Mετάφραση-εισαγωγή-a ruthless critique
Мεταφράσαμε και δημοσιεύουμε ένα κατατοπιστικότατο άρθρο για την μορφή της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στη Βουλγαρία. Το άρθρο ξεκινά με αφορμή ένα εργατικό ατύχημα για να φτάσει να αποδομήσει το νεοφιλελεύθερο λόγο έτσι όπως αρθρώνεται στη Βουλγαρία. Επίσης είναι ενδιαφέρον καθώς καταπιάνεται-έστω και όχι εκτενώς- με το ζήτημα των πολύ αντιφατικών μαζικών πορειών της περιόδου 2013, όπου μεγάλες μάζες κόσμου βγήκαν στο δρόμο με σαφώς φιλοδυτική ή φιλοανατολική διάθεση ενώ το βασικό αίτημα ήταν πάντα η «δημοκρατία» ως αφηρημένη και απροσδιόριστη έννοια, ένα κενό σημαίνων που μπορούσε να έχει πολλά και καθόλου νόημα. Η διαδικασία της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης και της περιφερειοποίησης, της συγκεντροποίησης, της αναδιάρθρωσης των αστικών ρόλων και υποκειμένων και των γιγαντιαίων αντιφάσεων που παρουσιάζονται στην πορεία, που ανανοηματοδοτούν και συγκροτούν νέα σύμβολα, έννοιες και κοινωνικούς ρόλους, είναι εμφανής και εδώ, στον ιδιαίτερα αντιφατικό τρόπο με τον οποίο εκδηλώθηκε η κρίση της μεσαίας τάξης στη Βουλγαρία, οι ιδεολογικές μορφές που πήρε, αλλά και η πλήρης απουσία του υποκειμένου «εργασία». Εκεί ακριβώς είναι η ρίζα της «βουλγαρικής αντίφασης», η οποία ίσως να είναι πιο δύσκολη στην αποκρυπτογράφηση της από την Ουκρανική. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Βουλγαρία πέρασε από την άνοδο και την πτώση του εργατικού κράτους, της ΕΣΣΔ(έστω και έμμεσα) και ότι αυτό το βίωμα σαφώς και νοηματοδοτεί διαφορετικά την έννοια της Δύσης, του φιλελευθερισμού, της «Ανατολής», του κομμουνισμού κτλ. Βέβαια αυτό εντάσσει τη Βουλγάρικη εμπειρία στο ευρύτερο πλαίσιο αντιφάσεων της ανατοικής Ευρώπης, από την άλλη δεν την απαλλάσει από τις δικές της ιστορικές και ταξικές ιδιαιτερότητες, δυναμικές κτλ. Το Βουλγάρικο ζήτημα σαφώς και εντάσσεται στον ευρύτερο κύκλο των «κινημάτων» της κρίσης.
Στις 1 Οκτωβρίου, στο χωριό Gorni Lom στη βορειοδυτική Βουλγαρία εξερράγη μεγάλη αποθήκη πυρομαχικών από κοντινή βιομηχανία όπλων . Αυτό φαίνεται να είναι το τελευταίο περιστατικό, σε μια σειρά βιομηχανικών ατυχημάτων που αυξάνονται σε συχνότητα στη χώρα. 15 άτομα σκοτώθηκαν στο Gorni Lom. Η έκρηξη ήταν τόσο έντονη που τίποτα δεν έμεινε από τα σώματα τους, ενώ στο σημείο της αποθήκης υπάρχει απλά ένας κρατήρας..Αυτό το εργοστάσιο είναι το μόνο στη περιοχή και απασχολεί περίπου 50 άτομα. Αυτή η έκρηξη ήταν η έκτη (!) στα τελευταία 12 χρόνια. Σύμφωνα με το Capital Weekly, το 2002 έγιναν άλλες δύο εκρήξεις που κατέστρεψαν τμήμα του εργοστασίου. Το 2006 το ξέσπασε φωτιά που σκότωσε τον Iliya Simov, έναν από τους μηχανικούς της εταιρίας. Το 2007 μια έκρηξη σκότωσε έναν 28χρονο εργάτη και τραυμάτησε άλλους δύο. Την ίδια χρονία έγινε και άλλη έκρηξη χωρίς νεκρούς. Το 2010 σημειώθηκε σειρά εκρήξεων ύστερα από φωτιά. Μετά το ατύχημα , 70 απολύθηκαν, αναγκάζοντας τους εναπομείναντες 50 να εντατικοποιήσουν την εργασία τους περισσότερο, για τις ήδη αυξημένες παραγγελίες. Αυτό προέρχεται και από την «πληρωμή με το κομμάτι» που εφαρμόζει το εργοστάσιο. Όπως εξηγεί ένας εργάτης, “αν συναρμολογήσεις 1200 κομμάτια, παίρνεις τα 17 cent ανα κομμάτι. αν δεν μπορείς να πιάσεις αυτή τη νόρμα παίρνεις 13.5 cent.” Αυτό προφανώς αυξάνει την πίεση και το κίνδυνο ατυχημάτων καθώς οι εργάτες διαγωνίζονται διαρκώς να πιάσουν τη νόρμα. Αυτά τα 17 cent μόνο τα μισά από όσα πληρώνεται το εργοστάσιο για να επεξεργαστεί υλικό για νάρκες που παραλαμβάνει από Ελλάδα.Το άλλο μισό πάει στους ιδιοκτήτες.
Είναι προφανές ότι η αποφυγή των κανόνων ασφαλείας είναι μια τάση που υπάρχει σε όλες τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις για να μειώσουν το κόστος. Η κατάσταση της εταιρίας πριν το ατύχημα είναι ενδεικτική για τον πόλεμο του κεφαλαίου ενάντια στην εργασία σε όλα τα επίπεδα και σε όλο τον κόσμο:μηδενικές επενδύσεις στην ασφάλεια -> μέγιστο κέρδος. Και όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα πλαίσιο πολιτικής λιτότητας, μιας κυβέρνησης σαφώς προσανατολισμένης προς το κεφάλαιο, οι καπιταλιστές είναι ελεύθεροι να απαλλαγούν εν μέρει από το κόστος αναπαραγωγής και συντήρησης της εργατικής δύναμης, οι εργάτες πλέον είναι αυτί υπεύθυνοι για την ασφάλεια τους, και το κόστος του εξοπλισμού ασφαλείας είναι «προσωπικό τους θέμα» .[1] Οι εργάτες σε αυτό το εργοστάσιο, δείχνουν τα χέρια τους, γεμάτα φουσκάλες και ουλές και τις απαράδεκτες συνθήκες στις οποίες εργάζονται: χειρουργικά γάντια και μάσκες προσώπου είναι ο μοναδικός εξοπλισμός που έχουν για να μεταχειρίζονται επικίνδυνο εξοπλισμό (ο ψύκτης νερού του εξοπλισμού είναι μια πολυτέλεια μια άλλης εποχής ) σε ένα άκρως εύφλεκτο περιβάλλον. Ακόμα πιο απαράδεκτό είναι το γεγονός ότι με παλαιότατο εξοπλισμό και σφυριά αφοπλίζουν τις νάρκες. Σύμφωνα με μία έρευνα, η έκρηξη έγινε ακριβώς λόγω μιας νάρκης ου χτυπήθηκε κατά λάθος με σφυρί. Παλιά τεχνολογία, κακές συνθήκες εργασίας, εξευτελιστικά χαμηλοί μισθοί που πληρώνονται μη τακτικά (μισθός. 120 EUR/το μήνα) και απαγόρευση του συνδικαλισμού είναι ότι πρέπει για να φτιάξουν ένα περιβάλλον πιο θανατηφόρο και από τις ίδιες τις νάρκες.Όταν η έλλειψη ασφάλειας δεν σκοτώνει , το κάνουν οι μισθοί πείνας. Το ίδιο και οι διάφοροι μάνατζερ που παραδίδουν τα μπόνους στους εργάτες και τους κάνουν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους
Οι βασικές mainsteam προσεγγίσεις του θέματος, εγγράφουν το θέμα σε δύο κύριες φαντασιώσεις.Πρώτα το θέμα εξηγείται από την συνομοσιολογική αντίληψη που παει να ερμηνεύσει τα πάντα στη σύγχρονη Βουλγαρία και κυρίως το γεγονός ότι η απεμπόληση της οικονομίες του 1989 δεν οδήγησε στην ποθητή «ανάπτυξη». Αυτή η φαντασίωση δουλεύει με το να προσπερνιούνται άμεσα τα χαρακτηριστικά κάθε καπιταλιστικής οικονομίας : η παραγωγή μιζέριας στον ένα πόλο και πλούτου στον άλλο, εξοστρακίζεται σε μια εξωτερική σφαίρα δραστηριότητας: αν δεν υπήρχαν εξωτερικές παρεμβάσεις στο εσωτερικό της χώρας όλα θα ήταν πολύ καλά(ΣτΜ εδώ εννοεί την εθνική και συντηρητική στροφή που έχει κάνει μεγάλο κομμάτι των βούλγαρων, η οποία εκφράστηκε έντονα στις πορείες του 20012-2013 με την πρωτοκαθεδρία ακροδεξιών και συντηρητικών κομμάτων στις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις).
Αμέσως μετά την έκρηξη τα βουλγάρικα ΜΜΕ άρχισαν να μεταδίδουν την πληροφορία ότι ο ιδιοκτήτης είναι μασόνος. Ακόμα και κομμάτι του σχετικά αξιόλογου φιλελεύθερου τύπου δεν μπόρεσε να αντισταθεί στο να εμπλακεί σε μια συνομοσιολογική φαντασίωση . Η κριτική φιγούρα του «μασόνου» επιτρέπει ακριβώς την αποδοχή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και από την άλλη την κριτική σε μερικά στοιχεία του, ή σε μερικές πτυχές του, έτσι όπως βιώνονται τώρα. Έτσι ο καπιταλισμός ως τέτοιος δεν είναι κάτι κακό, ο δικός μας καπιταλισμός είναι άδικος και κακός και παράγει μιζέρια λόγω της ανηθικότητας κάποιων, αντί να φέρει την πολυπόθητη «ανάπτυξη και χειραφέτηση». Οι επιχειρηματίες παρουσιάζονται ως μασόνοι, πράκτορες των κομμουνιστών ‘ακόμα και εξωγήινους τους αποκαλούν,σε μια αυτοτροφοδοτούμενη ρητορική που βαθαίνει την αντίληψη ότι «κάποιος κινεί τα νήματα πίσω από τη σκηνή». Είναι η κλασσική αστική προσέγγιση ενός καπιταλισμού που είναι καλός και δίκαιος, αλλά εμποδίζεται στην πραγματοποίηση του από την «ανηθικότητα» κάποιων «εξωτερικών παραγόντων» στον καπιταλισμό.
Η δεύτερη ρητορική επαναλαμβάνει αυτό που έγινε εμφανές στις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του 2013, όταν ξέσπασαν οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις ενάντια στο Βουλγαρικό σοσιαλιστικό κόμμα (BSP) και στο «κίνημα για πολιτικά δικαιώματα και ελευθερίες (MRL, ένα φιλελεύθερο κόμμα που εκπροσωπεί παραδοσιακά την αξιόλογη τουρκική μειονότητα της Βουλγαρίας). Κατά τη διάρκεια των μαζικών διαδηλώσεων, οι φιλελεύθεροι διαδηλωτές δήλωναν κυνικά, ότι σε αντίθεση με τις μαζικές διαδηλώσεις του Φεβρουαρίου του 2013, τώρα η «μεσαία τάξη» παλεύει για «ευρωπαϊκες αξίες» και ενάντια σε μια «σκιώδη ευρασιατική ελίτ»(sic)[1]. Η λογική αυτή μάλλον εντάθηκε από ταξικές “αναλύσεις” κάποιον φιλελευθέρων ακτιβιστών που ισχυρίζονταν ότι «υπάρχει συμμαχία της ολιγαρχίας της Βουλγαρίας και του προλεταριάτου» ενάντια στην μεσαία τάξη .Η «μη παραγωγική» ολιγαρχία πτο εκπροσωπούταν από τον κυβερνητικό συνασπισμό BSP-MRL παρείχε κράτος πρόνοιας στο προλεταριάτο και το προλεταριάτο τους παρέχει ψήφους(όρος ελεγχόμενες ψήφοι).
Έτσι επιπρόσθετα με με τις αναφορές περί μασονίας, πολλές εφημερίδες άρχισαν να παρουσιάζουν τον ιδιοκτήτη ως συνδεδεμένο με το Σοσιαλιστικό κόμμα και με σχέσεις με τον πρώην πρωθυπουργό επίσης από το σοσιαλιστικό κόμμα. Στο μεταξύ ένας δημοσιογράφος μιας από τις μεγαλύτερες νεοφιλελεύθερες εφημερίδες της χώρας έκανε έρευνα και βρήκε ότι το τοπικό χωρίο ψήφισε κατά βάση τον κυβερνητικό συνασπισμό του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Οι λέξεις που διάλεξε ο δημοσιογράφος δείχνουν και τι θέλει να πει (δεν φέρουν και οι φτωχοί την ευθύνη για τη μιζέρια τους αν ψηφίζουν τα λάθος κόμματα): “αποφάσισα να ελέγξω τι ψήφισαν οι κάτοικοι του Gorni Lom στις τελευταίες εκλογές. Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι ψήφισαν: MRL κατά 39.34%, BSP κατά 19.25% ενώ το «μεταρυθμιστικό μπλόκ» [η συμμαχία που υποστηρίζει ότι εκπροσωπεί την παραγωγική μεσαία τάξη] πήρε 1.26.”. Το άρθρο καταλήγει εμφατικά: “όπου υπάρχει πελατειακή» ψήφος [ακόμα ένας όρος για τις ελεγχόμενες ψήφους”], υπάρχουν συμφέροντα από πλευράς τον εργατών να πλουτίσουν με τρόπους πέρα από την εργασία τους, να εκβιαστούν ή να δωροδοκηθούν γιατί είναι φτωχοί.” Έτσι ο φιλελεύθερος τύπος της χώρας κριτικάρει την καπιταλιστική πραγματικότητα χωρίς να κριτικάρει τον καπιταλισμό ως τέτοιο. Οι δημοσιογράφοι είναι πολύ προσεκτικοί στο να «μην πετάξουν και το καπιταλιστικό νεογνό μαζί με τα βρώμικα καπιταλιστικά νερά».
Οι αναφορές περί «ελεγχόμενης ψήφου» έχουν να κάνουν με την μετακύλιση της ευθύνης στα θύματα, καθώς θεωρούνται υπεύθυνοι για τη μιζέρια τους καθώς εκλέγουν τους χειρότερους για να τους κυβερνήσουν . Μια ακόμα έρευνα για τις συνθήκες που επικρατούν τελειώνει με το δημοσιογράφο να λέει ότι οι χωριάτες πίστευαν ότι ο επιχειρηματίας θα «αγόραζε τις ψήφους τους». Το όλο νόημα είναι ότι η «ελεγχόμενη ψήφος» κρατά τα διεφθαρμένα κόμματα στην εξουσία και εμποδίζουν τον «αυθεντικό καπιταλισμό» να αναπτυχθεί .Οι προσπάθειες των ακτιβιστών να μειώσουν την ελεγχόμενη ψήφο, μερικές φορές παίρνει ανοιχτά ρατσιστικές μορφές. Για παράδειγμα στοχευμένες καμπάνιες για τη διαφθορά εναντια νσε συγκεκριμένες κοινότητες, όπως τους Ρομά, οι οποίοι είναι οι συνήθεις ύποπτοι για σχεδόν ότι κακό υπάρχει στη χώρα : Οι ακτιβιστές με μια συγκεκριμένη ρητορική ηθικοποιούν το ζήτημα της εξαγοράς ψήφων, αγνωώντας ότι κάτι τέτοιο είναι σχετικό από τις συνθήκες ζωής που ζει κάποιος και τον ώθησαν να κάνει κάτι τέτοιο, αν το έκανε κιόλας, γιατί τις περισσότερες φορές και τέτοιο υποθέτεται παρά αποδεικνύεται.
Τι μας λέει όλη αυτή η λάσπη για τα θύματα που τα κατηγορούν για την ίδια τους τη μιζέρια; (“ας είχαν κάνει σωματείο” μερικοί προτείνουν ενώ άλλοι κοιτούν το τι ψήφισαν λες και υπάρχει αλγόριθμος που να δικαιολογεί το βαθμό βίας στους εργάτες με βάση το τι ψήφισαν οι χωριάτες!). Η τακτική της μετακύλισης της ευθύνης στα θύματα, ένα από τα συστατικά του νεοφιλελεύθερου ιδεολογικού αχταρμά, είναι ακλόνητη ακόμα και μπροστά στον Θάνατο.
Μιλώντας για θάνατο, είναι εντυπωσιακό το πώς τα ΜΜΕ μεταχειρίζονται το θάνατο των εργατών και πως το γιό του εργοστασιάρχη που ήταν και αυτός παρόν στο συμβάν. Οι φιλελεύθεροι ανθρωπιστές αρέσκονται να μειώνουν τον θάνατο στα φυσικά του χαρακτηριστικά, τον πόνο, την παρακμή του σώματος κτλ, με σκοπό να αναδείξουν το πόσο μονόπλευρη είναι η «ταξική ανάλυση“. Το κοινό γνωμικό “θα πεθάνουμε όλοι κάποτε” υποτίθεται ότι υπερβαίνει την τυχαιότητα των ταξικών θέσεων που κατέχει κάποιος σε μια ζωή. Πέρα από την ανισότητα των συγκεκριμένων ιδιαίτερων συνθηκών μας, την ανισότητα του εμπορεύματος, των υπηρεσιών, τις σχέσεις εκμετάλλευσης κτλ, ολοι είμαστε εγκλωβισμένοι στον ίδιο βαθμό, στο να χάσουμε την ίδια την υλική μας ενσάρκωση . Η ιστορικά συγκεκριμένη ανισότητα του καπιταλισμού αποβάλλεται με την υπεριστορική ισότητα απέναντι στο θάνατο. Υπο αυτή την έννοια η ταξική ανάλυση γίνεται ανευ ουσίας καθώς ήδη ο θάνατος έχει εξισώσει την ανισότητα της ζωής. Παρόλα αυτά οι αναφορές των ΜΜΕ στο ατύχημα δείχνουν τα όρια ακόμα και αυτής της ανόητης και ανιστόρητης φιλελεύθερης λογικής . Έτσι ο γιος του ιδιοκτήτη, μόλις μερικές ώρες μετά το ατύχημα, αναφερόταν στα ΜΜΕ με το όνομα του, και οι φωτογραφίες από τις τελευταίες διακοπές του στην Ταϊλάνδη έκαναν το γύρω του βουλγάρικου ίντερνετ . Από την άλλη, ακόμα και μετά από 3 μέρες, ήταν ασαφές στα ΜΜΕ το αν οι νεκροί εργάτες ήταν 15 ή 16.
Η ψευτο-ισότητα και αδελφότητα του θανάτου παραπατά κάτω από το βάρος ενός ονόματος ενός άντρα.
το κείμενο γράφτηκε από την ομάδα «Ιστερίτσεσκα παρέζια» μια λακανική-μαρξιστική ομάδα και την new left perspectives της Βουλγαρίας,
[1] ΣτΜ η συμμαχία της κυβέρνησης τότε ήταν τόσο αλλόκοτη που σχεδόν όλη η διεθνής αριστερά προσπέρασε διακριτικά το ζήτημα των 200+ ημερών διαδηλώσεων της Βουλγαρίας το 2012-2013 καθώς η κατάσταση έμοιαζε παρανοϊκή. Μαζί με το σοσιαλιστικό κόμμα και το κόμμα της τουρκικής μειονότητας συμμάχησε- αλλά όχι στον κυβερνητικό συνασπισμό, αλλά μόνο στον κοινοβουλευτικό- και το νεοναζιστικό ΑΤΑΚΑ το οποίο διέπεται από έντονα αντιευρωπαϊκά αισθήματα. Τότε είχε αναδυθεί στη Βουλγαρία πάλι το ζήτημα της περιφερειοποίησης και της σχέσης με την «ανατολή». Πάλι για ένα κομμάτι του κόσμου η Δύση ήταν το απόλυτο καλό, και για ένα άλλο το απόλυτο κακό.
Πρόσφατα σχόλια