Μια διεξοδική συζήτηση για το φεμινισμό στη σύγχρονη Τουρκία με την Selin Çağatay, μέλος της Σοσιαλιστικής Φεμινιστικής Κολεκτίβας, που ήδη «μετρά» 7 χρόνια ύπαρξης.
Ως εισαγωγή, θα ήθελες να μου πεις κάποια πράγματα για το εκπαιδευτικό και το πολιτικό σου υπόβαθρο;
Ειλικρινά προτιμώ να με αντιμετωπίζεις ως ένα ανώνυμο μέλος της συλλογικότητας, έτσι δε θα πω πολλά για μένα. Είμαι μέλος της συλλογικότητας από την ίδρυσή της το 2008. Ανήκω στην ομάδα των γυναικών που ίδρυσαν την οργάνωση. Αυτή είναι η πρώτη μου φεμινιστική οργάνωση, καθώς ο σοσιαλιστικός φεμινισμός στην Τουρκία δεν ήταν οργανωμένος πριν τη Σοσιαλιστική Φεμινιστική Κολεκτίβα, αν κι υπήρχαν πολλές μεμονωμένες σοσιαλίστριες φεμινίστριες τριγύρω. Αυτό το διάστημα εκπονώ ένα διδακτορικό στις σπουδές φύλου στο Κεντρικό Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο στη Βουδαπέστη. Η έρευνά μου αφορά στο γυναικείο ακτιβισμό στην Τουρκία κι είμαι ένα από τα άτομα που προσπαθούν να χτίσουν «γέφυρες» ανάμεσα στο φεμινιστικό ακτιβισμό και τον ακαδημαϊκό ακτιβισμό, υπάρχω, λοιπόν, και στα δύο πεδία με το ίδιο βάρος.
Η Σοσιαλιστική Φεμινιστική Κολεκτίβα «ιδρύθηκε το 2008 από μια ομάδα γυναικών που μοιράζονταν μια κριτική ματιά στην τρέχουσα κατάσταση του φεμινισμού στην Τουρκία», γράφεις στο άρθρο σου «Προκαλώντας το νεοφιλελεύθερο συντηρητισμό στην Τουρκία: η Σοσιαλιστική Φεμινιστική Κολεκτίβα». Ποια είναι, λοιπόν, η τρέχουσα κατάσταση του φεμινισμού στην Τουρκία και γιατί, ως κολεκτίβα, τον αντιμετωπίζετε κριτικά;
Διαφοροποιούμε τους δύο, διασυνδεόμενους προφανώς, τύπους φεμινισμού: το συστημικό και τον αντισυστημικό. Ο συστημικός φεμινισμός λειτουργεί από τους θεσμούς και μέσω αυτών, είτε μέσα από δραστηριότητες lobbying που αποσκοπούν στη διαμόρφωση νομοθεσίας αναφορικά με τη φυλετική ισότητα ή της ίδρυσης μη κυβερνητικών οργανώσεων, οι οποίες θα χειραφετήσουν τις γυναίκες με ακτιβίστικες μεθόδους που βασίζονται σε συγκεκριμένα ζητήματα.
Δεν μπορούμε να υποτιμήσουμε συνολικά τις προσπάθειες των φεμινιστριών σε αυτό το πεδίο, αλλά μπορούμε να επισημάνουμε ορισμένα προβλήματα στο συστημικό φεμινισμό. Πρώτον, και πιο φανερά, αυτός ο φεμινισμός εξαρτάται από το κράτος και το κεφάλαιο. Έτσι, η οπτική του είναι, εξ ορισμού, αυτομάτως λιγότερο ριζοσπαστική, γιατί λειτουργεί μέσα σε ανδροκρατούμενες δομές, ή μέσω αυτών. Ούτε το κράτος ούτε οι καπιταλιστικοί θεσμοί θα υποστηρίξουν πραγματικά τις γυναίκες να αυτονομηθούν συλλογικά από τους άντρες. Επομένως, αν είναι το κράτος αυτό που προσπαθείς να επηρεάσεις, πάντοτε χρειάζεται να «δαμάσεις» τα πολιτικά σου αιτήματα, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ηχούν «λογικά» στους άντρες. Στην περίπτωση της Τουρκίας, πρέπει να τα βάλεις στο «κάδρο» της προόδου, της ανάπτυξης, του εκμοντερνισμού, της ένταξης, της δημοκρατίας κ.λπ. Δεν μπορείς να μάχεσαι για τη γυναικεία απελευθέρωση «έτσι». Πρέπει να είναι ωφέλιμη και για άλλα μέλη της κοινωνίας, δηλαδή για τους άντρες. Αν πρόκειται για το κεφάλαιο, τα πράγματα είναι ακόμα απλούστερα: η γυναικεία χειραφέτηση έχει σημασία μόνο αν υπάρχει σε αυτή κάποια προοπτική κέρδους.
Ένα λιγότερο ορατό πρόβλημα με αυτό τον τύπο του φεμινισμού είναι ό,τι είναι γνωστό ως «αφομοίωση». Επειδή, λοιπόν, εξαρτάσαι από ανδροκρατούμενους θεσμούς και δε θέλεις να τους ενοχλήσεις ή να τους προσβάλλεις (γιατί διαφορετικά θα σε εκδιώξουν), γίνεσαι, με το χρόνο, οπορτουνίστρια σε ό,τι αφορά τα αιτήματά σου. Για παράδειγμα, αρχίζεις να σκέφτεσαι πως η προσωρινή πρόσβαση των γυναικών σε πόρους είναι καλύτερη από την έλλειψη πρόσβασης, ή ότι η χειραφέτηση ενός περιορισμένου αριθμού γυναικών είναι προτιμότερη από το να μην υπάρχει καθόλου χειραφέτηση. Αυτή η κοντόφθαλμη προσέγγιση, μακροπορόθεσμα, απομυζά το ριζοσπαστισμό του φεμινισμού. Ξεχνάς πως ο πραγματικός σου στόχος είναι η πατριαρχία. Στην πραγματικότητα, παύεις να χρησιμοποιείς τη λέξη «πατριαρχία» και σταματάς να υποδεικνύεις τους άντρες ως τους καταπιεστές των γυναικών. Στο τέλος, ο φεμινισμός μετατρέπεται σε ένα κενό σημαίνον, όπως οτιδήποτε περιλαμβάνει τις γυναίκες είναι «φεμινιστικό».
Σε αντίθεση προς την προαναφερθείσα οπτική, υπάρχει ένας αντισυστημικός φεμινισμός, του οποίου εμείς ως Σοσιαλιστική Φεμινιστική Κολεκτίβα αποτελούμε μέρος. Είμαστε εντελώς αυτόνομες. Δε δεχόμαστε χρηματοδότηση από κανέναν και δε λειτουργούμε εντός του κράτους ή των καπιταλιστικων δομών.. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να διαμορφώσουμε τη δικιά μας ανεξάρτητη ατζέντα. Κι όπως έχουμε το έχουμε βιώσει τα τελευταία 7 χρόνια είμαστε πολύ πιο ισχυρές, σε σύγκριση με το συστημικό φεμινισμό τόσο σε ό,τι αφορά την επιρροή που ασκούμε στην ατζέντα για ζητήματα φύλου στην Τουρκία, όσο και στην κινητοποίηση των γυναικών στα πλαίσια του ακτιβισμού «από τα κάτω». Γιατί λέμε την αλήθεια. Όταν μια γυναίκα σκοτώνεται από τον σύντρφό της, δεν κρύβουμε τον δράστη κάτω από τον όρο «οικιακή βία», λέμε ότι μια γυναίκα σκοτώθηκε από έναν άντρα, και πως το τουρκικό κράτος απέτυχε να εμποδίσει αυτό το φόνο.
Ποιο είναι το πολιτικό πλαίσιο, εντός του οποίου δρα η κολεκτίβα σας; Πώς λειτουργεί και ποιοι είναι οι κύριοι στόχοι της; Συνεργάζεται με πρωτοβουλίες και συλλογικότητες παρόμοιου πολιτικού προσανατολισμού στην Τουρκία, καθώς και στο εξωτερικό;
Έχουμε μια υλιστική αντίληψη του φεμινισμού. Αυτό σημαίνει ότι, στο κέντρο της ανάλυσής μας, υπάρχει η εργασία της γυναίκας: η πληρωμένη, απλήρωτη, παραγωγική, αναπαραγωγική, συναισθηματική γυναικεία εργασία. Μέσω αυτής της αντίληψης καταδεικνύουμε πώς η πατριαρχία κι ο καπιταλισμός λειτουργούν, ως δύο διαφορετικά, αλλά αμοιβαία συνυπάρχοντα, συστήματα καταπίεσης.
Η Σοσιαλιστική Φεμινιστική Κολεκτίβα είναι οργανωμένη σε 5 πόλεις στην Τουρκία έχοντας μέλη και σε άλλες πόλεις, καθώς και στο εξωτερικό. Έχουμε ένα κοινό, κοινή πολιτική ατζέντα, αλλά κάθε πόλη οργανώνει επίσης δραστηριότητες βάσει των δικών της αναγκών. Κάθε χρόνο οργανώνουμε ένα καλοκαιρινό camp, όπου συγκεντρωνόμαστε για να αξιολογήσουμε τον ακτιβισμό της προηγούμενης χρονιάς και να αποφασίσουμε για την ατζέντα της επόμενης χρονιάς.
Είμαστε μια οριζόντια, αντι-ιεραρχική οργάνωση. Είμαστε οργανωμένες σε μόνιμες επιτροπές που βασίζονται σε συγκεκριμένο ζήτημα και λειτουργούν κυλιόμενα. Αυτό γίνεται για για να αποτραπεί η «επαγγελματικοποίηση» και για να διασφαλίσουμε ότι όλα τα μέλη είναι ικανά σε όλα τα πεδία. «Τρέχουμε» διάφορες καμπάνιες, έχοντας στο στόχαστρό μας τον αντρικό έλεγχο στα γυναικεία σώματα και την εργασία τους. Οργανώνουμε δημόσιες συζητήσεις κι εκδίδουμε ένα τριμηνιαίο περιοδικό με τίτλο «Feminist Politika», όπου μοιραζόμαστε τις πολιτικές συζητήσεις μας με ένα ευρύτερο φεμινιστικό κοινό.
Ασχολούμαστε πολύ με τον ακτιβισμό στο δρόμο κι εκεί συνεργαζόμαστε επίσης με άλλες φεμινιστικές ομάδες και μεμονωμένες ακτιβίστριες. Όταν ιδρύσαμε τη Σοσιαλιστική Φεμινιστική Κολεκτίβα, ένας από τους στόχους μας ήταν να διαμορφώσουμε μια στέρεη βάση εντός του αντισυστημικού φεμινισμού, όπου διαφορετικές ομάδες και μεμονωμένες φεμινίστριες μπορούν να οργανωθούν συλλογικά. Σήμερα, σε μεγάλες πόλεις, όπως η Ισταμπούλ, η Άγκυρα κι η Σμύρνη, υπάρχουν φεμινιστικές κολεκτίβες που λειτουργούν ως «ομπρέλες» για τις αντισυστημικές φεμινίστριες. Σε αυτές τις κολεκτίβες συγκεντρωνόμαστε με άλλες φεμινίστριες κι οργανώνουμε κοινές πρωτοβουλίες, βάζοντας στο στόχαστρό μας τη βία εναντίον των γυναικών και ζητήματα σεξουαλικών δικαιωμάτων, όπως η έκτρωση.
Ενδιαφερόμαστε, επίσης, πολύ, να μοιραζόμαστε τις εμπειρίες μας με σοσιαλίστριες φεμινίστριες σε άλλες χώρες. Έτσι, αν κι οι δραστηριότητές μας κυρίως εστιάζονται σε τοπικά ζητήματα, συμμετέχουμε σε φεμινιστικές διασκέψεις και συγκεντρώσεις στο εξωτερικό όσο περισσότερο μπορούμε. Και χαιρόμαστε που βλέπουμε ότι υπάρχει ένας αυξανόμενος αριθμός αντισυστημικών φεμινιστικών ομάδων, οι οποίες, όπως η δική μας, στέκονται ιδιαιτέρως κριτικά απέναντι στο συντηρητικό νεοφιλελευθερισμό, την τρέχουσα μορφή του πατριαρχικού καπιταλισμού.
Ως συλλογικότητα και, υποθέτω, ως άτομα συμμετείχατε ενεργά στις διαδηλώσεις και την εξεγέρση που εμπνεύστηκαν από το πάρκο Γκεζί το 2013. Ποιος είναι, κατά τη γνώμη σου, ο ουσιώδης λόγος που «πυροδότησε» αυτές τις διαδηλώσεις και την εξέγερση και πώς αξιολογείς τη συμμετοχή των γυναικών σε αυτές, είτε ήδη έφεραν κάποια πολιτική ταυτότητα ή, ίσως, ενεπλάκησαν πολιτικά για πρώτη φορά;
Υπάρχει πλέον ένας μεγάλος αριθμός βιβλίων, άρθρων, πολιτικών κειμένων κ.λπ. που έχουν γραφτεί για τις διαδηλώσεις, οι οποίες εμπνεύστηκαν από ό,τι συνέβη στο πάρκο Γκεζί. Οι διαδηλώσεις δεν περιορίστηκαν σε αυτό, έλαβαν χώρα σε πολλές πόλεις στην Τουρκία και, παρότι αρχικά αντιτίθεντο στο εγχείρημα της αστικής ανάπλασης της περιοχής της πλατείας Ταξίμ, μετά τη δυσανάλογη αστυνομική βία εναντίον των διαδηλωτών εξελίχτηκαν σε μια πανεθνική εξέγερση κατά της κυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (σημ.: στο εξής ΑΚΡ, από τα τουρκικά αρχικά).
Υπάρχουν πολλές ομάδες ανθρώπων με διαφορετικούς και συχνά αντιπαρατιθέμενους πολιτικούς προσανατολισμούς που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να διατυπώσουμε μια απλουστευτική ερμηνεία όσον αφορά το γιατί το έκαναν. Οι κεμαλιστές κι οι εθνικιστές είχαν πολύ διαφορετικούς λόγους από τους Κούρδους, τα εργατικά συνδικάτα διαφορετική ατζέντα από εκείνη των ακτιβιστών για τα δικαιώματα των LGBT κ.λπ. Μπορούμε, ωστόσο, να αντιληφθούμε ότι υπήρχε ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που ήταν δυσαρεστημένοι με την πολιτική του κυβερνώντος κόμματος. Αυτή η πολιτική περιλαμβάνει την εμπορευματοποίηση του αστικού χώρου, την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και την καταστροφή των δασών, τη συντηρητική κι αυταρχική διαχείριση της δημόσιας σφαίρας που σε πολλές περιπτώσεις παίρνει τη μορφή της επίθεσης στις εκκοσμικευμένες πτυχές της καθημερινής ζωής, την αυξανόμενη εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας, την ανεπαρκή ανακούφιση και τα υπό όρους κοινωνικά επιδόματα να αντικαθιστούν τις καθολικές κοινωνικές παροχές, και παρόμοιες νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή των γυναικών, το πρώτο που είναι καλό να έχουμε υπόψη μας είναι πως αυτή δεν είναι ίση με εκείνη των φεμινιστριών. Αυτό χρειάζεται να το συζητήσουμε ξεχωριστά. Οι γυναίκες συμμετείχαν στις διαδηλώσεις από την αρχή γιατί τα διακυβεύματα συνδέονταν άμεσα με τις ζωές τους, όπως κι οι άντρες. Ένα 20% περίπου των γυναικών ήταν οργανωμένες πριν τις διαδηλώσεις σε κάποια πολιτική ομάδα. Ίδια είναι κι η αναλογία για τους άντρες. Δεν υπάρχει, λοιπόν, κάποια έκπληξη στη συμμετοχή των γυναικών στις διαδηλώσεις, αλλά, βεβαίως, η εξαιρετικά σεξιστική και συντηρητική στάση του κυβερνώντος κόμματος στα ζητήματα φύλου, όπως η αποτυχία της κυβέρνησης να εξαλείψει τη βία εναντίον των γυναικών, τα μισογυνικά σχόλια από υψηλόβαθμα μέλη του κόμματος, περιλαμβανομένου και του Ερντογάν, κι η απόπειρα να απαγορευτούν οι εκτρώσεις το 2012 συνέβαλαν στη γυναικεία εμπλοκή στις διαδηλώσεις. Αλλά, το πιο σημαντικό, οι γυναίκες ενδιαφέρονται στην πραγματικότητα περισσότερο να επανοικειοποιούνται τη δημόσια σφαίρα, επειδή ο συρρικνούμενος δημόσιος χώρος μετατρέπεται επίσης σε κυριαρχούμενος από τον άντρα κι οι γυναίκες σίγουρα νιώθουν λιγότερο ασφαλείς στους δρόμους από οποτεδήποτε στο παρελθόν.
Εμείς, ως φεμινίστριες, συμμετείχαμε, επίσης, ενεργά στις διαδηλώσεις τόσο ατομικά, όσο και συλλογικά. Εκτός από το να λαβαίνουμε μέρος στην οργανωτική επιτροπή μέσα στο πάρκο Γκεζί, οργανώσαμε πολλά δρώμενα ως γυναίκες στη διάρκεια των διαδηλώσεων. Αλλά πιο σημαντική υπήρξε η πολιτική μας συνεισφορά, η οποία συνέδεσε τα δημόσια ζητήματα, που πολιτικοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων, με τα λιγότερο ορατά ιδιωτικά, και πιο συγκεκριμένα με την καταπίεση των γυναικών στην ιδιωτική σφαίρα. Διαδηλώσαμε ενάντια στην αυταρχική, συντηρητική ρύθμιση όλης της κοινωνικής οργάνωσης, όχι μόνο στη δημόσια σφαίρα. Παρείχαμε, έτσι, το σύνδεσμο ανάμεσα στην αντιδημοκρατική διαχείριση του δημόσιου χώρου και την αυξανόμενα συντηρητική ρύθμιση των σχέσεων φύλου τόσο δημόσια, όσι κι ιδιωτικά.
Τι έμεινε από αυτό τον αγώνα;
Πολλά πράγματα! Είναι αφελές να περιμένεις τον άμεσο μετασχηματισμό των ανοργάνωτων μαζών, που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις, σε πειθαρχημένους, στρατευμένους ακτιβιστές της κοινωνικής αντιπολίτευσης. Αλλά «από τα κάτω» υπάρχουν τόσο πολλοί σχηματισμοί, από συνελεύσεις γειτονιάς μέχρι κατειλημμένα σπίτια, κι από οικολογικές πρωτοβουλίες μέχρι ομάδες ενάντιον της εμπορευματοποίησης του αστικού χώρου.
Όσο για τις φεμινίστριες, τώρα ενδιαφερόμαστε περισσότερο να στοχαζόμαστε για τις πολιτικές του φύλου, σε συνδυασμό με τις πολιτικές διαχείρισης του αστικού χώρου. Στη συλλογικότητά μας, για παράδειγμα, φτιάξαμε μια ομάδα συζήτησης σχετικά με τις γυναίκες και τον αστικό χώρο κι οι συζητήσεις που συντελούνται εντός αυτής της ομάδας θα ενημερώσουν τη μελλοντική μας πολιτική. Μεμονωμένα μέλη της συλλογικότητάς μας συμμετέχουν, επίσης, σε πλατφόρμες που φέρνουν κοντά ομάδες διαφορετικών πολιτικών αφετηριών, με στόχο το μετασχηματισμό της παρούσας κατάστασης της πολιτικής για τον αστικό χώρο.
Πώς ερμηνεύεις το γεγονός ότι, παρά την όχι αμελητέα αποχή στην τελευταία εκλογική διαδικασία, ο Ερντογάν φαινομενικά αναδύθηκε ως ο σχεδόν θριαμβευτικός νικητής; Είναι το ποσοστό που συγκέντρωσε το κόμμα του ενδεικτικό της πόλωσης της τουρκικής κοινωνίας; Η τουρκική κοινωνία έχει σκοπίμως πολωθεί από το ΑΚΡ εδώ και παραπάνω από μια δεκαετία. Τα εκλογικά αποτελέσματα με αυτή την έννοια δεν αποτελούν έκπληξη, απλώς την επιβεβαίωση αυτού που υπάρχει εκεί έξω. Ο Ερντογάν κέρδισε τις εκλογές, επειδή το ΑΚΡ έχει υπάρξει πολύ επιτυχημένο στο να ενσταλάζει το φόβο του «όλα θα καταρρεύσουν, αν δε μας ψηφίσετε» στην κοινή γνώμη. Όχι μόνο ο Ερντογάν, όλος ο βασικός πυρήνας του ΑΚΡ, χρησιμοποιεί τα πιο διεφθαρμένα κι αντιδημοκρατικά μέσα πολιτικής χειραγώγησης, κυρίως μέσω της καταστολής των Μ.Μ.Ε., προκειμένου να παραμείνουν στην εξουσία. Γιατί ξέρουν ότι, αν χάσουν μια εκλογική αναμέτρηση, το παιχνίδι θα τελειώσει. Το κατάλαβαν ήδη στη διάρκεια των διαδηλώσεων με αφορμή το Γκεζί. Έτσι, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε όσα μέσα είχε στη διάθεσή του, περιλαμβανομένων κρατικών πόρων κι αυτοκινήτων κι ελικοπτέρων του πρωθυπουργικού γραφείου, για να κερδίσει τις εκλογές. Άλλοι υποψήφιοι απλώς δεν είχαν καμία τύχη.
Υπό το καθεστώς του ΑΚΡ, «οι πολιτικές του φύλου στην Τουρκία έχουν υποστεί σημαντικές αλλαγές», γράφεις, επίσης, στο ίδιο άρθρο. Θα μπορούσες να μου συνοψίσεις τις αλλαγές αυτές;
Δεν περιορίζεται στο ΑΚΡ ή την Τουρκία. Ο νεοφιλελεύθερος συντηρητισμός είναι η κυρίαρχη ιδεολογία του καιρού μας. Μπορούμε να τον ορίσουμε, χοντρικά, ως την προέκταση των αξιών της αγοράς στις σφαίρες της κοινωνίας, του πολιτισμού και της πολιτικής, και την αλλαγή της λειτουργίας του κράτους από πάροχο υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας, σε ένα ηθικιστικό, συχνά εθνικιστικό και θρησκευόμενο, ρυθμιστή της καθημερινής ζωής. Η συνέπεια του γεγονότος αυτού για τις γυναίκες είναι ό,τι αποκαλούμε «η παγίδευση της γυναίκας ανάμεσα στην πληρωμένη και την απλήρωτη εργασία»: το βάθεμα του σεξουαλικού διαχωρισμού της εργασίας κι η αγιοποίηση της γονιμότητας και της μητρότητας. Όπως πολλά παραδείγματα στον κόσμο δείχνουν, οι πολιτικές του φύλου βρίσκονται στον πυρήνα του συντηρητικού νεοφιλελεύθερου εγχειρήματος.
Στην Τουρκία, η χαρακτηριστική φράση αυτού του εγχειρήματος είναι η «ενδυνάμωση της οικογένειας». Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι γυναίκες είναι εκείνες που κυρίως προσφέρουν στις οικιακές δουλειές και στον τομέα της φροντίδας. Η συνέπεια της αυξανόμενης απλήρωτης γυναικείας εργασίας είναι πως οι γυναίκες έχουν λιγότερη πρόσβαση στη μισθωτή απασχόληση, που της σπρώχνει σε χαμηλά αμειβόμενες, ευέλικτες κι ανασφαλείς δουλειές. Αυτό, με τη σειρά του, καθιστά τις γυναίκες εξαρτώμενες από τις οικογένειές τους, δηλαδή από τους άντρες. Με αυτό τον τρόπο, το ΑΚΡ διασφαλίζει την περαιτέρω εκμετάλλευση της γυναικείας εργασίας στις μισθωτές απασχολήσεις και την αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού, εξασφαλίζοντας την πατριαρχική οργάνωση των σχέσεων φύλου. Η θρησκεία, βεβαίως, χρησιμοποιείται ως «νόμιμο πλαίσιο» αυτής της διπλής εκμετάλλευσης, των γυναικείων σωμάτων και της εργασίας τους.
Θα ήθελα το σχόλιό σου για την απόπειρα βιασμού και το φόνο της 19χρονης φοιτήτριας Özgecan Aslan στις 11 Φεβρουαρίου από τον οδηγό ενός minibus και δύο συνεργούς του.
Ο φόνος της Özgecan Aslan προκάλεσε οργή στην τουρκική κοινωνία, γιατί, σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, κατά τις οποίες γυναίκες σκοτώθηκαν από τους άντρες τους, συντρόφους ή συγγενείς στην οικογένειά τους, εκείνη σκοτώθηκε αντιστεκόμενη στο βιασμό από ένα τυχαίο πρόσωπο, μέρα μεσημέρι, ενώ χρησιμοποιούσε δημόσιο μέσο μεταφοράς. Το γεγονός αυτό άνοιξε τη συζήτηση για την επιστροφή της θανατικής ποινής και την εφαρμογή του χειρουργικού ευνουχισμού. Αυτές οι «λύσεις» προτείνονται κυρίως από άντρες κι αντανακλούν την κυρίαρχη κουλτούρα βίας στην Τουρκία. Ενώ γνωρίζουμε ότι η ανδρική επιθετικότητα, γενικότερα, κι η σεξουαλική βία, ειδικότερα, δεν είναι μεμονωμένες διαταραχές της συμπεριφοράς, αλλά κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα.
Πώς να προσεγγίσουμε αυτό το κοινωνικο-πολιτικό πρόβλημα; Οι κυβερνήσεις του ΑΚΡ έχουν εκδώσει διατάγματα κι υπογράψει διεθνείς συμφωνίες, προκειμένου να εξαλείψουν τη βία εναντίον των γυναικών. Μια πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη από το κράτος έδειξε, ωστόσο, ότι το ποσοστό βίας κατά των γυναικών δεν έχει μειωθεί. Παρόλα τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση, παραμένει στο 40%. Αυτό, σύμφωνα με το ΑΚΡ, συμβαίνει γιατί η βασική αιτία του προβλήματος είναι η αλλαγή στους φυλετικούς ρόλους κι η διάλυση της υφιστάμενης οικογενειακής δομής. Πιστεύουν πως οι γυναίκες βιώνουν περισσότερη βία, γιατί ξεπερνούν τα πατριαρχικά όρια. Επομένως, η λύση τους είναι να υποβάλλουν τις γυναίκες στις καταπιεστικές οικογενειακές σχέσεις, τις οποίες προωθούν ως «παραδοσιακές».
Οι δηλώσεις του Ερντογάν, όπως «δεν πιστεύω στην ισότητα των φύλων» ή ότι «ο γυναικείος “firtrat” (ο σκοπός της δημιουργίας) είναι διαφορετικός από του άντρα», απλώς διαιωνίζουν τη δευτερεύουσα θέση της γυναίκας στην κοινωνία κι επομένως νομιμοποιούν τη βία εναντίον των γυναικών. Όταν οι πατριαρχικές φυλετικές νόρμες προωθούνται από την κεφαλή του κράτους, όσες γυναίκες δεν υπακούν σε αυτές τις νόρμες αυτομάτως καθίστανται στόχος της ανδρικής επιθετικότητας. Μετά το φόνο της Özgecan, ο Ερντογάν είπε πως όλες οι γυναίκες έχουν παραδοθεί από τον Θεό στους άντρες κι ότι ο Μωάμεθ έχει συμβουλέψει ενάντια στη βία κατά των γυναικών. Όταν φεμινίστριες διαμαρτυρήθηκαν για τα λόγια του Ερντογάν, επειδή αντανακλούσαν την ανδροκρατούμενη κουλτούρα που κρύβεται πίσω από τη βία εναντίον τους, ο Ερντογάν καταδίκασε τις φεμινίστριες λέγοντας «ούτε καν ανήκετε στη θρησκεία μας, στον πολιτισμό μας!».
Στην πραγματικότητα, το μεγαλύτερο εμπόδιο στην αποτροπή της βίας εναντίον των γυναικών είναι αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «συστηματική ατιμωρησία». Αν και, σύμφωνα με το νόμο, η τιμωρία εγκλημάτων σεξουαλικής βίας είναι πολύ αυστηρή, στην πράξη οι ποινές συχνά μειώνονται από υποτιθέμενες απαλλακτικές περιστάσεις, όπως η «καλή διαγωγή» ή η «άδικη πρόκληση». Σε πλημμεληματικές περιπτώσεις σεξουαλικών εγκλημάτων, οι ποινές σε κάθειρξη συνήθως αναβάλλονται ή μετατρέονται σε πρόστιμα. Όλο το σύστημα, από την αστυνομία και την υπηρεσία σήμανσης, μέχρι τον εισαγγελέα και την έδρα προστατεύουν τον δράστη ρωτώντας πρώτα τι έκανε η γυναίκα τι φορούσε, γιατί ήταν έξω τη νύχτα κ.λπ., για να «αξίζει» το σεξουαλικό αδίκημα. Το νομικό σύστημα ρωτά τις γυναίκες να αποδείξουν την «αθωότητά» τους, πριν τιμωρήσει τον φορέα της βίας.
Εμείς ως φεμινίστριες πρώτα από όλα θέλουμε την κατάλληλη εφαρμογή του νόμου. Αλλάαυτόδεναρκεί. Μετά το φόνο της Özgecanχιλιάδες γυναίκες, φεμινίστριες κι όχι, βγήκαν στο δρόμο, για να αποκηρύξουν όχι μόνο τη σεξουαλική βία και τους φόνους γυναικών, αλλά και για να ζητήσουν να σταματήσουν αμέσως όλες οι επιθέσεις εναντίον της ελευθερίας της γυναίκας. Όλες οι γυναίκες στην Τουρκία νιώθουν την απειλή της παρενόχλησης, του βιασμού, του θανάτου κι όλων των ειδών της βίας, όταν βρίσκονται στους δρόμους. Αλλά ξέρουμε επίσης ότι η βία εναντίον των γυναικών δεν είναι ένα απομονωμένο ζήτημα. Συνδέεται στενά με την πολιτική του ΑΚΡ που κάνουν δύσκολο στις γυναίκες να χωρίσουν, μπλοκάρει την πρόσβασή τους στην έκτρωση κι αρνείται να προσφέρει ασφαλή καταφύγια σε κακοποιημένες γυναίκες. Συνδέεται, επίσης, με την πολιτική διαχείρισης του αστικού χώρου από το ΑΚΡ, το οποίο εμπορευματοποιεί το δημόσιο χώρο σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι δρόμοι να έχουν καταστεί εξαιρετικά ανασφαλείς. Η κυβέρνηση, όμως, δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για αυτό. Οι γυναίκες δε θέλουν να είναι τα εμπορικά κέντρα οι μόνοι ασφαλείς χώροι εκτός σπιτιού! Και σίγουρα δε θέλουν να ακούν σχόλια από τους κυβερνητικούς αντιπροσώπους σχετικά με το πώς πρέπει να φέρονται, να παντρεύονται, να γεννάνε, να ντύνονται, να μιλούν, να γελάνε και να ζουν τις ζωές τους. Γιατί τώρα γνωρίζουν πολύ καλά πως ο λόγος πίσω από τη βία εναντίον των γυναικών είναι η ίδια η νοοτροπία εκείνων των αντρών που θέλουν να ρυθμίσουν τις ζωές των γυναικών και να ελέγξουν τα σώματά τους.
Μια τελευταία ερώτηση. Δεδομένου ότι η Σοσιαλιστική Φεμινιστική Κολεκτίβα προσεγγίζει το φεμινισμό στα πλαίσια του αντικαπιταλιστικού αγώνα, πόσο καρποφόρος μπορεί να είναι ένας τέτοιος αγώνας και υπό ποιες συνθήκες;
Ο καπιταλισμός, ιστορικά και παροντικά, λειτουργεί συνεργαζόμενος με την πατριαρχία. Συνεπώς, κάθε αγώνας για τη γυναικεία απελευθέρωση πρέπει να στοχεύει εξίσου την πατριαρχία και τον καπιταλισμό. Ένας ολικός μετασχηματισμός των πατριαρχικών σχέσεων φίλου, δηλαδή η κατάργηση του ανταγωνισμού πληρωμένης-απλήρωτης εργασίας, ο μη καθορισμός της γυναικείας σεξουαλικότητας από τις γυναικείες αναπαραγωγικές λειτουργίες, η κοινοτική φροντίδα των παιδιών και των γερόντων/ γεροντισσών κ.λπ. είναι πιθανά μόνο σε μια σοσιαλιστική κοινωνία, όπου υπάρχει συλλογική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, διανομή των πόρων βάσει των αναγκών, κι ίση συμμετοχή των κοινωνικών ομάδων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Αυτό δε σημαίνει ότι αφήνουμε στην άκρη τα αιτήματα που προκύπτουν από τις ανάγκες του σήμερα. Αντίθετα, σημαίνει πως διατηρούμε ένα πολιτικό όραμα, που δε στοχεύει μονάχα «να σώσει τη μέρα», αλλά συνεχίζει τον απελευθερωτικό μας αγώνα με ορίζοντα τη μελλοντική, μη πατριαρχική κοινωνία, όπου θέλουμε να ζήσουμε.
Ευτυχώς, υπάρχουν όλο και περισσότερες γυναίκες που αντιλαμβάνονται ότι ο φεμινισμός δεν μπορεί να υλοποιηθεί πλήρως σε μια καπιταλιστική κοινωνία, κάτι που δείχνει πως η πολιτική μας ήδη αποδίδει καρπούς. Βέβαια πρόκειται για ένα μακρύ δρόμο, και συχνά δεχόμαστε τις προκλήσεις από την αντίσταση των αντρών στις φεμινιστικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων και των αντρών σοσιαλιστών. Αλλά ήδη δουλεύουμε πάνω στη δημιουργία των συνθηκών για μια σοσιαλιστική φεμινιστική επανάσταση. Σε αυτή βασίζεται ολόκληρη η πολιτική μας!
Πρόσφατα σχόλια