Η εικόνα μπροστά στα μάτια μου ήταν τόσο άγνωστη που δεν μπορούσε το μάτι μου να συλλάβει τι έβλεπε. Κάτι το τόσο πρωτόγνωρο που η συνείδηση αδυνατούσε να καταχωρήσει αυτό που εκτυλισσόταν μπροστά μου.
Στάθμευσα πριν από λίγο στο χώρο στάθμευσης του φούρνου Ζορπάς στην Ακρόπολη. Σταμάτησα το αυτοκίνητο δίπλα στους μεγάλους πράσινους κάδους των σκουπιδιών. Ενώ ετοιμαζόμουν να κατέβω το μάτι μου έπιασε την κίνηση στα αριστερά μου. Όλα στη συνέχεια εκτυλίκτηκαν σε μια άλλη διάσταση από την πραγματική σαν να έβλεπα ταινία. Η συνείδηση μου αποκόπηκε από το σώμα μου για να με προστατέψει και τα συναισθήματα μου δεν έρεαν ομαλά. Ακόμη και τώρα που γράφω κλαίοντας στο πληκτρολόγιο είναι αδύνατον να αφήσω το κύμα των συναισθημάτων να με καταλάβει.
Η κυρία θα μπορούσε να είναι η μάνα μου. Στην αρχή νόμισα ότι ετοιμαζόταν να πετάξει τα σκουπίδια της μαζί με το σκουπόξυλο που κρατούσε. Το μάτι μου συνέχισε να καταγράφει σαν μηχανή την αδυσώπητη πραγματικότητα. Αφού άνοιξε τον πρώτο κάδο άρχισε να ψάχνει μέσα ρίχνοντας κλεφτές ματιές δεξιά κι αριστερά. Συνέχισα να αρνούμαι την πραγματικότητα. Έκλεισε τον κάδο κι άνοιξε τον επόμενο. Χρησιμοποιώντας το σκουπόξυλο αφαίρεσε ένα σακούλι σκουπιδιών από μέσα, συνεχίζοντας να κοιτάζει γύρω με μια αίσθηση ντροπής αλλά και απόγνωσης ζωγραφισμένη στο πρόσωπο της. Τραβήχτηκα πίσω, ήθελα να ανοίξει η μαξιλάρα του αυτοκινήτου να με καταπιεί να με κρύψει να μην μπορεί η κυρία που θα μπορούσε να είναι μάνα μου να αισθανθεί ότι κάποιος τη βλέπει. Ανακουφισμένη πήρε τη σακούλα με τα αποφάγια και ξεκίνησε. Πρώτα άδειασε τα ψίχουλα μέσα από την τσέπη του τρυπημένου της σακακιού… Άναυδος κι αποσβωλομένος απόμεινα να χάσκω κυριολεκτικά. Αδυνατούσα να συλλάβω το μέγεθος της οδύνης και της φτώχειας στην οποία έγινα μάρτυρας. Αδυνατούσα να σκεφτώ και να επεξεργαστώ τα συναισθήματα και τις σκέψεις μου. Θα ήθελα να μπορούσα να πάω πίσω της να της προσφέρω κάτι, έστω μια μικρή δόση ανακούφισης. Δεν το έπραξα. Ψάχνοντας να δω τι μέσα μου με εμπόδισε αναγνώρισα μέσα μου την εικόνα της μάνας μου των παιδικών μου χρόνων και όλων των ξεσπιτωμένων, βιασμένων μανάδων του τόπου μας. Ήξερα πόσο υπέφεραν από τα τέσσερα μου αλλά αισθανόμουν ταυτόχρονα ότι επέβαλαν στον εαυτό τους και στους γύρω τους μια Σιωπή, όχι τόσο από αίσθηση προστασίας αλλά από μια υπερβολική περηφάνεια, μια Σπαρτιατική στάση ζωής που απαγόρευε στον οποιονδήποτε γύρω να προεκτείνει ένα αίσθημα λύπησης. Η άγνωστη κυρία θα μπορούσε να είναι η μάνα μου…
Ανάθθεμαν σας καραγκιόζηδες που μιλάτε για έξοδο από το μνημόνιο την ώρα που οι μανάδες κάποιων ψάχνουν στα σκουπίδια για φαΐ! Ανάθθεμαν σας τζιαι εσάς τζιαι τους παρατρεχάμενους σας τζιαι τα κομματόσκυλα που ακόμη γλείφουνται γυρόν σας. Ανάθθεμαν σας καραγκιόζηδες βολευτές που παίζετε με τη νοημοσύνη του κόσμου. Ανάθθεμαν σας καραγκιόζηδες τραπεζίτες που αφού εφάετε τζι εσπάσετε τώρα συνεχίζετε να τζιηνυάτε τον κόσμον να τον ξεσπιτώσετε. Ανάθθεμαν σε καραγκιόζη θεομπαίχτη που το παίζεις υπουργός Οικονομικών. Το μοναδικό συναίσθημα που με πλημμυρίζει, το μοναδικό που με κατακλύζει ολόκληρον τζιαι που με κάμνει τζιαι τρέμω είναι Οργή. Ολόψυχα εύχομαι τζιαι προσεύχομαι να είναι Βίαιον το τέλος σας.
Λαμπρόν να σας κάψει!
Πρόσφατα σχόλια