Τα αποτελέσματα των εκλογών στην Τουρκία περιγράφουν τη νέα ασταθή φυσιογνωμία της διπλανής μας χώρας, τόσο για τα εσωτερικά ζητήματα της πολιτικής και της οικονομίας όσο και για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής στο νέο ρευστό γεωπολιτικό πλαίσιο που επικαθορίζουν οι τάσεις της παγκόσμιας τάξης για τα ζητήματα της Μέσης-Κεντρικής Ανατολής και των Βαλκανίων. Το βασικό διακύβευμα των εκλογών δεν ήταν άλλο από την αυτοδυναμία του ΑΚΡ με εμφανή στόχο την αναθεώρηση του συντάγματος της τουρκικής δημοκρατίας η οποία θα έδινε συντεταγμένο προβάδισμα στην αναβάθμιση των εξουσιών του προέδρου Ερντογάν.
Αυτό θα σήμαινε τον απόλυτο έλεγχο όλων των κινήσεων της τουρκικής πολιτικής από τον ίδιο τον Ερντογάν ο οποίος από το 1998 ξεκίνησε μέσα από συγκρούσεις με το στρατιωτικό κατεστημένο που παρέπαιε, να εφαρμόζει τη σύνθεση μεταξύ αυταρχικού κεμαλισμού και ισλαμικού φιλελευθερισμού έχοντας ως βασική αναφορά την Οθωμανική αυτοκρατορία στις νέες συνθήκες κρίσης της παγκόσμιας ηγεμονίας. Ο νέο-οθωμανισμός ή σουνιτο-τουρκισμός κατά άλλους, ως η ταυτότητα της σύγχρονης Τουρκίας θα έστελνε οριστικά στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας» τον κεμαλισμό όπως αυτός το 1954 εξέλιξε το αρχέτυπο παντουρκικό ιδεώδες της δεκαετιών 1910-1920, με την αγγλικής έμπνευσης, εισαγωγή του τουρκικού παράγοντα ως εμβολή στον αγώνα για την αυτοδιάθεση της Κύπρου. Ταυτόχρονα ο μεγάλος συνταγματολόγος, καθηγητής και πολιτικός Νιχάτ Ερίμ, θα έθετε, σε στέρεες και διαρκείς μέσα στο χρόνο, βάσεις στην εξωτερική τουρκική πολιτική με πρότυπο την αντιμετώπιση του κυπριακού ζητήματος. Η εισαγωγή του ισλαμικού παράγοντα την δεκαετία του 1970 απέναντι στην άνοδο της τουρκικής αριστεράς που έθετε σοβαρές αντιστάσεις στο αποικιοκρατικό οικονομικό μοντέλο της Τουρκίας και μεγάλους κινδύνους για την διείσδυση της Σοβιετικής Ένωσης σε ανατολικό “σύνορο” της Δύσης, ήταν αποτελεσματική τόσο γιατί η θεωρία των δύο άκρων επιβεβαίωνε το ρόλο της κεμαλικής θεσμικής παράδοσης αλλά και αποδοτική σε ένα μεγάλο βαθμό αφού ξεκαθάριζε με τον πιο ωμό τρόπο την ταξική αντεπίθεση των εργαζομένων λειτουργώντας απρόσκοπτα τις δυτικές επενδύσεις. Η πολιτική συνέχεια δεν ήταν άλλη από εναλλαγή πολιτικών κυβερνήσεων και στρατιωτικών πραξικοπημάτων. Οι ανταγωνισμοί μέσα στο ίδιο το πολιτικό σύστημα εκπροσωπούσαν διαφορετικά συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης αλλά και σημαντικές ιδεολογικές συσσωματώσεις. Η ύπαρξη του κυπριακού ζητήματος από το 1974 ως ζητήματος εισβολής και κατοχής εδαφών της κυπριακής δημοκρατίας και η επανεμφάνιση του κουρδικού ζητήματος τη δεκαετία –κυρίως- του 1980 ήταν οι αποφασιστικοί όροι για την εμφάνιση νέων παραγόντων ρήξης με το παλιό καθεστώς. Έτσι, η οριστική κατάρρευση του πολιτικού συστήματος των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης καθώς και οι νέες συνθήκες στα Βαλκάνια όπως και στην Μέση και Κεντρική Ανατολή απέδωσαν στον ιστορικό χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τις νέες αναφορές για το πολιτικό σύστημα. Οι προδρομικές απόπειρες Οζάλ και Ερμπακάν απέτυχαν από τις αδυναμίες των ίδιων των πολιτικών τους χώρων στο να μπορέσουν να απαντήσουν στις νέες συνθήκες αλλά όμως δημιούργησαν το απαραίτητο πεδίο για την ανάπτυξη ενός νέου ισλαμισμού, ενός νέου επεκτατισμού στις νέες συνθήκες αποδόμησης του αστικού πλαισίου. Ο τουρκικός και ο μουσουλμανικός παράγοντας έπρεπε να περάσουν σε μια νέα πορεία σύνθεσης των δομικών αντιφάσεων και αντιθέσεων που ξεκινούν ιστορικά από την περίοδο που ο νεοτουρκισμός των αρχών του 20ου αιώνα εκφράστηκε και ξεκίνησε να συγκρούεται με το φιλοαποικιοκρατικό καθεστώς των σουλτάνων.
Σ’ όλη αυτή τη διάρκεια και μέχρι την τομή του 1998, ο φιλελευθερισμός αλλά και οι συνοδευτικές προσπάθειες κοινωνικού εκσυγχρονισμού της Τουρκίας συγκρούστηκαν με τις βαθιές κοινωνικές δομές που αντλούσαν την καταγωγή τους από το σουνιτισμό και ενισχύθηκαν ως αντικομουνιστικές, συγκρούστηκαν με τις προσπάθειες της αριστεράς να συνθέσει ένα εργατικό ταξικό προσανατολισμό όπως και με τον κουρδικό παράγοντα που ξεκίνησε στον διάβα του να ενώνει τον κουρδικό λαό σε, κρατικής-σοσιαλιστικής προοπτικής, αίτημα για αυτοδιάθεση. Μέχρι και τότε, αξίζει να τονιστεί, ότι η Τουρκία δεν είχε εκδηλώσει στα σοβαρά τάσεις αμφισβήτησης της δυτικής αμερικανικής ηγεμονίας σε βαθμό μάλιστα που όχι μόνο στήριξε όλες τις στρατιωτικές επεμβάσεις του ΝΑΤΟ και της Αμερικής αλλά τέθηκε και σε έναν αντιφατικό δρόμο ένταξης στην ΕΟΚ-ΕΕ, ως μοναδικής δυνατότητας να εξέλθει από την πάγια οικονομική αθλιότητα του πληθυσμού της. Το κόμμα του Ερντογάν σε συμμαχία με άλλους παράγοντες μπόρεσε και ξεπέρασε αυτήν την κρίση σε μια συγκυρία που ο κουρδικός παράγοντας ξεκίνησε από το 1998 τις διαδικασίες πολιτικής επίλυσης του κουρδικού ζητήματος, τέθηκαν οι πρώτες τάσεις αμφισβήτησης της δυτικής ηγεμονίας με την απαγόρευση χρήσης της βάσης του Ιντσιρλίκ το 2003, επιταχύνθηκε η πολιτική διείσδυσης στο παλαιστινιακό ζήτημα από το 2010 με την τραγωδία του Μαβί Μαρμαρά, δρομολόγησε τη διάλυση της Συρίας, υποβοήθησε σε μια κίνηση φθοράς πολλών κατευθύνσεων την ανάπτυξη του Ισλαμικού Κράτους και έθεσε με μια ήπια προσαρμογή των προσβάσεων στα Βαλκάνια όπου το μουσουλμανικό-φιλοτουρκικό στοιχείο ξεκίνησε να αποκτά βαρύνουσα θέση. Από τον Νιχάτ Ερίμ στον Αχμέτ Νταβούντογλου παρατηρείται η μετατόπιση του πολιτικού συστήματος της Τουρκίας από τον δυτικού ελέγχου επεκτατισμό, στη μετατροπή της Τουρκίας σε μια αυτοδύναμη ηγεμονία της Μέσης και Κεντρικής Ανατολής.
Αποφασιστικής σημασίας γεγονός αμφισβήτησης δεν ήταν άλλο από το μαζικό κίνημα του Γκεζί το οποίο χωρίς πολιτικές δυνατότητες και προσανατολισμούς μπόρεσε να συνθέσει όλες τις αντιθέσεις στον νεοισλαμισμό του ΑΚΡ. Εκεί συναντήθηκαν οι ταξικές, οι περιβαλλοντικές, οι κοινωνικές και οι πολιτικές αντιθέσεις της Τουρκίας σε μια μάχη που είχε νεκρούς. Η αποτυχία μέσω της διάλυσης της Συρίας στο να δημιουργήσει έναν νότιο διάδρομο προς την αραβική χερσόνησο ήταν μια ακόμα ένδειξη της αδυναμίας του καθεστώτος να προάγει τους στόχους του ενώ μια σειρά σκανδάλων με την κεντρικής σημασίας αποκάλυψη για τη συνεργασία ΜΙΤ-τζιχαντιστών της Συρίας και ενδείξεων αλαζονείας από πλευράς Ερντογάν τόσο στη νέα σουλτανική αισθητική όπως με την υπόθεση των 300 νεκρών του ανθρακωρυχείου της Σόμα, έδωσε τη δυνατότητα στην πολιτική αντιπολίτευση. Η ραγδαία φτώχεια, η αύξηση του πληθωρισμού επίσης ως διάψευση των οραμάτων του κόμματος της Ανάπτυξης και Προόδου συνετέλεσε στο να διασαλευτεί η εμπιστοσύνη με την οποία περιέβαλε ο τουρκικός λαός την ηγεσία Ερντογάν. Σε αυτήν την συγκυρία η διεθνής αναγνώριση της προσπάθειας των Κούρδων να εκφράσουν την ανατολική εκδοχή της αυτονομίας ήταν καθοριστική ώστε μέσω μιας προσπάθειας μιας πλατειάς εκλογικής πλατφόρμας του HDP να αναδειχθούν και νέες τάσεις πολιτικής διεξόδου.
Οι εκλογές της 7ης Ιουνίου σήμαναν την αρχή του τέλους της ηγεμονίας Ερντογάν στην τουρκική δημοκρατία. Μετά από 13 χρόνια στην εξουσία και μετά από 3 αλλεπάλληλες νίκες με τάσεις αύξησης της πολιτικής υποστήριξης, το τρίπτυχο της οικονομικής ανάπτυξης, του εκδημοκρατισμού (με ξήλωμα του παλαιού κατεστημένου) και της επίλυσης του Κουρδικού ζητήματος – μέσα σε μια νέα ισλαμική ταυτότητα φαίνεται ότι λαμβάνει τέλος. Η συστηματική βία η οποία είχε αποτέλεσμα την καταστροφή εκλογικών γραφείων, νεκρούς από εκρήξεις βόμβας και επιθέσεις σε εκλογικές αποστολές, επιχειρήσεις τρομοκρατίας σε κουρδικούς μαχαλάδες σε αστικές περιοχές και χωριά, δεν μπόρεσαν να αναχαιτίσουν την άνοδο του κινήματος ειρηνικής αμφισβήτησης σε ένα πλαίσιο μιας αυτόκεντρης ανάπτυξης του κουρδικού κινήματος με ελευθεριακές αρχές, αν και με τα όπλα του ΡΚΚ παρά πόδας. Οι άλλες δυνάμεις, το κόμμα του κεντροαριστερού κεμαλισμού του Κιλιτσντάρογλου μένοντας στα ίδια περίπου ποσοστά μπόρεσε να παραμείνει ως μια σταθερή δύναμη προσέγγισης της παλαιάς πολιτικής ενώ το κόμμα των φασιστικών γκρίζων λύκων, του Μπαχτσελί, αύξησε τα ποσοστά του αντιδρώντας στην επιδίωξη επίλυσης του κουρδικού ζητήματος. Η τωρινή αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης δείχνει ότι η Τουρκία οδηγείται σε μια νέα κατάσταση που πιθανόν, στο ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον αλλά και στις νέες οικονομικές συνθήκες, να αντιμετωπίσει ένα πολύ σοβαρό αδιέξοδο.
Η μετεκλογική κατάσταση στην Τουρκία εμπερικλείει ένα πολύ σοβαρό κενό το οποίο μπορεί να καλυφθεί αν και εφόσον μπορέσουν να συναντηθούν τα κινήματα βάσης όλων των λαών της ευρύτερης περιοχής θέτοντας με την “αμυντική” στρατηγική του αντάρτικου τις βάσεις σύμπραξης κοινών αγώνων, ενός πολιτικού οράματος που υπερβαίνει το κράτος και αντιστέκεται την ιμπεριαλιστική επέμβαση, μιας οικονομίας που λειτουργεί αποκεντρωτικά και παραγωγικά για τις ανάγκες του πληθυσμού κι ενός πολιτισμού που ξεπερνά όλες τις ιστορικές διαφορές σε σταυροδρόμια που συναντώνται θρησκείες και εθνικές ταυτότητες, σε κατευθύνσεις απελευθέρωσης.
Ιούν 11 2015
Η σημασία των εκλογών στην Τουρκία και το διεθνές κοινωνικό κίνημα βάσης
Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://eleftheriako-giro-giro.espivblogs.net/2015/06/11/%ce%b7-%cf%83%ce%b7%ce%bc%ce%b1%cf%83%ce%af%ce%b1-%cf%84%cf%89%ce%bd-%ce%b5%ce%ba%ce%bb%ce%bf%ce%b3%cf%8e%ce%bd-%cf%83%cf%84%ce%b7%ce%bd-%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%ba%ce%af%ce%b1-%ce%ba%ce%b1%ce%b9/
Πρόσφατα σχόλια