Γήπεδα Γκολφ : Ιδιωτικοποίηση του κέρδους, κοινωνικοποίηση της ζημιάς
της Μαρίας Χατζημιχαήλ, Δρ. Αλιευτικής και Θαλάσσιας Πολιτικής και Διακυβέρνησης
Τον Φεβρουάριο του 2005, το Υπουργικό Συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας ενέκρινε μία «δήλωση πολιτικής για ενθάρρυνση επενδύσεων σε γήπεδα γκολφ», η οποία προνοεί την κατασκευή συνολικά 14 γηπέδων. Η απόφαση αναφέρει ότι «επειδή η επένδυση για τη δημιουργία γηπέδου γκολφ δεν θεωρείται οικονομικά βιώσιμη από μόνη της, η ανάπτυξη γηπέδου γκολφ μπορεί να συνοδεύεται από οικιστική ή και τουριστική ανάπτυξη προς υποστήριξη της δημιουργίας και λειτουργίας του». Παράλληλα, αναφέρεται ότι «η δημιουργία γηπέδου γκολφ και συναφών αναπτύξεων δεν θα επιτρέπεται σε καθορισμένη περιοχή προστασίας του Δικτύου ‘Φύση 2000’».
Αρκετά από τα γήπεδα γκολφ που είχαν προταθεί αρχικά εμπίπτουν εντός καθορισμένων περιοχών προστασίας του Δικτύου «Φύση 2000». Αντί, όμως, να απορριφθούν όλες οι αιτήσεις σε περιοχές προστασίας της φύσης και διατήρησης της άγριας ζωής, αρχικά ζητήθηκε από τους αιτητές να αφαιρέσουν τις εν λόγω περιοχές από τις αιτήσεις τους. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση ζήτησε από το Γενικό Εισαγγελέα και τη Νομική Υπηρεσία να γνωματεύσουν για μία ξεκάθαρη κατά τα άλλα πρόνοια της εξαγγελθείσας δήλωσης πολιτικής και τελικά παραχώρησε πολεοδομικές άδειες στη βάση τροποποιημένων σχεδίων, ακόμη και αν αυτές συνόρευαν ή / και συνέχισαν να εμπίπτουν σε περιοχές προστασίας του Δικτύου «Φύση 2000».
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του γηπέδου γκολφ στην περιοχή της Λίμνης, μεταξύ Πόλης Χρυσοχούς και Γιαλιάς. Τον Σεπτέμβριο του 2006, η εταιρεία Cyprus Limni Resorts & Golfcourses PLC, του μεγαλοεπιχειρηματία Νίκου Σιακόλα, εξασφάλισε τις σχετικές εγκρίσεις του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως για τη δημιουργία δύο γηπέδων γκολφ που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων «δύο λέσχες γκολφ, διεθνές ξενοδοχείο 5 αστέρων, spa, οικιστικές μονάδες (επαύλεις, σπίτια, διαμερίσματα), καφεστιατόρια, καταστήματα, αθλητικές εγκαταστάσεις και άλλες συναφείς αναπτύξεις».
Η υποχρεωτική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων εξετάστηκε από την Περιβαλλοντική Αρχή, δηλαδή το Τμήμα Περιβάλλοντος, τον Φεβρουάριο του 2013, και έλαβε αρνητική γνωμάτευση. Θεωρήθηκε ότι η συγκεκριμένη ανάπτυξη και η ανέγερση τόσο μεγάλων κτιριακών συγκροτημάτων δεν πρέπει να προχωρήσει, αφού η περιοχή συγκαταλέγεται στους Τόπους Κοινοτικής Σημασίας και γι’ αυτό εξάλλου τυγχάνει προστασίας από τις σχετικές ευρωπαϊκές οδηγίες. Στόχος της διατήρησης της συγκεκριμένης περιοχής είναι η προστασία δύο ειδών θαλάσσιων χελωνών (καρέτα-καρέτα & πράσινη χελώνα) και των σημαντικών οικότοπων που περιλαμβάνουν αμμόλοφους, το ενδημικό φυτό Μαλκόλμια και το θαλάσσιο οικότοπο της Ποσειδωνίας.
Παρόλα αυτά, η εταιρεία απείλησε ότι αν δεν δοθεί θετική γνωμάτευση, τότε θα ακυρώσει την εν λόγω ανάπτυξη, με αποτέλεσμα να ξεσηκωθούν οι κοινότητες της περιοχής! Ο τότε υπουργός Περιβάλλοντος κατέθεσε εκτάκτως πρόταση στο Υπουργικό Συμβούλιο, όπου και πέτυχε τροποποίηση της αρχικής απόφασης, έτσι ώστε να δοθεί παρέκκλιση για ανάπτυξη γηπέδου γκολφ και άλλων συναφών αναπτύξεων εντός της περιοχής προστασίας «Φύση 2000». Μέχρι σήμερα, οι εργασίες στην περιοχή συνεχίζονται κανονικά, παρότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη ζητήσει εξηγήσεις από την Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς όμως να λάβει οποιαδήποτε απάντηση. Εφόσον η Κύπρος δεν αντιδράσει εντός δυο μηνών, η υπόθεση μπορεί να παραπεμφθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
H πολιτική ενθάρρυνσης επενδύσεων σε γήπεδα γκολφ αποσκοπούσε, φαινομενικά, στη μετατροπή της Κύπρου σε «τουριστικό προορισμό υψηλής ποιότητας». Μάλιστα, σε μία περίοδο οικονομικής κρίσης, αναπτύξεις οι οποίες υπόσχονται θέσεις εργασίας και περισσότερο τουρισμό στις τοπικές κοινότητες δεν απολαμβάνουν μόνο πολιτικής νομιμοποίησης, αλλά δυστυχώς και κοινωνικής, έστω και μερικής. Βέβαια, όπως καταδεικνύει και αποδεικνύει η περίπτωση της ανάπτυξης στην περιοχή της Λίμνης, η αδειοδότηση των γηπέδων γκολφ στηρίζεται σε ένα ιδιότυπο και παρατεταμένο «αναπτυξιακό καθεστώς εξαίρεσης», το οποίο όχι μόνο δεν λειτουργεί στο πλαίσιο του δημοκρατικού πολιτεύματος, του κράτους δικαίου και της χρηστής διοίκησης, αλλά αντίθετα εδράζεται σε επιχειρηματικές παρανομίες, διοικητικές παρατυπίες και πολιτικές αυθαιρεσίες.
Παρά το γεγονός ότι η ανάπτυξη γηπέδων γκολφ στηρίζεται στην ιδιωτικοποίηση του κέρδους και της υπεραξίας και την κοινωνικοποίηση του κόστους και της ζημιάς, το μεγάλο στοίχημα των κοινωνικών κινημάτων που αγωνίζονται για περιβαλλοντική δικαιοσύνη και αποανάπτυξη εξακολουθεί να είναι η διεύρυνση και εμβάθυνση της συνειδητοποίησης αυτού ακριβώς του γεγονότος από τις άμεσα εμπλεκόμενες, αλλά και επηρεαζόμενες (περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά) τοπικές κοινότητες. Ένα στοίχημα, το οποίο οφείλουν να κερδίσουν, συμβάλλοντας έτσι καθοριστικά στην απελευθέρωση του ανθρώπου, της κοινωνίας και της φύσης.
Πρόσφατα σχόλια