξαντλήσει κάθε δυνατότητα επιβίωσης έστω και από τα μεταναστευτικά εμβάσματα, είναι καταστροφική. Σε αυτή τη φάση οι γέφυρες των δυο λαών που εν τούτοις περικλείουν στο εσωτερικό τους τους βλάχους, τους ρομά τους σλαβομακεδόνες, τους πομάκους, τους τούρκους, τους έλληνες αλλά και ένα πλήθος θρησκειών όπως τη χριστιανική, την μουσουλμανική, την μπεχτασί, την αλεβί μπορούν να παίξουν ένα ρόλο αναχαίτισης κάθε δυσαρμονίας. Η ελληνική μειονότητα και οι αλβανοί μετανάστες πρωτίστως, στην Ελλάδα μπορούν να γίνουν οι γέφυρές μας.

α)Ελληνοαλβανικές σχέσεις
Ο ελληνοαλβανικός ανταγωνισμός ξεκινάει από την εποχή των βαλκανικών πολέμων και παγιώνεται από την περίοδο της διεκδίκησης ενσωμάτωσης της Βορείου Ηπείρου από ντόπιες δυνάμεις του ελληνισμού στον αλβανικό νότο αφού με βάση το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας ο ελληνικός στρατός αποχώρησε. Η πολεμική προσπάθεια όμως των ελλήνων της Βορείου Ηπείρου έδωσε τη θέση της στην αναγνώριση της εθνικής ελληνικής μειονότητας με την υπογραφή του πρωτοκόλλου της Κέρκυρας. Από το 1914 μέχρι και την κήρυξη της αλβανικής ανεξαρτησίας στα 1921 όπου η περιοχή της Β. Ηπείρου επιδικάζεται στο αλβανικό κράτος, ο ελληνικός στρατός κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου μαζί με τις ντόπιες ένοπλες ομάδες την ίδια χρονιά καταλαμβάνει τα εδάφη της Β. Ηπείρου και κηρύσσει την ανεξαρτησία μέχρι το 1917. Το 1921 οριστικά κλείνει το ζήτημα και για τις δυο πλευρές μέχρι και σήμερα, υπακούοντας στη διάσκεψη των συμμάχων στο Παρίσι το 1921 για την οριστική μεθόριο και την αναγνώριση της ελληνικής μειονότητας.
Μέχρι και τον ελληνοϊταλικό πόλεμο στο έδαφος της ιστορικής Ηπείρου, το γνωστό ως “αλβανικό έπος”, μεταξύ σταθερότητας και αστάθειας γενικότερης και με ζητήματα όπως το μικρασιατικό και την ήττα της Μεγάλης Ιδέας ως επιγραμματική λήξη του Ανατολικού ζητήματος, οι σχέσεις επισκιάστηκαν από δυο σοβαρά ζητήματα: α)την παρεμπόδισης της ελληνικής μειονότητας στην ελληνική εκπαίδευση τη δεκαετία του ’30 δίπλα σε άλλους περιορισμούς από τη δικτατορία του Αχμέτ Ζόγκου, πρόβλημα που βελτιώθηκε με την παρέμβαση της Κοινωνίας των Εθνών το 1935. β)το τσάμικο ζήτημα που ξεκίνησε από τη μη αυστηρή εφαρμογή της συμφωνίας της Λωζάνης για την οριστική απομάκρυνση όλων των μουσουλμανικού θρησκεύματος κατοίκων συμπεριλαμβανομένων και των αλβανοτσάμηδων από την περιοχή της Θεσπρωτίας. Μέχρι και το 1926 όπου ανέλαβε ο δικτάτορας Πάγκαλος και γνωστός για την πολιτική επένδυσή του στις ελληνοαλβανικές σχέσεις υπήρξε μια αστάθεια τόσο διότι η ίδια η κοινότητα είχε διχαστεί με 5.000 επί συνόλου 15.000 να αναμένουν την αναχώρησή τους για την Τουρκία όσο και για την προσπάθεια της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων για την εγκατάσταση ελλήνων εκ Τουρκίας προσφύγων, στα εδάφη των αποχωρησάντων. Η συνέχεια και μέχρι το 1944 όπου οριστικά εκδιώχθηκε ή έφυγε το συντριπτικό τμήμα των αλβανοτσάμηδων από τις δυνάμεις του μοναρχοαγγλόφιλου στρατηγού Ζέρβα, μεταξύ εμπορικών συμφωνικών και πρωτοκόλλων και μιας σχετικής αποκατάστασης των σχέσεων κυριάρχησε στις τριβές το ζήτημα των αποζημιώσεων.
Μετά την επέμβαση της Ιταλίας και της κήρυξης του εδάφους της Αλβανίας ως προτεκτοράτου, το 1939. με την παράλληλη προετοιμασία της για την επίθεση από την ελληνική Ήπειρο, η Αλβανία ήταν σχετικά αμέτοχη αν εξαιρέσει κανείς την συγκυριακή συνεργασία πολιτικών παραγόντων και τις δυο μεραρχίες που συστάθηκαν για την αντιμετώπιση της αμυνόμενης Ελλάδας το 1940. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, της κατοχής και της αντίστασης κατά των δυνάμεων του Άξονα, ενώ ο ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ Αλβανίας συνεργάστηκαν με τη συμμετοχή των βορειοηπειρωτών που συγκρότησαν και μεικτά και ξεχωριστά τάγματα, στον τομέα της ελληνικής Ηπείρου όπου δρούσε ο δεξιός ΕΔΕΣ υπό την ηγεσία του Ζέρβα, στο σύνολό της η κοινότητα των Αλβανοτσάμηδων συνεργάστηκε με τους Ιταλούς και Γερμανούς κατακτητές. Από την περίοδο της ιταλικής κατοχής με την οποία συνεργάστηκε, η κοινότητα των τσάμηδων προχωρώντας σε διώξεις, απαλλοτριώσεις και τρομοκρατικές ενέργειες, μέχρι και το τέλος της κατοχής δημιούργησε επίσημα την τσάμικη διοίκηση με προγραμματικές συμφωνίες με τους γερμανούς. Η συστηματική εθνοκάθαρση, σφαγές που πραγματοποίησαν βρέθηκαν αντιμέτωπες με την αναχώρηση των γερμανών. Η εξ αντανακλάσεων εθνοκάθαρση που έγινε κατόπιν φυγής λόγων των αντιποίνων αλλά και οι διωγμοί που επακολούθησαν έφεραν και την οριστική απομάκρυνση των αλβανοτσάμηδων. Οι 2.000 περίπου δικογραφίες, σε ποσοστό 10-15% του συνόλου του πληθυσμού με κατηγορίες για ληστείες, αρπαγές, σφετερισμούς, απαγωγές, βιασμούς και δολοφονίες με πιο γνωστή αυτήν της Παραμυθιάς ήταν η κατάληξη. Στα 1952, γύρω στους 150 κατοίκους της Θεσπρωτίας καταγράφονται ως πιστοί μουσουλμανικού θρησκεύματος.
Από την μεταπολεμική περίοδο μέχρι το 1992 όπου η κομουνιστική δικτατορία καταρρέει, οι τριβές αφορούν τις ανεπίσημες δράσεις εκκλησιαστικών (με βασικό τον μητροπολίτη Φλωρίνης και Δρυινουπόλεως Καντιώτη) και πολιτικών παραγόντων και οργανώσεων για τους “400.000” “αδερφούς” βορειοηπειρώτες κυρίως από την κοινωνική δεξιά και την άκρα δεξιά. Τόσο για το επίσημο πολιτικό σύστημα όσο και για την αριστερά το ζήτημα έχει κλείσει οριστικά παρόλο που από πλευράς πολιτικού συστήματος το εμπόλεμο παίζει ένα κραταιό ρόλο στην πολιτική απομόνωση της Αλβανίας ενώ για την αριστερά κυριαρχεί το κυπριακό μέχρι την κήρυξη της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Το 1971 ξεκινούν οι ελληνοαλβανικές σχέσεις με την ίδρυση ελληνικού προξενείου στα Τίρανα και του αντίστοιχου αλβανικού στην Αθήνα και συνάπτονται οι πρώτες εμπορικές σχέσεις. Το 1985 σηματοδοτείται από την πιθανή άρση του εμπολέμου που υποσχέθηκε ο υπουργός Παπούλιας η οποία όμως δεν ψηφίστηκε στο κοινοβούλιο, άλλαξε όμως τις σχέσεις των δυο χωρών προς το καλύτερο ενώ ωθήθηκαν οι πολιτιστικές ανταλλαγές.
Το 1991 ήταν ορόσημο αφού η κατάρρευση του αλβανικού κράτους έδωσε τη θέση του στους εθνοσωτήρες νέους διαδόχους του δικτατορικού καθεστώτος. Η όξυνση των ελληνοαλβανικών σχέσεων ξεκίνησε με την υπόθεση της δίκης των Τιράνων εναντίον στελεχών της μειονότητας με κατηγορίες για κατασκοπεία ενώ ως αντίβαρο ξεκίνησαν στην Αθήνα και στις άλλες πόλεις οι “σκούπες” εναντίον αλβανών. Στα σύνορα οι συνοριοφύλακες καταγγέλλονται για πολλούς βασανισμούς, βιασμούς, δολοφονίες αλλά και άλλες εγκληματικές πράξεις (κλοπές, ξυλοδαρμοί, εξευτελισμοί) ενώ όπλα “εκπυρσοκροτούσαν” όταν επρόκειτο για αλβανούς καταδιωκόμενους. Από την περίοδο εκείνη ένας καθοδηγημένος από τα ΜΜΕ εσμός ταύτισε τον αλβανό με τον εγκληματία και τα πρώτα κρούσματα ρατσισμού έκαναν την εμφάνισή τους. Εκείνη την περίοδο το βορειοηπειρωτικό ζήτημα ξαναβρέθηκε στο ζενίθ διαμέσου μητρόπολης Δρυινουπόλεως και Αυγουστίνου Καντιώτη και επανασυστάθηκαν οργανώσεις που είχαν υποβαθμιστεί στο παρελθόν περιοριζόμενες στην ανάδειξη περιπτώσεων φυγάδων από την αλβανική μεθόριο προς την Ελλάδα. Σε αυτήν την περίοδο, το 1994, η αλβανική Βουλή συμμερίζεται την άποψη των τσάμικων κομμάτων και ψηφίζει την 27η Ιουλίου ως ημέρα “γενοκτονίας των τσάμηδων”. Μέσα σε αυτήν την κατάσταση προέκυψε μέσω της συνεργασίας τυχοδιωκτών ελλήνων εθνικιστών με υπηρεσίες η οργάνωση ΜΑΒΗ 2 η οποία προέβη σε μια εγκληματική ενέργεια της δολοφονίας 2 αλβανών στρατιωτών στο φυλάκιο της Επισκοπής της περιοχής Ρίζα και της κλοπής του οπλισμού του. Με ακροδεξιά υπεράσπιση μετά τις συλλήψεις, στο δικαστήριο, κατηγορούμενοι εξ Αθηνών έπεσαν στα μαλακά.
Την περίοδο Σημίτη εξομαλύνθηκαν οι διαδικασίες νομιμοποίησης των μεταναστών στο πλαίσιο των επιλογών του γεωργικού, βιομηχανικού και οικοδομικού τομέα να τους χρησιμοποιήσει ως καύσιμο φτηνή ύλη. Όμως το εισόδημα που με κόπο μάζευαν οι αλβανοί μετανάστες εξανεμίστηκε από τις παρατράπεζες το 1997 που στήθηκαν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα με την ευθύνη της κυβέρνησης Μπερίσα. Τα γεγονότα που προέκυψαν στη συνέχεια ήταν η τραγική ταφόπλακα που αποδιοργάνωσε όλη τη χώρα καθώς ένας αριθμός όπλων με καθοδήγηση πρώην στελεχών του καθεστώτος πέρασε στα χέρια του κόσμου ενώ ένας άλλος ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός προωθήθηκε προς τη μεριά του Κοσόβου για τη στρατολόγηση στον UCK που ήδη είχε ξεκινήσει προσπάθειες για την ανεξαρτησία της περιοχής.
Αντίθετα, στην Ελλάδα ξεκινούσε μια περίοδος άνθισης της παρασιτικής οικονομίας των μεγάλων έργων και των επιδοτήσεων μέχρι και το 2004 που είναι το έτος όπου πραγματοποιήθηκε η Ολυμπιάδα. Είναι η περίοδος όπου μέρος του «ευρωπαϊκού» χρήματος προωθείται και προς τις λαϊκές τάξεις σε μια οικονομία προσανατολισμένη καθαρά στον εξαρτημένο τριτογενή τομέα. Εκείνη την εποχή ξεκινούν τα προπλάσματα των αντιρατσιστικών οργανώσεων στην Ελλάδα που όμως εστιάζοντας σε μια δευτερογενή λειτουργία αντιμετώπισης των φασιστικών κρουσμάτων που είχαν αρχίσει να πληθαίνουν δεν μπόρεσαν μέχρι και σήμερα α)να είναι ουσιαστικά αλληλέγγυα προς τους μετανάστες και εντάξουν ένα σοβαρό αριθμό ξένων στον αγώνα και β)να γίνουν αποδεκτά από τις ντόπιες λαϊκές μάζες τις οποίες υποτίμησαν όσο τίποτε άλλο. Το 2004 ήταν σταθμός με αφορμή το ποδοσφαιρικό ματς Ελλάδας-Αλβανίας όπου σε ένα κρεσέντο ρατσισμού και τη σοβαρή βοήθεια της “γαλάζιας στρατιάς” όργανο οπαδών της Χρυσής Αβγής διαδραματίστηκαν σοβαρά γεγονότα που έφτασαν σε άμεση επίθεση στους δρόμους με εκατοντάδες αλβανούς τραυματίες και έναν νεκρό αλβανό μετανάστη. Σημαντικό ρόλο εκείνη την περίοδο έπαιξε το φόρουμ αλβανών μεταναστών το οποίο ως πολιτιστικός προορισμός επιδίωξε να παίξει και το ρόλο της γέφυρας και με τις δυο πλευρές σε μια περίοδο που το γιουγκοσλαβικό δράμα εκτίναξε στα ύψη τις εθνικιστικές τους αναφορές. Από τη μια πλευρά η υπεράσπισης της Σερβίας ως «ομόδοξης» και από την άλλη πλευρά η ενίσχυση των κοσοβάρων αλβανών εθνικιστών του UCK.
Από το 2005 μέχρι και το 2013 η κυβέρνηση Μπερίσα σε ένα βαθμό, ως μέρος ενός απόλυτα διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος, επιδίωξε τις καλές σχέσεις με την Ελλάδα καθότι ζούσε ένας μεγάλος αριθμός μεταναστών ενώ παράλληλα στο πολιτικό σύστημα εντάχθηκαν έλληνες της μειονότητας οι οποίοι θεώρησαν αφερέγγυο το κόμμα ΚΕΑΔ που εκπροσωπεί την οργάνωση “Ομόνοια”. Μάλιστα υπήρξε συμφωνία για την ελληνοαλβανική ΑΟΖ το 2010. Την περίοδο αυτή αναπτύχθηκε η οργάνωση “ερυθρόμαυρη συμμαχία” από τον Σπαχίου η οποία έθεσε το ζήτημα της “Μεγάλη Αλβανίας” προκαλώντας επεισόδια σε μνημόσυνα για τους πεσόντες στο “αλβανικό μέτωπο” του 40 καθώς και άλλες δράσεις στα σύνορα και σε αστικά κέντρα της Αλβανίας.
Από το 2013 και μετά, το καθεστώς Έντι Ράμα αναδιοργανώνοντας σε επίπεδο στελεχών το Σοσιαλιστικό Κόμμα είχε μια σαρωτική νίκη και προώθησε την προσωπική του “φρουρά” εκπαιδευμένη απ’ το ίδρυμα Σόρος των Τιράνων. Σήμα κατατεθέν ήταν τα έκτροπα στο ποδοσφαιρικό ματς Σερβίας-Αλβανίας, όπου διεθνώς, το πολιτικό σύστημα της Αλβανίας εξέπεμψε τις μεγαλοϊδεατικές του ανησυχίες. Από την περίοδο αυτή ξεκίνησαν έντονα οι τριβές με την Ελλάδα στο πεδίο α) αμφισβήτησης της ελληνοαλβανικής ΑΟΖ αφού θεωρούνται μηδενικής σημασίας τα Διαπόντια νησιά της Κέρκυρας κατά το πρότυπο των “γκρίζων ζωνών” στο Αιγαίο β)διεκδίκησης αποζημιώσεων για τις περιουσίες των τσάμηδων ή επανεγκατάστασης των απογόνων τους γ)τριβές με την ελληνική μειονότητα και ιδιαίτερα στην αμφισβητούμενη περιοχή της Χιμάρας όπου διαμένουν έλληνες. Το 2010 πραγματοποιήθηκε δολοφονική ενέργεια σε έλληνα κάτοικο της περιοχής της Χιμάρας και για μια περίοδο την είχε μετατρέψει σε προνομιακό χώρο δράσης της. Το γεγονός της αμφισβήτησης 123 περιουσιών και της προκήρυξης ενοικίασης τους με εξευτελιστικό ποσό έδωσε ένα νέο τόνο στις ελληνοαλβανικές τριβές. Η περίοδος τέλος, διακρίνεται από την αμηχανία στην οποία έχουν περιπέσει οι αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα οι οποίοι αδυνατούν από τη μια να επιβιώσουν λόγω της ελλαδικής κρίσης κι από την άλλη αδυνατούν να ζήσουν στη χώρα τους καθότι οι φορολογικές, εργασιακές και ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις δημιουργούν στην αλβανική οικογένεια ένα δυσβάστακτο βάρος. Ένα μεγάλο ρεύμα μεταναστών ήδη εγκαταλείπει ή έχει την πρόθεση εκ νέου να εγκαταλείψει τη χώρα προς τις χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης συναντώντας σοβαρά εμπόδια.
Η περίοδος αυτή είναι κρίσιμη για τις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Από τη μια πλευρά το ελληνικό προτεκτοράτο δεν μπορεί να δώσει λύσει στις τριβές οι οποίες διογκώνονται ενώ από την άλλη πλευρά η ενίσχυση της Αλβανίας από τις ΗΠΑ-ΝΑΤΟ και την Τουρκία οξύνουν τις βαλκανικές αντιφάσεις. Είναι ολοφάνερο ότι το πολιτικό σύστημα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και της ανάθεσης στα θεμέλια του έθνους-κράτους ή της παγκοσμιοποίησης όχι μόνο αδυνατεί να δώσει λύσεις αλλά περιπλέκει ακόμα περισσότερο τους δυο λαούς στη δίνη μιας άγονης σύγκρουσης. Η όξυνση είτε από την πλευρά ενός ακροδεξιού κοινωνικού σώματος που θα δώσει λύσεις από τη μια και η σκλήρυνση του πολιτικού συστήματος από την άλλη προς τη “μεγάλη ιδέα”, ωθεί σε ένα αδιέξοδο που συμβάλει στην διαιώνιση της βαλκανικής σύγκρουσης. Το ηφαίστειο του Αίμου σε κάθε περίπτωση και σε σχέση με τα γεγονότα στην ευρύτερη περιοχή έχει κάθε δυνατότητα να παρασύρει χιλιάδες ανθρώπους στο δρόμο της άμεσης ή της έμμεσης σύγκρουσης.

β)Ελληνοαλβανικές γέφυρες
Οι δυο λαοί έχουν να αφηγηθούν ένα κοινό παρελθόν. Μέχρι και τους βαλκανικούς πολέμους αυτό που αποτελούσε σημείο εχθρότητας δεν ήταν άλλο από το φαινόμενο των μισητών ατάκτων μουσουλμάνων τουρκαλβανών που η Οθωμανική αυτοκρατορία τους χρησιμοποίησε ως μισθοφόρους στρατιώτες και συνοδούς φοροεισπρακτόρων. Η ενδιάμεση γέφυρα του αλβανικού νότου ήταν αυτή που εξισορροπούσε τις διαφορές. Η κοινή ορθόδοξη θρησκεία, το εμπόριο, η πνευματική κίνηση και τα γράμματα, η ελληνική γλώσσα, οι κοινές γιορτές και η λαϊκή δημιουργία που περνούσε από κοινότητα σε κοινότητα, η οικονομική ανάπτυξη σε εποχές σταθερότητας, η ενδιάμεση θρησκεία των μπεχτασί-αλεβί, ήταν μάλλον η ισχυρή συνθήκη συνύπαρξης κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Αυτό είναι το παρελθόν που δημιούργησε έναν κοινοτισμό και συνθήκες συνεργασίας ακόμα και συνεταιρισμού. Ήταν ένας, όμως, νόθος κοινοτισμός αφού εμπεριείχε την ανισότητα στις σχέσεις ανδρών και γυναικών, την ανισοκατανομή του πλούτου και τα προνόμια των προυχόντων που εξασφάλιζαν τη συνοχή στο εσωτερικό της κοινότητας, ήταν ένας αναγκαίος κοινοτισμός χωρίς προοπτική. Επίσης οι ίδιες οι κοινότητες δεν μπορούσαν να είναι εξασφαλισμένες αφού ήταν στο έλεος των τοπικών πασάδων και της αυθαιρεσίας τους, ήταν στο έλεος των τουρκαλβανικών συμμοριών ενώ κάθε προσπάθεια παραγωγικότητας υπονομευόταν τόσο από την αποικιοκρατική Δύση που χρησιμοποιούσε τα Βαλκάνια για απομύζηση πρώτων υλών όσο και από τις οθωμανικές αρχές οι οποίες ως πολιτικοστρατιωτική γραφειοκρατία ζούσαν εις βάρος των ραγιάδων, υποταγμένες στη δυτική οικονομική πολιτική.
Η κίνηση των πληθυσμών προς την εθνική ομοιογένεια προκείμενου να αντισταθούν και να απελευθερωθούν από την πολλαπλή καταπίεση, δεν βρήκε έδαφος σε μια συνεργασία των εθνοτήτων και των τάξεων που ήταν καταπιεσμένες από το οθωμανικό καθεστώς, σύμφωνα με το πρόταγμα του Ρήγα. Από την πρώτη στιγμή η αντίσταση και η απελευθερωτική κίνηση βρήκε αρωγό και υπονομευτή τις ξένες δυνάμεις που επιθυμούσαν τη συνέχιση της αποικιοκρατικής δραστηριότητας και της εξεύρεσης των νέων ισορροπιών με την Οθωμανική αυτοκρατορία και τις νέες χώρες που οι ίδιες ήταν ανταγωνιστικές μεταξύ τους και σε κάποιες φάσεις και εχθρικά διακείμενες. Η επιρροή προς τις νέες χώρες ή τα απελευθερωτικά κινήματα ήταν το να επιβάλουν τα πολιτικά τους μοντέλα ή να ενισχύσουν τέτοια που ήταν βολικά για να επεκτείνουν στο βαλκανικό έδαφος τις επιχειρήσεις, το πολιτισμικό τους μοντέλο και την επιρροή τους με στόχο να επεκτείνουν την κυριαρχία τους, εδαφικά, πολιτικά και οικονομικά κι αργότερα πιο ειδικά προς τη Μέση Ανατολή. Έτσι, οι ντόπιες άρχουσες τάξεις συνήθως διαιρεμένες στο εσωτερικό τους σε φατρίες-κομματικούς μηχανισμούς εφάρμοζαν λίγο ως πολύ ένα αυταρχικό μοντέλο εθνικής συνοχής που οξυνόταν είτε από τις αλυτρωτικές διαθέσεις απελευθέρωσης των ομοεθνών τους είτε από τις παράλληλες διεκδικήσεις άλλων εθνών, εφόσον ο διεθνής σχεδιασμός βασίστηκε στην ύπαρξη μειονοτήτων σε κάθε νέα χώρα. Η διαχείριση της φτώχειας λίγο ως πολύ ακολούθησε μια διεργασία που στηρίχθηκε στον επαχθή δανεισμό που προϋπέθετε την εξάρτηση έως αποικιοποίηση των κοινωνιών. Το αδιέξοδο οδηγούσε σε πολέμους από τους οποίους επωφελήθηκαν οι κυρίαρχες δυνάμεις και οι ντόπιοι σύμμαχοί τους. Όμως και η κομμουνιστική αντίληψη παρ’ όλο που έθεσε την ταξική συμμαχία αλλοεθνών δεν καρποφόρησε: α)ως αδύναμη υποχώρησε μπροστά στις εθνογραφικές αλλοιώσεις που πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες περιοχές με τις συνθήκες που προέβλεπαν μετακινήσεις πληθυσμών β)αλληθώρισε κάτω από το βάρος των ιδιαίτερων επιδιώξεων από την πλευρά των Σοβιετικών στο πλαίσιο της αλλαγής συσχετισμών ισχύος με αποτέλεσμα βαρύτατες επιπτώσεις στο ίδιο το κομουνιστικό κίνημα (Μακεδονικό ζήτημα, αποτυχημένες εξεγέρσεις όπως στη Βουλγαρία κλπ.) απαιτώντας ανέφικτους στόχους γ)δημιούργησε ένα προηγούμενο ενός ανεπανάληπτου αυταρχικού κρατικού μοντέλου, με καταστροφικές συνέπειες στην οικονομία και στην κοινωνία.
Σήμερα που οι βαλκανικές χώρες 25 χρόνια μετά την κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων τους βρίσκονται στην αδιέξοδη δίνη του εθνικισμού, του ισλαμοφασισμού, της προσκόλλησης στο παρελθόν, της αγκίστρωσης από τη Δύση και την Τουρκία, της οικονομικής και πολιτισμικής φτώχειας, της διάλυσης των κοινωνικών συνοχών, έχοντας δοκιμάσει τα πρώιμα και μεταγενέστερα αποικιοκρατικά μοντέλα, τα σοσιαλιστικά μοντέλα, εμείς, έχουμε τη δυνατότητα μπροστά σε μια συνολική καταστροφή των κοινωνιών μας μπροστά στα μάτια μας να αφουγκραστούμε από τα λάθη μας και να δοκιμάσουμε πάνω στις επιβιώσεις συνεργασίας και λογικής που έχουν απομείνει στις περιοχές μας. Κάθε προσπάθεια που θα επιδιώξει να υποτάξει την πραγματικότητα στους νόμους της ιδεολογίας είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
Φύση-Περιβάλλον
Τα βουνά, τα ποτάμια, οι λίμνες, τα λιβάδια, η θάλασσα είναι αυτά που ενώνουν εκεί που τα σύνορα χωρίζουν. Οι κοινές οικο-τουριστικές προσπάθειες στις συνοριακές ζώνες είναι αυτές που μέσω των αληθινών πολιτιστικών ανταλλαγών θα δημιουργήσουν σχέσεις γνωριμίας, συνεργασίας. Περιπατητικές δράσεις, ορειβασία, διαμόρφωση οικολογικών υποδομών για τις ένθεν και ένθεν επισκέψεις, κοινοί χάρτες. Οι Φιλιάτες, η Μουργκάνα, ο Γράμμος, ο Δρύνος, ο Αώος, η Πρέσπα, το στενό της Κέρκυρας-Εξαμιλίου είναι οι κοινές μας διαδρομές στο χώμα και στο νερό. Οι παλιές διαδρομές των εμπόρων, των γυρολόγων, των μεταναστών, τα χωριά που καταστράφηκαν ή και διαιρέθηκαν από τα σύνορα, είναι ο χώρος που εκ νέου θα ανακαλύψουμε έλληνες και αλβανοί. Οι μεικτές διασυνοριακές οργανωμένες περιοδείες είναι ένα δείγμα που μπορεί να αναπτυχθεί σμίγοντας εμπειρίες, συνήθειες, ανθρώπους.
Σήμερα το έδαφος, ο αέρας, το νερό, το ανθρώπινο σώμα, η φύση ολόκληρη, τα ζώα, απειλούνται από την καπιταλιστική ανάπτυξη. Εργοστάσια που ρυπαίνουν, ελλείψεις υποδομών και νέες συνήθειες που δημιουργούν σκουπιδότοπους. Οι οικολογικές δράσεις για τη σωτηρία του περιβάλλοντος και των ανθρώπων του, με την προβολή μικρών αποκεντρωμένων παραγωγικών δραστηριοτήτων και τεχνολογικών εφαρμογών, οι κοινές προσπάθειες ανακύκλωσης και διαχείρισης των βιότοπων μπορεί να σμίξει τους ανθρώπους των συνόρων. Οι ανταλλαγές τους, οι συχνές επισκέψεις νομιμοποιούν τη δυνατότητα συμβουλίων.
Πίστη
Η Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας αποτελεί εκ των πραγμάτων γέφυρα πιστών από διαφορετικές εθνότητες: έλληνες, αλβανοί, βλάχοι, αλβανομακεδόνες, ρομά. Ζουν όμως μια ανεκπλήρωτη συνοχή αφού η ιεραρχία της Εκκλησίας είναι αυτή που λειτουργεί πρωτίστως υποβαθμίζοντας την κοινότητα των πιστών σε ανενεργούς πολίτες. Παρ’ όλο που η πίστη ενώνει αυτό μένει σε ένα επίπεδο μιας στατικής ταυτότητας που υποκλίνεται σαφώς στην ιεραρχία και στα προνόμια. Η απαίτηση για τη νομή της μοναστηριακής-εκκλησιαστικής περιουσίας για παραγωγικούς και άλλους οικονομικούς λόγους, η δημιουργία δομών δωρεάν υγείας και περίθαλψης, η χρηματοδότηση από τα ενοριακά παγκάρια για προσπάθειες συνεργατικές είναι μια διαδικασία που μπορεί να θέσει σε κίνηση για την εξέλιξη αυτής της ορθόδοξης ταυτότητας. Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ορθοδοξίας όπως και η οικονομική λειτουργία μπορεί να τεθεί από τις ίδιες τις ενορίες με ανθρώπους που θα δημιουργήσουν επιτροπές για όλα αυτά τα ζητήματα που εστιάζουν στον κοινωνικό πυρήνα του χριστιανισμού. Εξ’ άλλου επειδή η Ορθοδοξία μόλο που έχει καταδικάσει επίσημα τον εθνοφυλετισμό από το 1872 σηματοδοτεί σε μεγάλο βαθμό ιστορικά την ελληνική ταυτότητα. Ο εθνοτικός πλουραλισμός, μπορεί να ωθήσει τις εθνικές ταυτότητες σε άλλες κατευθύνσεις.
Από την άλλη, ο μπεκτασισμός, μια ενδιαφέρουσα πίστη κράμα θρησκειών με στοιχεία φιλοσοφίας και μάλιστα χωρίς πολλές εθιμοτυπικές διεργασίες αποτελεί μια ήδη γέφυρα ανθρώπων που προωθεί το διάλογο και την ανεξιθρησκεία ιδιαίτερα σε μια περίοδο που ο φανατισμός αποκτά ιδιαίτερα επικίνδυνες διαστάσεις. Ο αλβανικός νότος με τις δυο βασικές θρησκείες (στο Βορά έχει μεγάλη επίδραση ο καθολικισμός) αποτελεί δείγμα θρησκευτικής ανοχής με πρότυπο το Αργυρόκαστρο. Από την ελλαδική πλευρά και την αλβανική πλευρά μπορούν να προκύψουν δημοκρατικά συμβούλια διαλόγου, ιστορικών συναντήσεων, ένθεν και ένθεν, για μια καλύτερη διευθέτηση των διαφορών και την αποτελεσματική αντίσταση απέναντι στο θρησκευτικό φανατισμό που καλλιεργεί και τις εθνικιστικές διαφορές.
Σύνορα-Γέφυρες
Μεγάλη σημασία αποκτά η περίπτωση των τσάμηδων της Κονίσπολης, Αγίων Σαράντα και Φίερι που έχει γίνει βασικό σημείο τριβής μεταξύ Ελλάδας-Αλβανίας. Οι συναντήσεις με αντικείμενο την Ιστορία είναι ένας βασικός πόλος ο οποίος αδρανοποιεί εν δυνάμει την ένταση από τη μια για τις αθλιότητες των τσάμηδων κι από την άλλη για το διωγμό των τσάμηδων. Πρόκειται για την πιο δύσκολη περίπτωση ειδικά αυτήν την περίοδο που το ζήτημα αποτελεί μια από τις κόκκινες γραμμές που ήδη έχουν διαμορφωθεί. Σ’ αυτήν την περίσταση ένα διεθνικό ιστορικό ξεκαθάρισμα είναι μια αρχή για να φανούν όσο το δυνατόν τα λάθη και τα εγκλήματα που συνέβησαν στην ευρύτερη περιοχή. Σε αυτό θα βοηθήσουν αλβανοί μετανάστες με καταγωγή από την περιοχή που διαμένουν οι τσάμηδες καθώς και καλής προαίρεσης άνθρωποι που από τις δυο μεριές θα ενδυναμώσουν τη φωνή τους που τώρα πνίγεται. Όσο αφήνεται η κατάσταση στη Χρυσή Αβγή και στο PDIU ή στους πολεμιστές της σημαίας να “λύσουν” το πρόβλημα η κατάσταση θα επιδεινώνεται. Αγωνιστές από τις περιοχές της Θεσπρωτίας, των Ιωαννίνων, της Καστοριάς και της Φλώρινας που συνορεύουν με την Αλβανία μπορούν να επικοινωνούν με στόχο κοινές συναντήσεις και διοργανώσεις εκδηλώσεων και γιορτών, εμπορικών πανηγύρεων και ανταλλαγών της καθημερινότητάς τους. Η αδιάλειπτη συνέχεια χωριών που κόπηκαν από τα σύνορα είναι μια πρώτης τάξεως απαίτηση για την καθημερινή τους λειτουργία: μια κοινή γιορτή, ένα μνημόσυνο, ένας γάμος, μια εκδρομή. Η δημιουργία περισσότερων δυνατοτήτων νόμιμης πρόσβασης σημαίνει και τη διασπορά των εισόδων που θα εξυπηρετούν άμεσα τους κατοίκους που διαμένουν και στις δυο χώρες.
Τέχνη-Πολιτισμός-Γράμματα
Προσπάθειες που αποσκοπούν σε μια κοινή όσο το δυνατόν έκφραση της πνευματικής δραστηριότητας είναι ικανές να δημιουργήσουν κοινούς κόσμους. Κοινές εκδοτικές προσπάθειες λογοτεχνίας, μεταφράσεις κλασικών έργων, εκδόσεις γνωριμίας του άλλου, μπορούν να κάνουν το βιβλίο έναν ορίζοντα που ξεπερνάει τα σύνορα. Οι κοινοί ιστορικοί τόποι, του ελληνισμού από το Βουθρωτό και την Αντιγονέα του Νότου μέχρι την Απολλωνία στο Φίερι είναι μια αρχή για την αποκάλυψη της συνέχειας σε όλες τις περιόδους. Η ιστορία είναι η κοινή δυνατότητά μας να δούμε εκ νέου τις ταυτότητές μας εκτρέποντάς τες σε αλλαγές μέσα από μια δυναμική ανακαλύψεων της βαθιάς και τραγικής ουσίας του ανθρώπου. Οι συγκρουόμενες αφηγήσεις οφείλουν να έρθουν δίπλα-δίπλα σε μια νέα σύνθεση πριν αυτές μετατραπούν σε εθνικές χίμαιρες που θα μας καταπιούν. Το κλαρίνο, το ντέφι, το ακορντεόν, οι κοινές μελωδίες του νότου, τα κοινά πολυφωνικά της Ηπείρου και της Λιαμπουριάς, οι κοινοί στίχοι στα ελληνικά και στα αλβανικά, οι οργανοπαίχτες που έχουν αναφορές από χριστιανικές και μουσουλμανικές γιορτές, γάμους, βαφτίσια, κουρμπάνια, ραμαζάνια κλπ. είναι ο απαραίτητος κρίκος. Μετανάστες και ντόπιοι στην Ελλάδα, έλληνες και αλβανοί στον Αλβανικό Νότο μπορούν να συναντώνται σε κοινές γιορτές. Μια νέα φιλοσοφία και κοινωνιολογία μπορεί σταδιακά να παίρνει τη θέση των παλιών χωριστικών αφηγημάτων. Έτσι, κοινές και δίγλωσσες εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία μπορούν να κυκλοφορούν από εμάς στις δυο χώρες, έτσι που να αποκτά διαρκώς νόημα αυτή η επικοινωνία που γίνεται σχέση. Εξ’ άλλου τα κοινά προγράμματα των πανεπιστημίων, οι κοινές δράσεις επιστημόνων πρέπει να στηριχθούν και τα πορίσματα ή οι προσπάθειες τους να γίνονται όλο και πιο γνωστές. Η αρχαιολογία, η κοινωνική ανθρωπολογία, η ιστορία, η διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς όλων των περιόδων τη ιστορίας, η οικονομία είναι πεδία κοινής έρευνας. Οι φοιτητές των πανεπιστημίων και των σχολών από την ελληνική Ήπειρο θα μπορούσαν να δημιουργήσουν δεσμούς με τους φοιτητές των πανεπιστημίων Αργυροκάστρου και Κορυτσάς.
Παραγωγή
Τόσο από την πλευρά της Ελλάδας όσο και από την πλευρά της Αλβανίας τα ζητήματα της παραγωγής έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Οι κάμποι της Δερόπολης, του Βούρκου, της Λιντζουριάς όπου βρίσκονται στα σύνορα και οι οποίοι έχουν παραμεληθεί λόγω της μετανάστευσης αλλά και του προσανατολισμού που πήρε ή χώρα μετά τη μεταπολίτευση, οι καλλιεργήσιμες περιοχές της Ηπείρου αποκτούν ένα νέο νόημα την περίοδο που αναζητάται στην Ελλάδα ένα πρότυπο ενδογενούς παραγωγικής ανασυγκρότησης. Ανταλλαγές εμπειριών τόσο για την καταστροφή του συνεταιριστικού κινήματος όσο και για τη ζημιά την οποία διέπραξαν οι κοπερατίβες της εποχής Χότζα, προσπάθειες παραγωγής, κατευθύνσεις στην παραγωγή, προσπάθεια δημιουργίας παραγωγικών δικτύων, κοινών εκδηλώσεων και παζαριών προϊόντων, είναι δυνατότητες που ανοίγουν το πεδίο της συνεργασίας για την γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιεία. Εξ’ άλλου ο κοινός ορίζοντας της βιοτεχνίας και οικοτεχνίας, τα υφαντά, η μεταποίηση των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, οι μικρές-μεικτές προσπάθειες σε μια περίοδο που και στις δυο χώρες η ανεργία, η υποβάθμιση του μεροκάματου, η μετανάστευση “χτυπάνε κόκκινο” μπορούν να αναδείξουν πρότυπα συνεργασίας, παραγωγής και επιβίωσης. Τέλος οι κοινές προσπάθειες οικο-τουριστικής αξιοποίησης των περιοχών μπορούν να δώσουν ένα νέο νόημα στις έτσι κι αλλιώς ανταλλαγές που υπάρχουν αυτήν την περίοδο από τις δυο πλευρές των συνόρων.
Κοινός ταξικός πόλεμος
Κοινά συνδικάτα ή σωματεία βάσης θα μπορούσαν να ξεκινήσουν έχοντας οργανικές διαδικασίες για την κήρυξη κοινών απεργιών και στις δυο χώρες, για τη διεκδίκηση εργασιακών δικαιωμάτων και στις δυο χώρες που καταπατούνται και από τα δυο κράτη. Τόσο οι αλβανοί μετανάστες όσο και οι βορειοηπειρώτες πρέπει να έχουν σε κάθε χώρα την κοινή εργατική εστία που χωράει όλους. Έχουν κοινούς εχθρούς: το ΔΝΤ, τις υπόδουλες κυβερνήσεις τους, τους επιχειρηματίες που κερδίζουν από το αίμα τους.
Ενέργεια-Οικολογία
Οφείλουμε να εναντιωθούμε απέναντι στη μεθόδευση να γίνει η Ήπειρος Τέξας και το Ιόνιο ένα σουρωτήρι με τρύπες για να συνεχιστεί το καπιταλιστικό καταναλωτικό και αδηφάγο μοντέλο. Η οικολογική καταστροφή πρέπει να ενώσει τους δυο λαούς ενάντια στις πολυεθνικές εταιρίες και τους κρατικούς υπαλλήλους-κυβερνήσεις των δυο χωρών. Την ίδια εποχή που περνάμε, οι κλιματικές αλλαγές έχουν δημιουργήσει καιρικά φαινόμενα και έχουν ευνοήσει καταστροφές που –τι ειρωνία!- καταστρέφουν τις φτωχές μας χώρες. Πλημμύρες, φωτιές και στις δυο χώρες είναι αφορμές να δούμε το πώς καταστρέφονται οι πατρίδες μας όταν τις αφήνουμε έρμαιο στα χέρια των κυβερνήσεών μας.
Αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα-ελληνική μειονότητα στην Αλβανία-ντόπιοι και ξένοι
Οι ανεκπλήρωτες προσπάθειες του φόρουμ αλβανών μεταναστών σε μια νέα συνθήκη αναζητήσεων μπορούν να τεθούν εκ νέου γενικά αλλά και πιο ειδικά στις περιοχές των συνόρων με την Αλβανία. Όλα τα ζητήματα που έχουν τεθεί και πλέον ξεπερνούν τη συνήθη αντιρατσιστική φιλολογία ή θα τεθούν συνολικά από τους “είμαστ’ όλοι ντόπιοι” αλβανούς μετανάστες και από τους “είμαστ’ έλληνες” της μειονότητας ή θα πάμε κατά διαόλου. Τόσο η γνωστή ανίκανη πολιτική συνθήκη της Ελλάδας όσο και η διεφθαρμένη πεπατημένη των κομμάτων δεν αφήνουν κανένα περιθώριο διεξόδου. Η πολιτική λύση βρίσκεται στις προσπάθειες για την προώθηση της δημοκρατικής αυτονομίας και του συνομοσπονδισμού που ξεπερνάει τα σύνορα και δημιουργεί συνθήκες δημοκρατίας, ειρήνευσης των διαφορών και συνεργασίας στην οικονομία, στον πολιτισμό, στην οικολογία. Η καλύτερη γνώση των ζητημάτων δεν περνάει μέσα από τα γυαλιά της ιδεολογίας και της μυωπικής της προσέγγισης ούτε οι εντάσεις εξορκίζονται στο όνομά της. Οι διαφορές, οι πληγές, τα ιστορικά γεγονότα “τρέχουν” στο σήμερα και τα εκμεταλλεύονται δυνάμεις οι οποίες σπρώχνουν προς τη σύγκρουση, στο φόντο ενός πολυπολικού κόσμου για την ηγεμονία στο στρατιωτικό, οικονομικό, πολιτιστικό και πολιτικό πεδίο. Η απόκρουση του ιμπεριαλισμού ως βασικού παράγοντα προώθησης της βαλκανικής διαίρεσης, η απόκρουση του εθνικισμού ως παράγοντα διευθέτησης των εθνικών εδαφών, η απόκρουση του καπιταλισμού ως βασικού προτύπου οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας, η απόκρουση της οικολογικής καταστροφής στο όνομα της ευημερίας είναι επιτακτικά στο να μπορέσουν να σταθούν μεικτές εθνοτικά, θρησκευτικά, φιλοσοφικά, κοινότητες από την Ελλάδα και την Αλβανία. Όλα τα θέματα που μπορούν να γίνουν αντικείμενα συμβουλίων μπορούν να δώσουν το στίγμα τους για ένα νέο πεδίο σχέσεων και διευθετήσεων. Η συνθετότητα της προέλευσης των ανθρώπων από τις δυο περιοχές όχι μόνο δεν αποτελεί εμπόδιο αλλά ένα ευρύ πεδίο όπου οι διαφορές είναι ένας άλλος δρόμος συνεργασίας, μοιρασιάς και αλληλεγγύης.

Κυριακού Γιώργος
(Χωρίς το Laver Bariou τίποτε δεν γίνεται, τίποτε χωρίς κλαρίνο)
https://www.youtube.com/watch?v=4nbigj5E-RQ

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://eleftheriako-giro-giro.espivblogs.net/gia-ton-katsifa/