αναδημοσίευση
(Στη μνήμη του Νίκου Μιχαλάκη από το Μύρτος Λασιθίου και της “γιαγιάς” Πηνελόπης από την Καστοριά).
“Γρεβενά: Συγκίνηση για τον θάνατο της γηραιότερης Ελληνίδας που ζούσε στην Τσεχία!
Η Ευαγγελία Καράσοβα εγκαταστάθηκε στην Τσεχοσλοβακία μετά τονεμφύλιο πόλεμο – Ποτέ δεν έπαψε να μιλάει την μητρική της γλώσσα…
Η πιο γηραιά γυναίκα της Τσεχίας μέλος της ελληνικής κοινότητας στη χώρα, η Ευαγγελία Καράσοβα, που γεννήθηκε το 1904 στην Ελλάδα, πέθανε την Παρασκευή σε ηλικία 109 ετών στο νοσοκομείο της πόλης Κρνόβ στα βορειοανατολικά της χώρας, από πνευμονία, ανακοίνωσε η οικογένεια της.
Η Καράσοβα ήταν μέλος της ελληνικής κοινότητας που εγκαταστάθηκε στην πρώην κομμουνιστική Τσεχοσλοβακία το διάστημα 1948 – 1949 και όπως έγινε γνωστό καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής της χρησιμοποιούσε τη μητρική της γλώσσα.
Η Ευαγγελία Καράσοβα ζούσε από το 1950 στο χωριό Ντίβτσι Χράντ, κοντά στα πολωνικά σύνορα και εργάστηκε για το μαγαλύτερο χρονικό διάστημα της ζωής της στον τομέα της γεωργίας. Είχε γεννηθεί στις 15 Φεβρουαρίου του 1904 στο χωριό Πρόζβορο στην περιοχή των Γρεβενών. Είχε τρεις γιους και δύο κόρες.
Περίπου 12.000 Έλληνες εγκαταστάθηκαν στην πρώην Τσεχοσλοβακία το διάστημα 1948 – 1949, μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Η ελληνική κοινότητα στη Δημοκρατία της Τσεχίας αριθμεί τώρα περίπου 3.500 ενεργά μέλη που ζουν κυρίως στα βόρειο – ανατολικά.”(MME)
Δραματική είναι η ιστορία, που ακόμα δεν τολμήσαμε να την αναλύσουμε σε βάθος , των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα μετά την οριστική ήττα των κομμουνιστών το 1949.
Χιλιάδες ΄Ελληνες αριστεροί ,πήραν το δρόμο της προσφυγιάς, διωγμένοι κακήν κακώς από τον τόπο τους και διασκορπίστηκαν στα πέρατα της τότε κομμουνιστικής “οικουμένης”. Βουλγαρία, Ρουμανία,Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία, Πολωνία και φυσικά η απέραντη Σοβιετική ΄Ενωση, υποδέχτηκαν τους φυγάδες ,οι περισσότερες απ΄αυτές τις χώρες με σεβασμό,θαυμασμό και φιλόξενη διάθεση, ελάχιστες με σκεπτικισμό κα υποψία και μόνο η Γιουγκοσλαβία του Τίτο με φυλακές και βασανιστήρια.
“Κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι της ιστορίας”. Οι περισσότεροι από τους εξόριστους, όπως η γιαγιά παραπάνω, ενσωματώθηκαν εύκολα στις νέες κοινωνίες, που αναγκάστηκαν να ζήσουν. Ποτέ, όμως, δεν έπαψαν να νοσταλγούν τον τόπο τους, τα αγαπημένα πρόσωπα που άφησαν πίσω, τα χώματα που ήταν θαμμένοι οι γονείς τους.
Το σκληρό, αυταρχικό και απάνθρωπο κράτος, που αμέσως μετά το “Αντάρτικο” έστησε η Δεξιά, αρνιόταν πεισματικά και επί χρόνια να ανοίξει τις πόρτες εισόδου στη χώρα στους πολιτικούς πρόσφυγες .Το μόνο που ζητούσαν πια πολλοί απ΄αυτούς, γέροντες και ετοιμοθάνατοι ,ήταν να γυρίσουν, για να πεθάνουν στον τόπο τους. Κι αυτό το θάνατο, τους τον αρνήθηκε τελικά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (Είναι ο…Εθνάρχης, στον οποίο ο…αριστερός Τσίπρας στο πολιτικό του μνημόσυνο, χορήγησε “συχωροχάρτι” για μια χούφτα κεντροδεξιών ψήφων!).
Θυμάμαι το 2004 και 2005 στο Κίεβο. Αποσπασμένος από το υπουργείο παιδείας στην ουκρανική πρωτεύουσα, δίδασκα ιστορία και γλώσσα στο ιστορικό πανεπιστήμιο του Σεφτσένκο. Ανάμεσα στους φοιτητές μου, πρώτος και καλύτερος, ένας 80χρονος γέροντας, ΄Ελληνας πολιτικός πρόσφυγας. Ερχόταν, όχι τόσο για να μάθει ιστορία (την “ιστορία” την είχε βιώσει στο πετσί του ο παλιός σκληροτράχηλος αντάρτης), αλλά για να νιώσει πως είναι στην πατρίδα,να ακούει τη γλώσσα (“πού μοιάζει με κελάηδισμα”,έλεγε).
΄Απειρες οι αιτήσεις επαναπατρισμού, που του είχαν απορρίψει στην Ελλάδα. Κάποια στιγμή κουράστηκε κι αποφάσισε να πεθάνει στα ξένα. “Δεν ξανάκανα εδώ και πολλά χρόνια άλλη αίτηση”, μου είπε μια μέρα. “Σ΄αυτά εδώ τα χώματα έθαψα μια γυναίκα και 2 παιδά. Δεν μπορώ να τους αφήσω πια μόνους, παιδί μου, γι΄αυτό δεν ξανάκανα αίτηση επαναπατρισμού”. Εγώ, όμως, ήξερα το λόγο. η ΄Ολγα, η εγγονή του, συμφοιτήτρια με τον παππού της, μου τον εμπιστεύτηκε μια μέρα. “Δε ήθελε να περάσει πάλι τη διαδικασία της γραφειοκρατίας επαναπατρισμού και ειδικά μια νέα απόρριψη”, μου λέει. “Θα τον σκότωνε.”
Δεν πρόφτασε να τελειώσει την ακαδημαϊκή του χρονιά στο πανεπιστήμιο ο παππούς της ΄Ολγας και να του δώσω τον έπαινο, που περίμενε με αγωνία, σαν μικρό παιδί. Αρχές Ιούνη, πέταξε η ψυχούλα του. Ανάλαφρη κατηφόρισε στη Γιάλτα, έκοψε δρόμο πάνω από τη Μαύρη θάλασσα , πέρασε λεύτερη μέσα στα ελληνικά σύνορα και κούρνιασε σε κάποιο κυπαρίσσι του χωριού του που για πάνω από πενήντα χρόνια δεν το είχε δεί.
Πρόσφατα σχόλια