Η φωνή της Αμερικής, οι “Τάιμς της Νέας Υόρκης” ασχολήθηκαν με τη μετακίνηση προς “τα ανατολικά” της τουρκικής κυβέρνησης, ενώ θυμήθηκαν και ζητήματα δημοκρατίας κρίνοντας ότι γίνεται “απολυταρχική”. Η αλήθεια είναι ότι το ΦΕΚ της αμερικανικής απολυταρχίας ξεχνάει ότι το Ισλάμ, στην Τουρκία, ήταν αυτό που προωθήθηκε κυρίως από τους αμερικάνους τόσο τη δεκαετία του 70 στην Τουρκία προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως καταιγιστικός πόλος που θα μπορούσε να αναχαιτίσει το εργατικό κίνημα και σαφώς το κομμουνιστικό ρεύμα που εκέινη την εποχή άνθιζε. Ξεχνούν ότι έκαναν εξαγωγή τεχνογνωσίας για την τρομοκρατία που ασκήθηκε. Ξεχνούν ότι μέχρι και τη δεκαετία του 90 ήταν ο κυρίως πόλος που ενίσχυε το Ισλάμ σε αντιπαράθεση με τα κοσμικά σοσιαλίζοντα καθεστώτα της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής, ξεχνούν ότι ήταν οι κύριοι αίτιοι αυτού του φονταμενταλιστικού αναβρασμού που επιδιώκουν τώρα να καταστείλουν. Αυτή την περίοδο αντικρύζουν με φόβο την νέα μικρή υπερδύναμη, Τουρκία, η οποία είναι η 2η σε οπλισμό χώρα στο ΝΑΤΟ. Μια επικίνδυνη μικρή υπερδύναμη που όμως κυρίως οι αμερικάνοι κατέστησαν μεταπολεμικά με το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ, κοινό δόγμα για την αποικία Ελλάδα και Τουρκία όπως και αργότερα τόσο με τα σχέδια διοχτόμησης αλλά και με την εισβολή του 1974. Ο νέος ρόλος της Τουρκίας, επεκτατικός και μονόπλευρα τουρκικός, λιγοστεύει τις δυνατότητες των ΗΠΑ στην περιοχή. Για αυτό ανησυχούν. Η επίκληση των “δημοκρατικών δικαιωματων” από μια χώρα που σχεδόν καθημερινά δολοφονείται σε αυτήν ένας μαύρος πολίτης της, είναι απλά προπέτασμα καπνού.
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί σήμερα στη Δύση για την Τουρκία αποτελεί πρόσφατο άρθρο στους Τάιμς της Νέας Υόρκης οι οποίοι βλέπουν τον Ερντογάν με έναν εντελώς διαφορετικό φακό απ’ ό,τι έκαναν πριν από μερικά χρόνια όταν τον αναδείκνυαν ως μια μεγάλη προσωπικότητα και τον θεωρούσαν ως βαθιά δημοκράτη και προοδευτικό.
Σύμφωνα λοιπόν με τους Τάιμς της Νέας Υόρκης, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν γίνεται όλο και περισσότερο απολυταρχικός και οδηγεί την Τουρκία μακριά από το ΝΑΤΟ.
Σημειώνει ακόμα ότι ποτέ προηγουμένως στο παρελθόν δεν υπήρχε ανάλογη αμφισβήτηση για το πόσο δεσμευμένη έναντι του ΝΑΤΟ ήταν η Τουρκία απ’ ό,τι συμβαίνει σήμερα.
Αυτό, όπως σημειώνεται, οφείλεται σε μια σειρά γεγονότα που έχει ενοχλήσει τους συμμάχους της Τουρκίας στη Δύση και κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες αρχής γενομένης από την απροθυμία της χώρας να συμμετέχει στη διεθνή συμμαχία κατά του «Ισλαμικού Κράτους» στο Ιράκ, αλλά και η όλο και πιο έντονη αντι-δυτική ρητορική της Άγκυρας.
Οι επικρίσεις κατά του Ερντογάν δεν έχουν να κάνουν μόνο με στρατιωτικά ζητήματα αλλά με την κατάσταση της δημοκρατίας εντός της Τουρκίας. Δεν είναι τυχαίο που σημειώνεται πως η Συμμαχία δεν προάγει μόνο ζητήματα άμυνας αλλά και δημοκρατίας.
Ενδεικτικό των ελλειμμάτων δημοκρατίας στην Τουρκία είναι και η τελευταία έκθεση της οργάνωσης Freedom House που εδρεύει στην Ουάσινγκτον. Η εν λόγω οργάνωση κατατάσσει την Τουρκία ανάμεσα στις «μερικώς ελεύθερες» χώρες με χαμηλά επίπεδα σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ένα άλλο ισχυρό στοιχείο κατά της Τουρκίας είναι και ο τρόπος που έχει ενεργήσει μέχρι σήμερα στις προσπάθειες καταπολέμησης του «Ισλαμικού Κράτους» και ιδιαίτερα στο κεφάλαιο διακίνησης ατόμων από τις χώρες της Ευρώπης προς το Ιράκ και τη Συρία.
Θεωρείται πως η Άγκυρα «ήταν απρόθυμη ή ανίκανη στο να εμποδίσει τη διακίνηση μαχητών ή προϊόντων διαμέσου των συνόρων της με τη Συρία παρά την έντονη πίεση που δέχεται από τους Δυτικούς συμμάχους της».
Επίσης θεωρείται «αδικαιολόγητο η Τουρκία να μην μπορεί να έχει καλύτερη απόδοση προς αυτή την κατεύθυνση λαμβανομένου υπόψη τον μεγάλο αριθμό στρατευμάτων αλλά και κατά γενική ομολογία καλή οργάνωση των μυστικών της υπηρεσιών».
Χαρακτηριστικές ήταν και οι πρόσφατες αναφορές του διευθυντή της αμερικανικής Εθνικής Ασφάλειας, Τζέιμς Κλάπερ, ενώπιον του Κογκρέσου ο οποίος είπε πως δεν είναι αισιόδοξος ότι η Τουρκία θα κάνει οτιδήποτε περισσότερο στις προσπάθειες της Δυτικής Συμμαχίας κατά του «ΙΚ» γιατί όπως υπογράμμισε «έχει άλλες προτεραιότητες και άλλα ενδιαφέροντα».
Τρεις συλλήψεις
Τρεις έφηβοι Βρετανοί που είναι ύποπτοι ότι προσπάθησαν να ενταχθούν στις δυνάμεις της τζιχαντιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος, επέστρεψαν στο Λονδίνο αφού απελάθηκαν από την Τουρκία, δήλωσε Τούρκος αξιωματούχος. Οι τρεις, ηλικίας μεταξύ 17 και 19 ετών, είχαν τεθεί υπό κράτηση στην Κωνσταντινούπολη αφού οι βρετανικές Αρχές ενημέρωσαν τους Τούρκους ομολόγους τους ότι σχεδίαζαν να ταξιδέψουν στη γειτονική Συρία μέσω της Τουρκίας.
Η ενέργεια αυτή των τουρκικών Αρχών δεν θεωρείται άσχετη με τις συνεχιζόμενες πιέσεις προς την Άγκυρα από χώρες της Δύσης για λήψη ουσιαστικών μέτρων σε σχέση με τη διακίνηση πολιτών από χώρες της Ευρώπης προς το Ιράκ και τη Συρία.
Ουάσινγκτον: Εξοργισμένη για κινεζικούς πυραύλους
Δύο γεγονότα που έχουν εξοργίσει την Ουάσινγκτον και τους συμμάχους της αποτελούν τα ανοίγματα της Άγκυρας προς την κατεύθυνση της Ρωσίας και της Κίνας. Ιδιαίτερα ενοχλημένη η κυβέρνηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία της Τουρκίας με την Κίνα για την αγορά πυραυλικών συστημάτων.
Ενέργεια που στρέφεται ευθέως κατά των συμφερόντων του ΝΑΤΟ αφού ως γνωστό υπάρχει ανοχή προς τις χώρες μέλη για αγορά οπλικών συστημάτων από άλλες χώρες αλλά σε καμιά περίπτωση δεν θέλει η Συμμαχία στο έδαφος των μελών της να τοποθετούνται άλλα πυραυλικά συστήματα. Εάν ληφθεί δε υπόψη ότι πριν προχωρήσει σε συμφωνία με την Κίνα για αγορά πυραυλικών συστημάτων η Τουρκία είχε απορρίψει συμφωνία με την αμερικανική εταιρεία Ρεϊθίον.
Το πόσο ενοχλημένη είναι η Ουάσινγκτον θα διαφανεί σύντομα όταν το Αμερικανικό Κογκρέσο θα κληθεί να αποφασίσει την πώληση νέων οπλικών συστημάτων προς την Τουρκία για τα οποία υπήρξε ενδιαφέρον από την Άγκυρα.
Αν και σ’ αυτό το σημείο δεν τίθεται θέμα εξόδου της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ γιατί κάτι τέτοιο για τη Συμμαχία κρίνεται ως «καταστροφικό λάθος», εντούτοις πολλοί είναι εκείνοι που άρχισαν να συζητούν κι αυτό το κεφάλαιο έστω και ανεπίσημα, αφού πλέον δεν θεωρούν ότι μπορεί να στηρίζονται στην Τουρκία στην αντιμετώπιση της κρίσεως.
Γράφει: Ανδρέας Πιμπίσιης
Πρόσφατα σχόλια