Τέσσερις αντιπολιτευόμενοι δολοφονημένοι μέσα στην τελευταία βδομάδα
από την αντιφασιστική καμπάνια για την Ουκρανία
Πρώτο θύμα του πρόσφατου γύρου πολιτικών δολοφονιών ήταν ο δημοσιογράφος Σεργκέι Σουκχομπόκ τη Δευτέρα. Την Τετάρτη δολοφονήθηκε ο πρώην βουλευτής του Κόμματος των Περιφερειών και δημοσιογράφος Όλεγκ Καλασνίκοφ κοντά στο σπίτι του στο Κίεβο. Την Πέμπτη ήταν η σειρά του δημοσιογράφου της εφημερίδας «Σιβόντνια» (Segodnya), ιστορικού και συγγραφέα Όλες Μπούζινα, που δολοφονήθηκε επίσης κοντά στο σπίτι του στο Κίεβο, καθώς και της εκδότριας της εφημερίδας Neteshinskiy Vestnik Όλγα Μορόζ. Οι δολοφονηθέντες ήταν όλοι γνωστοί δημοσιογράφοι που εναντιώνονταν στο καθεστώς του Κιέβου.
Την ευθύνη για τις δολοφονίες ανέλαβε μια οργάνωση που αυτοαποκαλείται «Ουκρανικός Επαναστατικός Στρατός» (UPA) – αυτό είναι το όνομα φασιστικής ουκρανικής πολιτοφυλακής που κατά το Β’ ΠΠ συνεργάστηκε με τους ναζί και διέπραξε γενοκτονίες ενάντια σε Εβραίους και Πολωνούς. Στην ανάληψη ευθύνης έδωσαν επίσης 72 ώρες διορία στους «αντι-Ουκρανούς» να εγκαταλείψουν τη χώρα ή να ακολουθήσουν τη μοίρα των δολοφονημένων, ενώ δήλωσαν ότι θα συνεχίσουν την «πλήρη εξολόθρευση» των εχθρών της Ουκρανίας (πηγή).
Το Κίεβο προσπάθησε να κατηγορήσει για τις δολοφονίες τη Ρωσία. Ο Ποροσένκο δήλωσε πως πρόκειται για «μια μια εσκεμμένη πρόκληση που ωφελεί τους εχθρούς μας, αποσταθεροποιώντας την πολιτική κατάσταση στην Ουκρανία». Την ίδια στιγμή, βέβαια, βουλευτές και στελέχη του καθεστώτος πανηγύριζαν για τις δολοφονίες. Ο Μπόρις Φιλάτοφ δήλωνε με χαρά πως «ένα ακόμα σκατό εξοντώθηκε», ενώ η Ιρίνα Φαριόν του Σβομπόντα δήλωνε ότι «έκφυλοι», σαν τον Μπούζινα «καταλήγουν στον υπόνομο της ιστορίας». Ο φιλοκιεβικός πολιτικός αναλυτής Γιούρι Ρομανένκο περηφανευόταν ότι είχε καλέσει ήδη σε δολοφονίες φιλορώσων δημοσιογράφων:
«Ο ουκρανικός στρατός πρέπει επιλεκτικά και προσεκτικά να εξοντώσει τους Ρώσους δημοσιογράφους που καλύπτουν την κατάσταση στο Ντονμπάς. Πρέπει να δώσουμε οδηγίες στους ελεύθερους σκοπευτές του ουκρανικού στρατού να πυροβολούν όσους φορούν κράνη τύπου, καθιστώντας τους στόχους με προτεραιότητα. Με δεδομένο ότι τα μέσα ενημέρωσης αποτελούν ένα καταστροφικό όπλο και επιτρέπουν στη Ρωσία να δρα όχι μόνο στην εμπόλεμη ζώνη αλλά και σε ολόκληρη την Ουκρανία, η εξόντωση μερικών δεκάδων δημοσιογράφων στη ζώνη των συγκρούσεων θα μειώσει την ποιότητα της εικόνας που παρουσιάζεται στις ρωσικά μέσα ενημέρωσης μειώνοντας ως εκ τούτου και την αποτελεσματικότητα της προπαγάνδας τους.» (πηγή)
Δήλωση της Ελένα Μπονταρένκο
Η βουλευτίνα του Κόμματος των Περιφερειών, Ελένα Μπονταρένκο, δημοσίευσε πρόσφατα μια δήλωση στην οποία περιγράφει το κλίμα τρομοκρατίας που επικρατεί ενάντια στην αντιπολίτευση. Στη δήλωση αυτή αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η κυβέρνηση απειλεί ευθέως πολιτικούς της αντιπολίτευσης, στερώντας τους την ελευθερία λόγου στο κοινοβούλιο και αλλού, ενώ κάνει τα στραβά μάτια στα εγκλήματα που διαπράττονται κατά δημοσιογράφων και ηγετών της αντιπολίτευσης και των παιδιών τους. Όποιος ζητάει ειρήνη στην Ουκρανία, συνέχισε η Μπονταρένκο, χαρακτηρίζεται αμέσως εχθρός του καθεστώτος, και παρομοίασε την κατάσταση αυτή με τη ναζιστική Γερμανία και τις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του μακαρθισμού. Ανέφερε ακόμα πως ο υπουργός Εσωτερικών, Αρσέν Αβάκοφ, είπε πρόσφατα πως όταν τη βλέπει να ανεβαίνει στο βήμα της Βουλής νιώθει την επιθυμία να τραβήξει το όπλο του.
Στο παρελθόν ήταν η ίδια βουλευτίνα που είχε καταδικάσει τον πόλεμο και ζητήσει ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των θυμάτων για να της απενεργοποιήσει ο πρόεδρος της βουλής, Τουρτσίνοφ, το μικρόφωνο και να απαιτήσει να «γονατίσει» η Μπονταρένκο «μπροστά στον ουκρανικό στρατό»· στη συνέχεια είχε σηκωθεί ο ηγέτης του Ριζοσπαστικού Κόμματος, Όλεγκ Λιασκό, και είχε απαιτήσει να σταλεί η Μπονταρένκο στο μέτωπο και να εκτελεστεί ως προδότρια. (πηγή)
Η βουλευτίνα κλείνει τη δήλωσή της καλώντας τους διάφορους οργανισμούς και οργανώσεις που διακηρύσσουν δημοκρατικές αρχές «όχι μόνο να δώσουν προσοχή σε αυτά τα γεγονότα, αλλά και να συμμετάσχουν στον αγώνα για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών της Ουκρανίας».
Ιδιωτικές φυλακές
Σύμφωνα με ουκρανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο, πρόσφατα στην πόλη Σούμι έλαβαν εντολή να παρουσιαστούν στο στρατό 2,331 άτομα. 2,074 δεν εμφανίστηκαν (89% του συνόλου). Παρουσιάστηκαν μόνο 257 άτομα, από τα οποία τα 96 πήραν αναβολή, τα 19 κρίθηκαν ακατάλληλα για υπηρεσία, τα 28 διαγράφηκαν από τα στρατιωτικά μητρώα και τα 129 στάλθηκαν να κάνουν περαιτέρω ιατρικές εξετάσεις. Αυτό σημαίνει ότι μόνο 15 θα υπηρετήσουν κανονικά. Η αστυνομία αναζητά, μαζί με αυτούς που δεν εμφανίστηκαν στη συγκεκριμένη κλήτευση, και άλλους 2,000 που δεν είχαν εμφανιστεί σε παλαιότερη. Προσοχή, μιλάμε για τόσες χιλιάδες ανθρώπους σε μία μόνο πόλη. Πόσους αντικαθεστωτικούς να δολοφονήσει πια το καθεστώς;
Ευτυχώς στον καπιταλισμό υπάρχουν και αποδοτικότερες (αλλά και πιο κερδοφόρες) μέθοδοι πειθάρχησης πληθυσμών από την άμεση φυσική εξόντωση. Βαδίζοντας στα χνάρια των αγαπημένων της ΗΠΑ, η ουκρανική κυβέρνηση εξετάζει την ίδρυση ιδιωτικών φυλακών – το ΔΝΤ απαιτεί άλλωστε περικοπές και οι κρατικές φυλακές κοστίζουν.
Σύμφωνα με μια ιδιαίτερα αναλυτική έρευνα που δημοσιεύτηκε πρόσφατα για το σωφρονιστικό σύστημα των ΗΠΑ: «Η βιομηχανία των ιδιωτικών φυλακών και άλλων εταιρειών που επωφελούνται από τους μεγάλους πληθυσμούς των φυλακών έχουν αφιερώσει σημαντικές προσπάθειες και πόρους στην άσκηση πιέσεων για περισσότερους κατασταλτικούς νόμους και λιγότερους περιορισμούς σχετικά με τις ιδιωτικές φυλακές και τη χρήση της εργασίας φυλακισμένων» (σελ. 126). Είναι αυτονόητο ότι σε ένα αντιδραστικό καθεστώς σαν αυτό του Κιέβου οι καπιταλιστές δε θα χρειάζεται καν να κάνουν λόμπινγκ για να εξασφαλίσουν τις παραπάνω ρυθμίσεις, αφού οι αντικαθεστωτικοί μπορούν να χαρακτηρίζονται χωρίς δεύτερη κουβέντα τρομοκράτες, πράκτορες του Πούτιν και ένοχοι για αντεθνική δράση και να τους επιφυλάσσεται η αντίστοιχη αντιμετώπιση. Η καταναγκαστική, δε, εργασιακή εκμετάλλευση των φυλακισμένων που επιβάλλεται στις ιδιωτικές φυλακές δεν είναι καθόλου ξένη στους Ουκρανούς θιασώτες του Χίτλερ, μιας και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της ναζιστικής Γερμανίας επρόκειτο για συνηθισμένο φαινόμενο.
Υγιής και ιδιαίτερα κερδοφόρα επιχειρηματικότητα για τους καπιταλιστές της Ουκρανίας λοιπόν, μαζί με ταυτόχρονη υλοποίηση του αιτήματος των «εξεγερμένων» του Μαϊντάν, που πνίγονταν από τη «σοβιετική νοοτροπία που δεν τους άφηνε να γίνουν ελεύθεροι και πλούσιοι».
Πρόσφατα σχόλια