απόσπασμα από την εργασία Κοινοί τόποι στη βαλκανική λογοτεχνία της Τουρκοκρατίας του Τάσου Χατζηαναστασίου από το νέο Λόγιο Ερμή τ.1 (Ιανουάριος-Απρίλιος 2011)
…Κεντρικό ρόλο στη σερβική λαϊκή προφορική παράδοση κατέχουν τα μακροσκελή αφηγηματικά ποιήματα, τα περίφημα σερβικά επικά τραγούδια, που έχουν ως αντικείμενό τους την, τραγική για τους Σέρβους, μάχη του Κοσσυφοπεδίου τη μέρα του Αγίου Βίτου (15 Ιουνίου 1389) αλλά και άλλα θέματα σχετικά με την αντίσταση στην τουρκική κατάκτηση.[14] «Η εικόνα της καταστροφής στη μάχη του Κοσσόβου επέζησε για αιώνες στη λόγια και προφορική σερβική λογοτεχνική παράδοση» ([1] Koljevic 1980: 154).
Ναι, κι από τα Ιεροσόλυμα, Ω! από αυτόν τον ιερό τόπο,
Πέταξε ένα μεγάλο γκρίζο πουλί, ένα γεράκι με νύχια γαμψά!
Και στο ράμφος του κρατούσε ένα ευγενικό χελιδόνι.
Αλλά περίμενε! Δεν είναι γεράκι, αυτό το γκρίζο πουλί,
Είναι ένας άγιος, ο Άγιος Ηλίας.
Και δεν φέρνει μαζί του ευγενικό χελιδόνι
Αλλά ένα γράμμα από την ευλογημένη Παναγία.
Το φέρνει στον Τσάρο του Κοσσόβου
Και το ακουμπά στα τρεμάμενα γόνατά του.
Και τότε το γράμμα λέει μόνο του στον Τσάρο:
«Λάζαρε! Λάζαρε! Τσάρε από ευγενική γενιά,
Για ποιο βασίλειο λαχταράς περισσότερο;
Θα διάλεγες ένα ουράνιο στέμμα σήμερα;
Ή θα διάλεγες ένα επίγειο;
Αν διαλέξεις το επίγειο, τότε σελωμένα άλογα,
Σφιχτά γκέμια – βάλε τους ιππότες σου να φορέσουν τ’ άρματά τους κάνε πρωινή επίθεση εναντίον των Τούρκων: ο εχθρός σου θα συντριβεί.
Αλλά αν διαλέξεις τους ουρανούς, τότε χτίσε μια εκκλησία –
Ω!, όχι από πέτρα αλλά από μετάξι και βελούδο –
Μάζεψε όλες τις δυνάμεις σου, πάρε άρτον και οίνον,
Γιατί τα πάντα θα χαθούν, θα χαθούν οριστικά,
Κι εσύ, ω Τσάρε, θα χαθείς μαζί τους.»
Και όταν ο Τσάρος άκουσε αυτά τα άγια λόγια
Συλλογίστηκε, κάνοντας κάθε είδους σκέψη:
“Ω, Πολυαγαπημένε μου Θεέ, τι να κάνω, και πώς;
Να διαλέξω τη γη; Να διαλέξω τους ουρανούς;
Και αν διαλέξω το βασίλειο,
Αν διαλέξω τώρα το επίγειο βασίλειο,
Τα επίγεια βασίλεια είναι πράγματα περαστικά-
Ένα ουράνιο βασίλειο, που ακτινοβολεί στο σκοτάδι, διαρκεί αιώνια.»
Και ο Λάζαρος διάλεξε τους ουρανούς, κι όχι τη γη,
Κι έραψε μια εκκλησιά, εκεί στο Κόσσοβο-
Ω!, όχι από πέτρα αλλά από μετάξι και βελούδο –
Και κάλεσε εκεί τον Πατριάρχη της Σερβίας,
Συγκέντρωσε εκεί τους δώδεκα αρχιεπισκόπους
Και συγκέντρωσε τα στρατεύματά του,
Πήρε μαζί του τον σωτήριον άρτον και τον οίνον.
Μόλις ο Λάζαρος έδωσε τις εντολές του
Τότε από απέναντι στην πεδιάδα του Κοσσόβου, ξεχύθηκαν οι Τούρκοι. [15]
Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αναπτύχθηκε κι ένα άλλο είδος δημοτικών τραγουδιών αντίστοιχο με τα ελληνικά κλέφτικα τραγούδια, τα τραγούδια για τους Χαϊντούκους (Zimmerman 1979: 171). Οι Χαϊντούκοι, όπως και οι Κλέφτες, κατέφευγαν στα βουνά για να αποφύγουν τις συνέπειες της τουρκικής κατάκτησης. Εκεί συγκροτούσαν ομάδες και διενεργούσαν επιδρομές εναντίον των εκπροσώπων της οθωμανικής εξουσίας. Στη λαϊκή συνείδηση είχαν ηρωοποιηθεί και αποτελούσαν αντικείμενο θαυμασμού ενώ στη συνέχεια θα αποτελέσουν τoν πυρήνα του σερβικού επαναστατικού στρατού στις εξεγέρσεις του 1787-1791, 1804 – 1811 και 1815 (Νυσταζοπούλου 1991: 91 κ.ε ).
Επική μορφή, κοινή και στους Σέρβους και τους Βούλγαρους, είναι του Μάρκου Κράλιεβιτς (Κράλι Μάρκο), που στη λαϊκή αφηγηματική ποιητική παράδοση εμφανίζεται ως αγωνιστής της ελευθερίας και πρωτοπόρος του αγώνα κατά των Τούρκων, ενώ το πραγματικό ιστορικό πρόσωπο, ο Μάρκος Κράλιεβιτς, απεδείχθη πολύ κατώτερος των περιστάσεων, αφού μετά την ήττα των Σέρβων στη μάχη του Τζερνομιανού στον Έβρο το 1371 έγινε υποτελής των Τούρκων. Στη λαϊκή συνείδηση ωστόσο η άρνηση της υποταγής μεταμορφώνει το τραγικό ιστορικό πρόσωπο σε λαϊκό ήρωα με υπερφυσικές ιδιότητες που αντιστέκεται στους Τούρκους.[16] Όπως επισημαίνει ο Wachter, «για τον καταπιεσμένο χριστιανό χωρικό που άκουγε τον παρακάτω μύθο, η μορφή του Μάρκου (που ήταν ικανός να διαπράξει τέτοιες ιεροσυλίες, όπως το να πατήσει με παπούτσια πάνω σ’ ένα μουσουλμανικό χαλί προσευχής ή να απειλήσει τον ίδιο τον σουλτάνο) θα πρέπει να αποτελούσε μια απίστευτα γλυκιά, έστω και δι’ αντιπροσώπου, εκδίκηση» (Wachtel 1998: 38).
Και ο Μάρκο είναι τόσο θυμωμένος
Πατάει πάνω στο χαλί της προσευχής με τις μπότες του
Ο Μάρκο κοιτάζει τον σουλτάνο
Το αίμα και τα δάκρυα τρέχουν από τα μάτια του.
Κι ο σουλτάνος βλέπει τον Μάρκο,
Βλέπει το βάρος του ροπάλου που κρατάει,
Κάνει πίσω. Ο Μάρκο έρχεται κοντά,
Κολλάει τον σουλτάνο στον τοίχο.
Άλλος κύκλος επικών τραγουδιών, μετά τα τραγούδια για τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου, τους Χαϊντούκους και τον Μάρκο Κράλιεβιτς, είναι τα λαϊκά τραγούδια για τη σερβική επανάσταση (1804-1814).
Τα τραγούδια αυτά, συνέβαλαν στη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης και του αντιστασιακού φρονήματος των Σέρβων. Τα σερβικά έπη διαδίδονταν από στόμα σε στόμα από προικισμένους τραγουδιστάδες καταγράφτηκαν δε για πρώτη φορά από τον Βουκ Κάρατζιτς (1787-1864), τη σημαντικότερη μορφή της σερβικής πνευματικής αναγέννησης.[17]
Σε ό, τι αφορά τη λόγια παράδοση, περιορίζεται σε θρησκευτικά θέματα, αλλά και σε θέματα από τη μεσαιωνική σερβική ιστορία. Τον αγώνα των Σέρβων κατά των Τούρκων θα υμνήσει ο Πέτρος Νιέγκος (1813-1851), ο θρησκευτικός και πολιτικός ηγέτης των Μαυροβουνίων με το έργο του: Στεφάνι των βουνών (1847) στο οποίο χρησιμοποιεί τη λαϊκή γλώσσα της σερβικής επικής παράδοσης…
Πρόσφατα σχόλια